Τέθηκε από 28.11.2023, σε δημόσια διαβούλευση το νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, υπό τον τίτλο: «Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης – Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας». Οι αλλαγές που προτείνονται είναι σημαντικές, ωστόσο η καθημερινότητα των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας και οι αύξηση των γυναικοκτονιών, αποδεικνύουν ότι αν δεν διορθωθεί το σύστημα της πρόληψης, αλλά και της, εν τέλει, εφαρμογής και εκτέλεσης του νόμου, αυτός παραμένει ένα κενό γράμμα, για να βαυκαλίζεται η νομοθετική εξουσία και να κομπάζει η εκτελεστική, όταν ανάμεσά τους κείτονται δεκάδες θύματα γυναικών και παιδιών που δεν ακούστηκαν όταν φώναζαν για βοήθεια.
Οι προτεινόμενες αλλαγές του νέου νομοσχεδίου:
- Εισάγονται στο Ν. 3500/06 δυο νέα αδικήματα του ΠΚ τα οποία αποτελούν πράξεις ενδοοικογενειακής βίας όταν τελούνται εις βάρος μέλους της οικογένειας (εκτός από αυτά της σωματικής βλάβης, της παράνομης βίας και απειλής, της προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας, της ανθρωποκτονίας με δόλο και της θανατηφόρας σωματικής βλάβης), ήτοι τα αδικήματα του βιασμού (336 ΠΚ) και της κατάχρησης σε ανηλικότητα (338 ΠΚ), τροποποίηση που οδηγεί στην επιβολή υψηλότερων ποινών.
- Αύξηση του πλαισίου ποινών για υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας όταν τα περιστατικά βίας διαπράττονται ενώπιον ανηλίκων παιδιών.
- Προστίθενται νέα αδικήματα όταν αυτά τελούνται ενώπιον ανηλίκων (εκτός από το αδίκημα της σωματικής βλάβης), ήτοι η παράνομη βία, η απειλη, η προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας.
- Προστίθεται η ψυχολογική βία (πλην της σωματικής) ως βία που επιφέρει τις συνέπειες της κακής άσκησης της γονικής μέριμνας του άρθρου 1532 ΑΚ , δηλαδή αυτές της ολικής ή μερικής αφαίρεσης της γονικής μέριμνας από τον θύτη γονέα.
- Σχολιασμός:
Α. Θα πρέπει, ωστόσο, να υπάρξει ορισμός του τι συνιστά ψυχολογική βία στο πλαίσιο μιας ενδοοικογενειακής σχέσης ώστε να μη υπάρχει ο κίνδυνος της ποινικοποίησης της καθημερινότητας των γονέων και να μην εισχωρήσει έμμεσα και κακόβουλα στο νομοθετικό πλαίσιο το ψευτοσύνδρομο της «γονεϊκής αποξένωσης», στο οποίο στρέφονται πληθώρα κακοποιητικών πατεράδων για να βρουν υπερασπιστική γραμμή.
Β. Θα πρέπει επίσης να προστεθεί με σαφήνεια στην ενδοοικογενειακή βία και η ψυχολογική βία εις βάρος οιουδήποτε μέλους της οικογένειας και όχι μόνο εις βάρος του ανηλίκου. Έχει πλέον εμπεδωθεί από την κοινωνία ότι η ενδοοικογενειακή βία εκδηλώνεται στην αντικειμενική πραγματικότητα με διαφορετικούς τρόπους, ένας εκ των οποίων είναι και η πρόκληση ψυχικού πόνου, ως εκ τούτου όφειλε να ρυθμιστεί ειδικά μέσα από την τυποποίηση ξεχωριστών-αυτοτελών ποινικών υποστάσεων. Η ίδια η πρακτική της αδιάκριτης αντιμετώπισης μπορεί να επιβεί επιζήμια. Η μη τιμώρηση του ψυχικού πόνου αυτοτελώς, αλλά αντιθέτως ο άκρατος συσχετισμός του με την αποτύπωση σωματικών συμπτωμάτων, ως προϋπόθεση για την ποινικοποίησή του από τα ελληνικά δικαστήρια, καθίσταται προβληματική. Απαιτείται, διαφορετική μεταχείριση των διαφορετικών τύπων στοιχειοθέτησης ενδοοικογενειακής βίας αρμόζουσα στα χαρακτηριστικά τους. Αυτή η διάκριση δεν φαίνεται να στοιχειοθετείται στο υπό κρίση νομοσχέδιο, αν και οι υπόλοιπες τροποποιήσεις του κοινού ποινικού δικαίου είναι τόσο εξαντλητικές, που αφενός δεν ταιριάζουν στο ευσύνοπτο των διατάξεων που οφείλει να έχει ο ποινικός μας νόμος, αφετέρου προκαλούν έκπληξη με το μέγεθος της έλλειψης εμπιστοσύνης προς τους δικαστές, ώστε να μην τους αφήνει κανένα περιθώριο δικής τους ερμηνείας και συγκεκριμενοποίησης στους δράστες, εργασία που υποτίθεται ότι αποτελεί τον πυρήνα της επιστημοσύνης τους.
Όταν μάλιστα η ελληνική νομολογία φαίνεται να ποινικοποιεί μόνο τις πράξεις εκείνες που φέρουν αντίκτυπο στο σώμα, εκτοπίζοντας έτσι από το προστατευτικό του πεδίο συμπεριφορές που αν και δεν φέρουν σωματικά συμπτώματα, δεν δύναται να παραμένουν ατιμώρητες.
Όπως αναφέρει και η εξαιρετική συνάδελφος και Αν. Καθηγήτρια Ποινικού Δικαίου-Ποινικής Δικονομίας Σχολή Αξιωματικών ΕΛ.ΑΣ στη μονογραφία της, που εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 2022 από τον εκδ. οίκο της Νομικής Βιβλιοθήκης υπό τον τίτλο "Η ποινικοποίηση της παρενόχλησης στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις" (1): «…Από τη στιγμή που ο Έλληνας νομοθέτης κάνει λόγο για διάζευξη αποτελεσμάτων της αξιόποινης συμπεριφοράς («ή ψυχικό πόνο»), δεν πρέπει απαραιτήτως να προϋποτίθεται η σωματική κάκωση. Τι γίνεται π.χ στις περιπτώσεις που είτε δεν υπήρξε ποτέ αυτός ο αντίκτυπος της πράξης στο σώμα ή όταν το έγκλημα της σωματικής βλάβης έχει παραδείγματος χάριν παραγραφεί, ενώ ο ψυχικός τραυματισμός του θύματος συνεχίζει να εκδηλώνεται;
Αλλά και πέραν αυτών των προβληματισμών, δεν είναι νομολογιακό σφάλμα να μην αναγνωρίζεται αυτοτελώς ο ψυχικός πόνος του παθόντος, να μην τυποποιείται σε αυτοτελές έγκλημα συμπεριφορά που τον επιφέρει ως αποτέλεσμα, αλλά αντιθέτως να συρρέει πάντα φαινομενικώς με την προγενέστερη συμπεριφορά του δράστη, αφού το αδίκημα τυποποιείται ως υπαλλακτικώς μικτό; Αντιθέτως, εάν ο ψυχικός τραυματισμός του θύματος τυποποιούταν σε αυτοτελές έγκλημα με ξεχωριστή αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση, ο δράστης της ενδοοικογενειακής βίας θα τιμωρούταν αυτοτελώς για τον ψυχικό πόνο που θα προκαλούσε στο θύμα, ενώ σε περίπτωση που είχε ήδη προκληθεί σωματική βλάβη, δε θα κάναμε λόγο για φαινόμενη συρροή, αλλά για πραγματική…»
Η προσθήκη ενός τέτοιου ορισμού στο παρόν νομοσχέδιο είναι παντελώς αναγκαία και θα έδινε το έναυσμα για μία αυτοτελή τυποποίηση του ψυχικού πόνου στο πλαίσιο της ενδοοικογενειακής βίας.
Εν κατακλείδι, αν και ήταν πάγιο αίτημα των νομικών με πεδίο την ενδοοικογενειακό βία και των γυναικείων συλλογικοτήτων να τυποποιείται αυτοτελώς ο «ψυχικός τραυματισμός» του θύματος και να εξειδικεύεται ποιες είναι συγκεκριμένα οι περιπτώσεις εκείνες, όπου το θύμα μπορεί να υποφέρει ψυχικά από την αξιόποινη πράξη και υφίσταται σοβαρή ψυχική βλάβη, το νομοσχέδιο αναλίσκεται απλώς στην ενδεικτική αναφορά της «παρατεταμένης απομόνωσης», χωρίς να εξειδικεύει περαιτέρω ακόμη και αυτήν την έννοια.
- Διευρύνεται το πλαίσιο εφαρμογής του νόμου αντιμετώπισης της ενδοοικογενειακής βίας, επιτρέποντας πλέον την εφαρμογή του σε δομές φιλοξενίας ή φροντίδας ατόμων στις οποίες εργάζεται ο δράστης.
- Αυξάνεται το ελάχιστον όριο αποζημίωσης του θύματος από τον δράστη από τα 1.000 στα 2.000 ευρώ.
- Επιβολή περιοριστικών όρων του δράστη όχι μόνο από Εισαγγελέα, αλλά πλέον και από Ανακριτή. Στους όρους συμπεριλαμβάνεται, με την νέα τροποποίηση, και ο περιοριστικός όρος της συμμετοχής του δράστη σε θεραπευτικά προγράμματα, ενώ για την επιβολή τους ή την άρση τους μπορούν πλέον να ληφθούν υπόψη και γνωματεύσεις ψυχολόγων και ψυχιάτρων που προέρχονται και από τον ιδιωτικό φορέα και βρίσκονται υπό την εποπτεία του Υπουργείου Υγείας. Το ίδιο ισχύει, με τις νέες τροποποιήσεις, και για τους φορείς που παρέχουν ηθική συμπαράσταση στα θύματα και την αναγκαία υλική συνδρομή. οι οποίοι μπορούν να είναι νομικά πρόσωπα είτε δημοσίου δικαίου είτε ιδιωτικού δικαίου, που ωστόσο, λειτουργούν υπό την εποπτεία του Υπουργείων Εσωτερικών, Υγείας ή Κοινωνικής Συνοχής.
- Όσον αφορά τη μέριμνα των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας προστίθεται το άρθρο 23Α σχετικά με την ατομική αξιολόγηση των θυμάτων και του κινδύνου επανάληψης της βίας και της δευτερογενούς θυματοποίησης από τις υπηρεσίες υποδοχής θυμάτων όπως οι αστυνομικές αρχές, κοινωνικές υπηρεσίες, υπηρεσίες υγείας και εξειδικευμένες δομές, κατόπιν προηγούμενης ενημέρωσης και συμφωνίας του θύματος. Μάλιστα η παραπομπή των θυμάτων στις υπηρεσίες αυτές θα γίνεται από τις διωκτικές, εισαγγελικές και δικαστικές αρχές, ενώπιον των οποίων εκκρεμεί υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας.
- Σχολιασμός: Θα πρέπει να δημιουργηθούν πραγματικά εξειδικευμένες δομές που θα μπορεί να στραφεί το θύμα από την πρώτη στιγμή και να βρει ψυχολογική, νομική και οικονομική υποστήριξη, ενώ συγχρόνως θα υπάρχει εποπτεία του δράστη από τις αστυνομικές αρχές προκειμένου να μην επαναληφτεί το έγκλημα.
- Θέσπιση ειδικής υποχρέωσης καταγγελίας για τους επαγγελματίες που αντιλαμβάνονται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας στους οποίους περιλαμβάνονται δάσκαλοι, καθηγητές, γιατροί, προπονητές, κοινωνικοί λειτουργοί, οι οποίοι θα έχουν και τα ακαταδίωκτο για κακόβουλες μηνύσεις βάρους τους, αναφορές και πειθαρχικές διώξεις.
- Σχολιασμός: Θα πρέπει να αναφέρονται ρητά στο νόμο ανάμεσα στους επαγγελματίες και οι ψυχολόγοι, αφού δε υπάρχει λόγος εξαίρεσής τους από την παραπάνω λίστα, προς αποφυγή παρανοήσεων και ερμηνευτικών προβληματισμών.
- Η δυνατότητα ποινικής διαμεσολάβησης διερευνάται πλέον, εκτός από τον Εισαγγελέα και από τον αρμόδιο ανακριτικό υπάλληλο, υπό τις προϋποθέσεις ότι ο δράστης: α) υποσχεθεί ότι δεν θα τελέσει και πάλι στο μέλλον οποιαδήποτε πράξη ενδοοικογενειακής βίας και σε περίπτωση συνοίκησης δέχεται να μείνει για εύλογο χρονικό διάστημα εκτός οικογενειακής στέγης, β) παρακολουθήσει ειδικό συμβουλευτικό – θεραπευτικό πρόγραμμα ή πρόγραμμα απεξάρτησης για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας είτε σε δημόσιο φορέα, είτε, πλέον σε ιδιωτικό φορέα που εποπτεύεται από τα αρμόδια υπουργεία, για όποιον τόπο και για όσο χρόνο κρίνεται αυτό αναγκαίο από τους αρμόδιους θεραπευτές, γ) καταβάλει εύλογη αποζημίωση στον παθόντα. Αν όμως αποδεδειγμένα δεν μπορεί να καταβάλει αποζημίωση λόγω πρόδηλης οικονομικής αδυναμίας ενώ βρίσκεται στην ίδια αδυναμία και το θύμα, τότε, σύμφωνα με την παρούσα τροποποίηση, αυτό μπορεί να αποζημιωθεί από την Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης του άρθρου 1 του ν. 3811/2009. Στην περίπτωση αυτή το ελληνικό δημόσιο μπορεί μετά να στραφεί εις βάρος του δράστη για το ποσό που κατέβαλε.
Τι είναι η Ελληνική αρχή Αποζημίωσης;
Είναι ένας φορέας του Υπουργείου Δικαιοσύνης που αποφαίνεται επί των αιτήσεων αποζημίωσης θυμάτων εγκληματικών πράξεων που έχουν τελεστεί στην ελληνική επικράτεια. Οι εγκληματικές πράξεις για τις οποίες προβλέπεται αποζημίωση του θύματος είναι: εμπορία ανθρώπων, εργασιακή εκμετάλλευση, αφαίρεση οργάνων σώματος, και εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, γενετήσιες πράξεις με ανήλικους ή ενώπιον τους, πορνογραφία ανηλίκων κλπ.
Η αποζημίωση καλύπτει: ιατρικά έξοδα και νοσήλια, ψυχική και ψυχολογική υποστήριξη του θύματος, απώλεια εισοδήματος για εύλογο χρονικό διάστημα, δαπάνες αλλαγής περιβάλλοντος και κατοικίας, δαπάνες αγοράς απαραίτητων καταναλωτικών αγαθώς για την μετεγκατάσταση σε ασφαλές περιβάλλον και έξοδα κηδείας.
Προϋποθέσεις αποζημίωσης:
α) Ο δράστης του εγκλήματος να μη διαθέτει τους οικονομικούς πόρους μετά την έκδοση εις βάρος του αμετάκλητης καταδικαστικής αποφάσεως
β) Όταν δεν μπορεί να εξακριβωθεί η ταυτότητα του δράστη.
γ) Ο δράστης να μη μπορεί να διωχθεί ποινικά, επειδή η δικογραφία μπήκε για κάποιο λόγο στο αρχείο.
- Σχολιασμός: Θα πρέπει ωστόσο, να υπάρχει πραγματική οικονομική ανακούφιση των θυμάτων και των οικογενειών τους από την παραπάνω δημόσια αρχή σε όλες τις περιπτώσεις σοβαρής ενδοοικογενειακής βίας, ανεξαρτήτου ποινικής διαμεσολάβησης και ανεξαρτήτως της οικονομικής κατάστασης του δράστη αλλά και του θύματος. Το δημόσιο, στην περίπτωση αυτή θα υποκαθίσταται στα δικαιώματα του θύματος, στρεφόμενος πλέον το ίδιο κατά του δράστη για τη διεκδίκηση του ποσού που κατέβαλε στο θύμα ως αποζημίωση. Η αποζημίωση θα πρέπει να περιλαμβάνει πέραν της κάλυψης των παραπάνω πραγματικών εξόδων και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης αλλά και λόγω ψυχικής οδύνης στα οικογένεια του θύματος και να προσδιορίζεται από την Αρχή, χωρίς να είναι απαραίτητη η προηγούμενη έκδοση τελεσίδικης απόφασης αστικού δικαστηρίου.
Άλλες προτεινόμενες τροποποιήσεις ΠΚ και ΚΠΔ που βοηθούν στην αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας
- Αυστηροποίηση των ποινών.
- Πραγματική έκτιση των ποινών είτε μερικά είτε συνολικά.
- Η αναστολή των ποινών θα είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας.
- Αύξηση του ανώτατου ορίου κάθειρξης στα κακουργήματα από 15 σε 20 έτη.
- Υψηλά χρηματικά πρόστιμα για αυτούς που υποβάλουν ψευδείς και αβάσιμες μηνύσεις
- Περιορισμών των αναβολών σε μια με καταβολή παραβόλου από 80 έως 200 ευρώ.
- Το αδίκημα της μη καταβολής διατροφής θα διώκεται αυτεπάγγελτα χωρίς να απαιτείται υποβολής έγκλησης.
- Σχολιασμός:
Α. Παρ΄όλες, όμως, τις προτεινόμενες τροποποιήσεις που στηρίζονται, κυρίως, στην αυστηροποίηση των ποινών, μεγάλης κλίμακας εμπειρικές μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι εκφοβιστική επιρροή στον πιθανό δράστη δεν έχει τόσο η απειλή στο νόμο υπέρμετρα βαριάς ποινής, όσο το κατά πόσο, κατά την εκτίμησή του, θα συλληφθεί και πάντως το ότι θα εκτελεσθεί, όπως προβλέπεται στον νόμο, η ποινή που θα του επιβληθεί.
Είναι, δε, γεγονός, ότι οι ελληνικές φυλακές δεν σωφρονίζουν: Αντίθετα, η παράταση της κράτησης χωρίς διατήρηση της επαφής του κρατούμενου με το εκτός φυλακής περιβάλλον του και την κοινωνία (μέσω αδειών, δραστηριοτήτων και μιας ζωντανής προοπτικής αποφυλάκισης) οδηγεί στην επανάληψη της εγκληματικής δράσης.
Συνεπώς, το ζητούμενο δεν είναι απαραίτητα η αυστηροποίηση των ποινών (που συχνά δεν εκτελούνται), αλλά ένα πολιτισμένο σωφρονιστικό σύστημα που εξανθρωπίζει και δεν θα εξοντώνει και βασανίζει του καταδικασθέντες. Μικρότερος χρόνος στη φυλακή με αυστηρούς όρους στην υπό όρους απόλυση, ώστε οι κατάδικοι που θα εκτίσουν ένα μεγάλο μέρος στερητικής ελευθερίας ποινής, θα δύνανται να επωφεληθούν από την υφ όρων απόλυση, εάν επιδείξουν σοβαρές προσπάθειες για κοινωνική αναπροσαρμογή, εφόσον αυτές αποδεικνύονται:
1ον) Από την άσκηση μιας επαγγελματικής δραστηριότητας, μιας προσωρινής απασχόλησης, μιας μαθητείας, και εκπαιδευτικής παρακολούθησης μια επαγγελματικής κατάρτισης.
2ον) Από την ουσιώδη συμμετοχή στη ζωή της οικογένειας τους,
3ον) Από την ανάγκη να υποβληθούν σε θεραπεία
4ον) Από τις προσπάθειες τους ενόψει της αποζημίωσης των θυμάτων τους
5ον) Από την ανάμειξη τους σε κάποια άλλα σοβαρά προγράμματα ένταξης και επανένταξης.
Επίσης να υποβάλλονται στο μέτρο της ηλεκτρονικής επιτήρησης και όταν δεν είναι αυτό δυνατόν τότε υποχρεωτικώς υποβάλλονται δοκιμαστικά σε ένα μέτρο ημιελεύθερης διαβίωσης.
Εν κατακλείδι, η κοινωνία χρειάζεται μέτρα για πραγματικό σωφρονισμό μέσα σε σύγχρονα και ανθρώπινα σωφρονιστικά καταστήματα, τα οποία πρέπει να στελεχωθούν απαραιτήτως με μεγάλο αριθμό κοινωνιολόγων, ψυχολόγων, εγκληματολόγων και εκπαιδευτικών, αντίστοιχο τουλάχιστον των υφιστάμενων σήμερα σωφρονιστικών υπαλλήλων-φρουρών για ασφαλή επανένταξη στην κοινωνία.
(1) Πηγή: Βασιλική Ι. Σγάντζου:
Σημαντική μονογραφία, που εκδόθηκε τον Σεπτέμβριο του 2022 από τον εκδ. οίκο της Νομικής Βιβλιοθήκης υπό τον τίτλο "Η ποινικοποίηση της παρενόχλησης στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις".

