Δικηγορικό Γραφείο
Η λήψη ειδικότητας, εκπαιδευτικής άδειας και η εκπαίδευση των στρατιωτικών ιατρών στο εξωτερικό ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας τους και η οφειλόμενη αποζημίωση σε περίπτωση παραίτησής τους

Η παραίτηση των στρατιωτικών ιατρών και, δη, όσων από αυτούς έχουν εκπαιδευτεί στο εξωτερικό αντιμετωπίζεται από το νόμο με ιδιαίτερη αυστηρότητα, για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Γι’ αυτό και σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ) οι επιβαλλόμενες στους στρατιωτικούς υποχρεώσεις, δεν συνιστούν υπερβολικό βάρος γι’ αυτούς, αλλά τελούν σε σχέση αναλογίας προς τον υπηρετούμενο σκοπό. Ειδικότερα, η μέριμνα του Κράτους να αποδώσει η «επένδυσή» του για την εκπαίδευση των αξιωματικών και των στρατιωτικών ιατρών και να διασφαλίσει επαρκή στελέχωση για μια κατάλληλη περίοδο σε σχέση με τις ανάγκες του δικαιολογεί την απαγόρευση της αποχώρησης από το στράτευμα για ορισμένο χρονικό διάστημα και την επιβολή, σε περίπτωση πρόωρης αποχώρησης, της υποχρέωσης καταβολής αποζημίωσης, η οποία θα καλύπτει τα έξοδα διατροφής/διαμονής και φοίτησης που είχε αναλάβει το Δημόσιο κατά τα χρόνια της φοίτησης του στρατιωτικού, ενώ συγχρόνως του χορηγούσε μισθό και προνόμια κοινωνικής ασφάλισης.

Η υποχρέωση αυτή για αποζημίωση, δε, του ελληνικού δημοσίου τελεί, σύμφωνα με την νομολογία του ΕΣ, σε σχέση αναλογίας με τα προνόμια που συνδέονται με το επάγγελμα του αξιωματικού και του στρατιωτικού ιατρού, μεταξύ των προνομίων δε αυτών περιλαμβάνεται και η επαγγελματική ασφάλεια. Πέραν δε αυτής, και το γεγονός ότι οι στρατιωτικοί κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους λαμβάνουν μισθό καθιστά την υποχρέωση όσων επιθυμούν να αποχωρήσουν από το στράτευμα πριν από την προβλεπόμενη υποχρεωτική περίοδο υπηρεσίας, να επιστρέψουν στο Δημόσιο ορισμένα ποσά για τα έξοδα, στα οποία υποβλήθηκε για να τους εκπαιδεύσει. Άλλωστε, σύμφωνα με το ίδιο σκεπτικό, η εν λόγω αποζημίωση δεν είναι δυσανάλογη σε σχέση με τον υπηρετούμενο σκοπό, για τον πρόσθετο λόγο ότι το ποσό που οφείλεται, δεν είναι το ίδιο σε κάθε περίπτωση, αλλά υπολογίζεται με βάση αντικειμενικά κριτήρια, όπως είναι ο υπολειπόμενος χρόνος υποχρεωτικής παραμονής στο στράτευμα, το ύψος των αποδοχών κλπ, που τελούν σε συνάρτηση με το αντικείμενο της ρύθμισης και οδηγούν, κατά την εφαρμογή τους, σε ανάλογη μείωση του οφειλούμενου ποσού.

Επιπλέον, σύμφωνα με την νομολογία, δεν υφίσταται ανισορροπία μεταξύ του σκοπού της επαγγελματικής κατάρτισης των αξιωματικών ιατρών και της υποχρέωσης που αναλαμβάνουν για παραμονή στο στράτευμα για ορισμένο χρόνο, καθόσον αυτός δεν είναι υπερβολικός, εάν συγκριθεί τόσο με τον χρόνο φοίτησης στην οικεία Σχολή, όσο και με τον χρόνο ειδίκευσης, αλλά και με τον συνολικό χρόνο ενεργού απασχόλησης ενός ιατρού, δεδομένου ότι, σε αντιστάθμισμα της υποχρέωσης αυτής, οι στρατιωτικοί ιατροί έχουν τη δυνατότητα να ασκούν και ιδιωτικώς το ιατρικό επάγγελμα κατά τις εκτός υπηρεσίας τους ώρες. Περαιτέρω, όσον αφορά, ειδικότερα, στους αξιωματικούς Υγειονομικού που αποστέλλονται από την υπηρεσία για εκπαίδευση ή λαμβάνουν εκπαιδευτική άδεια στο εξωτερικό, η υποχρέωση παραμονής τους στο στράτευμα για χρόνο διπλάσιο εκείνου της εκπαίδευσής τους, συνιστά θεμιτό περιορισμό του δικαιώματος ελευθερίας επιλογής, άσκησης και αλλαγής επαγγέλματος, διότι αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση σκοπού υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος και δη στην αξιοποίηση από τις Ένοπλες Δυνάμεις των αναβαθμισμένων, μετά τη λήξη της εν λόγω εκπαίδευση, υπηρεσιών τους, έτσι ώστε να διασφαλίζεται επαρκής στελέχωση των στρατιωτικών νοσηλευτικών ιδρυμάτων και των λοιπών μονάδων παροχής υγείας με εξειδικευμένους ιατρούς για μία επαρκή χρονική περίοδο σε σχέση με τις ανάγκες τους. Εξάλλου, ο περιορισμός αυτός δεν θίγει τον πυρήνα του ως άνω δικαιώματος, αφού δεν εξικνείται μέχρι την απαγόρευση αποχώρησης από το στράτευμα, όπως ίσχυε υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς, ούτε συνιστά καταναγκαστική εργασία, αφού η μετάβαση των αξιωματικών ιατρών στο εξωτερικό για εκπαίδευση δεν αποτελεί υποχρέωση, αλλά δυνατότητα που παρέχεται σε αυτούς, εν όψει της ιδιότητάς τους και χάριν της υπηρεσιακής τους σχέσης, προς τον σκοπό επαύξησης της επιστημονικής και επαγγελματικής τους κατάρτισης επ’ ωφελεία πρωτίστως των Ενόπλων Δυνάμεων.

Με δεδομένο, λοιπόν, ότι η χρήση της δυνατότητας αυτής εναπόκειται στην ελεύθερη επιλογή των ανωτέρω αξιωματικών, αυτοί οικειοθελώς υπάγονται, και μάλιστα σε χρόνο που διαθέτουν ήδη επαγγελματική ωριμότητα, στην –απορρέουσα από την εκμετάλλευση ακριβώς της ως άνω δυνατότητας –υποχρέωση παραμονής στις Ένοπλες Δυνάμεις για ορισμένο χρονικό διάστημα μετά το πέρας της εκπαίδευσής τους. Για τον ίδιο λόγο, ούτε η απορρέουσα από την αθέτηση της εν λόγω δέσμευσης υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης οδηγεί σε συνθήκες παροχής αναγκαστικής εργασίας στο στράτευμα, αφού απαιτείται απλώς η αποκατάσταση των δαπανών, στις οποίες έχει υποβληθεί το Δημόσιο, προκειμένου να αποκτήσει εξειδικευμένα στελέχη για την κάλυψη των αναγκών του, καθώς και σ’ αυτές που θα υποβληθεί για την αντικατάστασή τους. Εξάλλου, η κατά τα ανωτέρω υποχρέωση παραμονής στις Ένοπλες Δυνάμεις για χρόνο διπλάσιο της διάρκειας της πραγματοποιηθείσας εκπαίδευσης, όπως άλλωστε και η συνακόλουθη υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης σε περίπτωση παράβασης αυτής είναι εύλογες και δικαιολογημένες, δεν υπερακοντίζουν τον σκοπό δημοσίου συμφέροντος και συνεπώς, δεν αντίκεινται στην αρχή της αναλογικότητας, λαμβάνοντας υπόψη, μάλιστα, ότι στους εν λόγω αξιωματικούς, κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής τους στο εξωτερικό, παρότι απομακρύνονται από τα καθήκοντα του στρατιωτικού ιατρού, παρέχονται τόσο μισθός, όσο και τα προνόμια κοινωνικής ασφάλισης, αλλά και επαγγελματικής ασφάλεια στρατιωτικών.

Αφού, λοιπόν, έγινε αναλυτική αναφορά στο χρόνο υποχρεωτικής θητείας των στρατιωτικών ιατρών στο στράτευμα για λόγους δημοσίου συμφέροντος, που δεν παραβιάζουν ούτε την αρχή της αναλογικότητα, ούτε την αρχή της απαγόρευσης της καταναγκαστικής εργασίας, καθώς επίσης και στην υποχρέωσή τους να αποζημιώσουν το Δημόσιο, στην περίπτωση που παραιτηθούν πρόωρα, συνάγεται ότι ο χρόνος που διανύεται από τους αξιωματικούς ιατρούς για την απόκτηση της ιατρικής ειδικότητας, υποχρεωτικά και με μέριμνα της Υπηρεσίας, συνιστά χρόνο πραγματικής υπηρεσίας που πρέπει να προσμετρηθεί για τον υπολογισμό του πραγματικού χρόνου παραμονής τους στις Ένοπλες Δυνάμεις, καθόσον αυτοί κατά τη διάρκεια της ειδικότητας εξακολουθούν να προσφέρουν τις υπηρεσίας τους σε στρατιωτικά ή άλλα νοσηλευτικά ιδρύματα του Δημοσίου. Προβλέπεται, δε, ότι στην περίπτωση που αξιωματικοί του υγειονομικού σώματος, που αποκτούν με μέριμνα της υπηρεσίας εξειδίκευση, αυτοί αναλαμβάνουν την υποχρέωση παραμονής στις Ε.Δ. για πέντε πρόσθετα έτη, από όσα ορίζονται για τους ανειδίκευτους ιατρούς, που υπηρετούν στο Σώμα.

Αντίθετα, ο χρόνος των αμιγώς εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων, κατά τις οποίες οι αξιωματικοί ιατροί, είτε κατόπιν αποστολής τους από την υπηρεσία για εκπαίδευση στο εξωτερικό, είτε κατόπιν λήψης εκπαιδευτικής άδειας για τον ίδιο σκοπό, απομακρύνονται πλήρως από τα καθήκοντα του στρατιωτικού ιατρού, δεν συνιστά χρόνο πραγματικής υπηρεσίας και δεν προσμετράται για την συμπλήρωση της αναληφθείσας υποχρέωσης παραμονής στις Ένοπλες Δυνάμεις. Η ερμηνεία αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς η αποστολή για εκπαίδευση στο εξωτερικό, φοίτηση σε ΑΕΙ και σε Τεχνικές Στρατιωτικές Σχολές της ημεδαπής, καθώς και η εκπαιδευτική άδεια για το εξωτερικό ή το εσωτερικό, ορίζονταν ρητώς ως χρόνος εκπαίδευσης. Αντίθετα, ο χρόνος εξειδίκευσης, ήτοι ο χρόνος απόκτησης της ιατρικής ειδικότητας, διακρινόταν από αυτές, μη θεωρούμενος ως χρόνος εκπαίδευσης. Επομένως, χρόνο πραγματικής υπηρεσίας, ο οποίος προσμετράται για τη συμπλήρωση της εν λόγω υποχρέωσης, αποτελεί αποκλειστικά και μόνον ο χρόνος αυτός απόκτησης της ιατρικής ειδικότητας, ενώ ο πέραν αυτής χρόνος κάθε εκπαίδευσης του στρατιωτικού ιατρού στο εξωτερικό, έστω και στο συγκεκριμένο αντικείμενο της ήδη κτηθείσας ειδικότητάς του, κατ’ ενάσκηση της δυνατότητας αυτού να απομακρυνθεί από τα καθήκοντά του, με σκοπό τη διεύρυνση των επιστημονικών –ιατρικών του γνώσεων και δεξιοτήτων επ’ ωφελεία προωτίστως της υπηρεσίας, δεν προσμετράται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τη συμπλήρωση της αναλαμβανόμενης υποχρέωσης παραμονής στο στράτευμα.

Εξάλλου, ο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 64 παρ. 15 εδ. β’ του ν.δ. 1400/1973 μη συνυπολογισμός του χρόνου της εκπαίδευσης στο εξωτερικό για την συμπλήρωση του υποχρεωτικού χρόνου παραμονής των αξιωματικών ιατρών στο στράτευμα, με δεδομένο ότι κατά τον χρόνο αυτόν οι ανωτέρω δεν προσφέρουν υπηρεσίες στις ένοπλες δυνάμεις, όχι μόνο δεν αντιβαίνει στις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας, αλλά αποτελεί εύλογο, αναγκαίο και πρόσφορο περιορισμό του δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας των αξιωματικών και της ελευθερίας τους για επιλογή του επαγγέλματός τους για την επίτευξη του σκοπού δημοσίου συμφέροντος που διώκεται να εξυπηρετηθεί με τη ρύθμιση αυτή, ήτοι της παραμονής των εκπαιδευμένων με μέριμνα των Ένοπλων Δυνάμεων αξιωματικών στις τάξεις τους για χρονικό διάστημα τέτοιο που να διασφαλίζεται η συνεχής στελέχωσή τους με εξειδικευμένους στρατιωτικούς ιατρούς. Υπό την αντίθετη εκδοχή, θα ανατρεπόταν ο ανωτέρω σκοπός δημοσίου συμφέροντος, καθόσον η εκ της ιδιότητας του αξιωματικού και χάριν της υπηρεσιακής σχέσης με τις Ένοπλες Δυνάμεις ληφθείσα εκπαίδευση στο εξωτερικό θα απέληξε στο να εξυπηρετεί πρωτίστως το προσωπικό συμφέρον των εκπαιδευόμενων αξιωματικών, ενώ οι Ένοπλες Δυνάμεις, παρά το γεγονός ότι επένδυσαν για μακρό χρονικό διάστημα στην εκπαίδευση των στελεχών τους, θα στερούνταν πρόωρα τις ποιοτικά αναβαθμισμένες, λόγω της εκπαίδευσής τους, υπηρεσίες, η παροχή των οποίων διασφαλίζεται μόνο με την παραμονή τους για ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα μετά το πέρας της εκπαίδευσής τους.

Συνακόλουθα, οι διατάξεις του άρθρου 64 του ν.δ 1400/1973, όπως ισχύουν, προβλέπουσες αφενός υποχρέωση παραμονής των αξιωματικών ιατρών για χρόνο διπλάσιο εκείνου της εκπαίδευσής τους στο εξωτερικό και μη προσμέτρηση του ως άνω διανυθέντος χρόνου για τη συμπλήρωση της αναλαμβανόμενης υποχρέωσης παραμονής στο στράτευμα και αφετέρου υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης με βάση τον υπολειπόμενο χρόνο, σε περίπτωση πρόωρης αποχώρησης, δεν θίγουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ούτε αντιβαίνουν στις συνταγματικές αρχές της ισότητας, της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, υπό την ειδικότερη έκφανση της ελεύθερης επιλογής, άσκησης και αλλαγής επαγγέλματος, της απαγόρευσης άσκησης αναγκαστικής εργασίας, καθώς και της αναλογικότητας, λαμβανομένου, άλλωστε, υπόψη ότι το ίδιο το Σύνταγμα αναγνωρίζει εμμέσως τη δυνατότητα επιβολής τέτοιων περιορισμών! Για τους ίδιους λόγους, δεν αντίκειται ούτε στις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις της ΕΣΔΑ και του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη περί απαγόρευσης της αναγκαστικής εργασίας και περί προστασίας του δικαιώματος ελεύθερης επιλογής και αλλαγής επαγγέλματος.

Τέλος, ως προς την οφειλόμενη υπέρ του Δημοσίου αποζημίωση λόγω πρόωρης αποχώρησης του στρατιωτικού από τις Ένοπλες δυνάμεις, αυτή υπολογίζεται κατά αντικειμενικό τρόπο, ως ίση με το γινόμενο του βασικού μισθού του βαθμού που κατέχει ο εξερχόμενος αξιωματικός επί τον αριθμό των υπολειπομένων μηνών υποχρεωτικής παραμονής του. Εξάλλου, ως βασικός μισθός του κατεχόμενου βαθμού, που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της καταβλητέας αποζημίωσης, νοείται ο προβλεπόμενος από τις οικείες μισθολογικές διατάξεις μισθός ενεργείας του βαθμού που φέρει ο στρατιωτικός κατά τον χρόνο εξόδου του από την υπηρεσία του. Αξίζει, δε, να αναφερθεί ότι δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν μισθολογικές προαγωγές που χορηγούνται με βάση ιδιαίτερα προσωπικά χαρακτηριστικά, όπως είναι ο χρόνος συνολικής πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας, καθόσον αυτές δεν συνεπάγονται βαθμολογική προαγωγή.

Περαιτέρω, στην ειδικότερη περίπτωση πρόωρης αποχώρησης αξιωματικού ιατρού που δεν έχει εκπαιδευθεί στο εξωτερικό με δαπάνη του Δημοσίου, προβλέπεται η επιβολή σωρευτικά υποχρέωσης αποζημίωσης, με βάση τόσο τον υπολειπόμενο χρόνο της υποχρεωτικής παραμονής, όσο και το ύψος της δαπάνης, στην οποία υποβλήθηκε το Δημόσιο για την εν λόγω εκπαίδευσή του. Σκοπός του νομοθέτη με τη θέσπιση της πρόσθετης αυτής αποζημίωσης, η οποία, μάλιστα, αντιστοιχεί στο επακριβώς καθορισμένο ποσό των σχετικών εξόδων, είναι η αποκατάσταση της συνολικής οικονομικής επιβάρυνσης που προκύπτει για το Δημόσιο από τη μη τήρηση εκ μέρους του αξιωματικού της υποχρέωσης παραμονής του στο στράτευμα για ορισμένο χρονικό διάστημα, ως οικονομικό αντιστάθμισμα της υψηλού κόστους επένδυσης του Δημοσίου στο πρόσωπό του, προς δημιουργία υψηλής, αντίστοιχα, εξειδίκευσης στρατιωτικού ιατρού, τις υπηρεσίες του οποίου στερείται έτσι πρόωρα και αιφνιδιαστικά. Άλλωστε, υπό την αντίθετη εκδοχή, η εν λόγω κατηγορία στρατιωτικών ιατρών, ενόψει της προνομιακής μεταχείρισής της, θα ετίθετο αδικαιολόγητα σε ευμενέστερη θέση έναντι εκείνων που έχουν εκπαιδευθεί στο εξωτερικό με σχεδιασμό μεν του Δημοσίου, αλλά με δική τους δαπάνη, καθόσον, μολονότι και οι τελευταίοι αυτοί αποκτούν επιπλέον επαγγελματικά προσόντα με μέριμνα της υπηρεσίας τους, εντούτοις δεν επιβαρύνουν με πρόσθετες δαπάνες το Δημόσιο. Εκ τούτων παρέπεται ότι η θέσπιση της πρόσθετης αυτής υποχρέωσης τελεί σε εύλογη σχέση αναλογίας με τον επιδιωκόμενο σκοπό δημοσίου συμφέροντος, καθώς η ζημία που υφίσταται το Δημόσιο παό την διάψευση της προσδοκίας του να αποδώσει η συγκεκριμένη επένδυσή του για το χρονικό διάστημα που είχε προγραμματίσει, είναι ακόμα μεγαλύτερη, ενόψει ακριβώς της ως άνω πρόσθετης οικονομικής επιβάρυνσής του και κατά το μέτρο αυτής.

Συναφώς, η θέσπιση υποχρέωσης επιστροφής του συνόλου των εξόδων, στα οποία υποβλήθηκε το Δημόσιο για την εκπαίδευση του στρατιωτικού ιατρού στο εξωτερικό, παρίσταται, επίσης, δικαιολογημένη, καθώς το Δημόσιο δεν μπορεί πλέον να επωφεληθεί από τις αναβαθμισμένες υπηρεσίες του για το συνολικό, αντίστοιχα, χρονικό διάστημα που είχε προγραμματίσει. Εξάλλου, ο κατά τα ανωτέρω καθορισμός του ύψους της εν λόγω δαπάνης, στο μέτρο που καλύπτει στο σύνολό του το πραγματικό κόστος εκπαίδευσης του στρατιωτικού ιατρού στο εξωτερικό, χωρίς να καταλείπεται στη διοίκηση η δυνατότητα να λάβει υπόψη της το χρόνο της εκ της άνω αιτίας υποχρεωτικής παραμονής, που αυτός έχει τυχόν εκπληρώσει μετά την επάνοδό του στην υπηρεσία, και να μειώσει, αντίστοιχα, το ποσό του καταλογισμού, τελεί σε εύλογη σχέση αναλογίας με τον επιδιωκόμενο σκοπό δημοσίου συμφέροντος, διότι εν προκειμένω τηρείται μία δίκαιη ισορροπία μεταξύ της ως άνω ζημίας του Δημοσίου από την πρόωρη αποχώρηση του στρατιωτικού ιατρού και τη συνακόλουθη υποχρέωσή του για την πλήρη αποκατάστασή της αφενός και των προνομίων που αυτός αποκτά με την εκπαίδευσή του στην αλλοδαπή αφετέρου.


 Μη χάνετε την έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωσή σας. Ακολουθήστε μας τώρα στα Google News