Δικηγορικό Γραφείο
Η επίδειξη των γεννητικών οργάνων σε γραπτή ηλεκτρονική συνομιλία ως ποινικό αδίκημα

Οι νέες αλλαγές που επήλθαν (για ακόμη μια φορά) στον Ποινικό Κώδικα μετά την δημοσίευση του νόμου 5172/2025, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στις 29-1-2025, περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, και την ποινικοποίηση της λεγόμενης «κυβερνοπαρενόχλησης». Η προέλευση του συγκεκριμένου όρου εντοπίζεται στο άρθρο 7 περ. γ΄ της Οδηγίας 2024/1385 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ε.Ε., όπου ως μία εκ των τεσσάρων τυποποιούμενων μορφών αξιόποινης κυβερνοπαρενόχλησης ορίζεται «η μη ζητηθείσα αποστολή, μέσω ΤΠΕ (σ.σ. Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών), εικόνας, βίντεο ή άλλου παρόμοιου υλικού που απεικονίζει γεννητικά όργανα, όταν η εν λόγω συμπεριφορά ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρή ψυχολογική βλάβη στο πρόσωπο που λαμβάνει το υλικό αυτό».

Η συγκεκριμένη, λοιπόν, μορφή κυβερνο-παρενόχλησης ή κυβερνο-επιδειξιομανίας ως ορίζεται στην ανωτέρω Οδηγία (γνωστή διεθνώς και ως cyberflashing) που στοιχειοθετεί πλέον αυτοτελές ποινικό αδίκημα στη χώρα μας, με βάση τον ισχύοντα (από 29-1-2025) Ποινικό Κώδικα, θα αποτελέσει το αντικείμενο της παρούσας ανάλυσης, δεδομένου ότι τυγχάνει η πλέον διαδεδομένη στην εποχή μας. Πράγματι, η αποστολή ψηφιακής εικόνας που απεικονίζει τα γεννητικά όργανα του αποστολέα (συνηθέστερα αποστέλλεται από άνδρα και περιγράφεται, εν συντομία, με τον διεθνή όρο «dickpic») συνιστά, συχνότατα, μέρος της γραπτής ηλεκτρονικής επικοινωνίας μεταξύ δύο ατόμων που διατηρούν (η φιλοδοξούν να αποκτήσουν) ερωτική σχέση. Στο πλαίσιο αυτό μπορεί, πράγματι, να γίνει συναινετικώς και εν γνώσει της λήπτριας (ή του λήπτη) η εν λόγω κοινοποίηση, ως άλλωστε κατά κόρον συμβαίνει. Ωστόσο, είναι δεδομένο ότι η, κατά τα άνω, εκ των προτέρων γνώση και συναίνεση του αποδέκτη πολλές φορές ελλείπει.

Πέραν τούτου, η εν λόγω δημοφιλής πλέον πρακτική δεν περιορίζεται μόνον στις περιπτώσεις αυτές (γραπτή συνομιλία μεταξύ ατόμων που γνωρίζονται ή/και σχετίζονται μεταξύ τους ερωτικά), αλλά έχει επεκταθεί κατά τα τελευταία έτη και στην, παντελώς απρόκλητη, αποστολή ανάλογων ψηφιακών αποτυπώσεων από τυχαίους αποστολείς είτε σε, ομοίως τυχαία, άτομα που απλώς ανευρίσκουν στις διαδικτυακές εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης (facebook, instagram, snapchat κτλ.) και με τα οποία δεν γνωρίζονται καν, ούτε έχει προηγηθεί κάποια συνομιλία μεταξύ τους, είτε σε δημόσια πρόσωπα (δημοσιογράφους, ηθοποιούς, αθλητές κτλ.) συνήθως για λόγους γενετήσιας διέγερσής τους (αρκετές, δε, φορές για λόγους επίδειξης, από πλευράς αποστολέα, μιας σεξιστικής μορφής αποδοκιμασίας/απαξίωσής στο πρόσωπό τους ή για λόγους εκφοβισμού τους).

Τα φαινόμενα αυτά, λοιπόν, κλήθηκε να αντιμετωπίσει ad hoc η Ε.Ε., συνακόλουθα, δε, και ο Εθνικός Νομοθέτης, προκειμένου να προστατεύσει (από πλευράς ποινικού δικαίου) τα άτομα που δέχονται απρόκλητα και άνευ συναινέσεως τέτοιου είδους ψηφιακές φωτογραφίες ή βίντεο (ακόμη και απλά αρχεία ήχου). Τούτο, διότι μέχρι πρότινος (πριν δημοσιευτεί δηλ. ο ν. 5172/2025), η συγκεκριμένη συμπεριφορά δεν τυποποιούταν, ρητώς και αυτοτελώς, ως αξιόποινη πράξη, αν και θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι ενέπιπτε στην αντικειμενική υπόσταση της (ήδη από ετών ισχύουσας) παρ. 1 του άρθρου 337 ΠΚ που κάνει λόγο για βάναυση προσβολή της τιμής κάποιου μέσω της επίδειξης των γεννητικών οργάνων του δράστη.

Η συγκεκριμένη (προϋφιστάμενη) μορφή του αδικήματος, πάντως (η οποία εξακολουθεί να ισχύει, παραλλήλως και ταυτοχρόνως, με την νεοπαγή μορφή αξιόποινης κυβερνο-παρενόχλησης που τυποποιείται με τον νέο ΠΚ του 2025), διώκεται μόνον μετά από έγκληση του παθόντος και επισύρει ποινή φυλάκισης έως ενός έτους ή χρηματική ποινή, εκτός εάν στρέφεται κατά ανηλίκου ατόμου, περίπτωση κατά την οποία διώκεται αυτεπαγγέλτως. Ωστόσο, στην ευρύτερη αντικειμενική υπόσταση της εν λόγω πράξης (ισχύουσας από το 2019) εντάσσεται, κατά κύριο λόγο, η δια ζώσης τέλεση της χειρονομίας αυτής (λχ. επίδειξη γεννητικών οργάνων από έναν «επιδειξία» στο δρόμο ή σε σχολικό χώρο ή σε ένα μέσο μαζικής μεταφοράς κτλ.). Επισημαίνεται, επίσης, ότι ακόμη και υπό τον παλαιό ΠΚ (προ του 2019) τιμωρούταν η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας μέσω ασελγών χειρονομιών, ωστόσο τότε δεν υφίστατο στην διάταξη του άρθρου 337 καμία ρητή μνεία στην επίδειξη γεννητικών οργάνων.

Στα της νέας διάταξης, τώρα, επισημαίνεται καταρχάς ότι η ενσωμάτωση της ανωτέρω Οδηγίας της Ε.Ε. έχει λάβει χώρα με την προσθήκη της παρ. 5 στο άρθρο 337 ΠΚ (περί προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας), σύμφωνα με την οποία «όποιος κοινοποιεί ή αποστέλλει σε άλλον, χωρίς τη συναίνεσή του, με οποιονδήποτε τρόπο ή με τη χρήση της τεχνολογίας των πληροφοριών και επικοινωνιών, πραγματική ή σχεδιασμένη εικόνα ή οπτικό ή οπτικοακουστικό υλικό αποτυπωμένο σε ηλεκτρονικό ή άλλο υλικό φορέα, που απεικονίζει γεννητικά όργανα, κατά τρόπο που δύναται να προκαλέσει φόβο, ανησυχία ή σοβαρή ψυχολογική βλάβη στο πρόσωπο που λαμβάνει το υλικό αυτό, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη. Αν το αδίκημα του προηγούμενου εδαφίου διαπράχθηκε κατά ανηλίκου ή προσώπου που φέρει την ιδιότητα δημόσιου εκπροσώπου, δημοσιογράφου ή υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή ο δράστης τελεί σε ιεραρχική σχέση ή σχέση εξάρτησης με το θύμα, συντρέχει ιδιαίτερα επιβαρυντική περίσταση».

Διαπιστώνουμε, εκ πρώτης αναγνώσεως, ότι η συγκεκριμένη διάταξη αφορά αποκλειστικώς στην κοινοποίηση ή αποστολή εικόνας ή βίντεο με απεικόνιση γεννητικών οργάνων. Δεν σχετίζεται, συνεπώς, με την δια ζώσης επίδειξη γεννητικών οργάνων που προείπαμε (αδίκημα που ήδη, από ετών, τυποποιείται στην παρ. 1 του άρθρου 337 ΠΚ). Συνιστά, κατά την έννοια αυτή, «ιδιώνυμη» μορφή του αδικήματος που προβλέπει η παρ. 1 του ως άνω άρθρου, δεδομένου ότι αφορά σε συγκεκριμένη, και αυστηρώς οριοθετημένη, μορφή τέλεσης της ίδιας, κατ’ ουσίαν, πράξης (προσβολή της τιμής και της γενετήσιας αξιοπρέπειας του άλλου δια της επίδειξης γεννητικών οργάνων του δράστη) και με επαυξημένα όρια επαπειλούμενης ποινής (φυλάκιση έως τριών ετών). Από την άλλη, το πρόσφορο, λόγω διαδικτύου, περιβάλλον ασυδοσίας που παρέχεται στους χρήστες-επιδειξίες (αφού μπορούν να προβαίνουν στην εν λόγω πράξη ανενόχλητοι από οπουδήποτε, λχ. από την οικία ή το γραφείο τους κλπ., με όποια συχνότητα εκείνοι το επιθυμούν, και συχνά υπό την, μερική και προσωρινή έστω, ασφάλεια της ανωνυμίας) στην πραγματικότητα γέννησε μια σχεδόν εξ ολοκλήρου νέα, ξεχωριστή, μορφή του εν λόγω αδικήματος, γεγονός που ήγειρε άλλωστε την ανάγκη αυτοτελούς τυποποίησής της στον ΠΚ.

Άλλωστε, από την αιτιολογική έκθεση της επίμαχης Οδηγίας, όσο και του ν. 5172/2025 που την ενσωμάτωσε, προκύπτει ότι πράγματι οι λόγοι που οδήγησαν στην ρητή πρόβλεψη της ανωτέρω αξιόποινης πράξης (ως και των λοιπών αξιόποινων μορφών κυβερνο-βίας και κυβερνο-παρενόχλησης που τυποποιούνται με την εν λόγω Οδηγία) συνίστανται στο ότι «η χρήση Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών ενέχει τον κίνδυνο εύκολης, ταχείας και ευρείας έντασης ορισμένων μορφών κυβερνοβίας, και τον ξεκάθαρο κίνδυνο να προκαλείται ή να εντείνεται η σοβαρή και μακροχρόνια βλάβη του θύματος» (Σκέψη 18 Οδηγίας), ενώ κρίθηκε, ακόμη, ότι οι ελάχιστοι κανόνες σχετικά με το αδίκημα της κυβερνοπαρενόχλησης θα πρέπει να περιλαμβάνουν και την μη ζητηθείσα αποστολή εικόνας, βίντεο ή άλλου παρόμοιου υλικού που απεικονίζει γεννητικά όργανα, καθότι η κυβερνο-επιδειξιομανία συνιστά μια κοινή μορφή εκφοβισμού και φίμωσης των γυναικών. (Σκέψη 24 Οδηγίας)

Μάλιστα, με την επίμαχη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 337 ΠΚ αν η εν λόγω πράξη διαπράχθηκε κατά ανηλίκου ή προσώπου που φέρει την ιδιότητα δημόσιου εκπροσώπου, δημοσιογράφου ή υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή ο δράστης τελεί σε ιεραρχική σχέση ή σχέση εξάρτησης με το θύμα, τούτο συνιστά ιδιαίτερα επιβαρυντική περίπτωση και, ως εκ τούτου, επιδεινώνει δραστικά την ποινική μεταχείριση του δράστη (έλκοντας την επαπειλούμενη ποινή στα ανώτατα όρια αυτής). Είναι προφανής, εδώ, η στόχευση περί προστασίας όχι μόνο της ανηλικότητας αλλά και της δημόσιας έκφρασης.

Επιχειρώντας μια πρώτη θεωρητική αποτίμηση της νέας αυτής ποινικής διάταξης, οφείλουμε καταρχάς να επισημάνουμε ότι κάθε μορφή διαδικτυακής παρενόχλησης πρέπει ομολογουμένως να τίθεται υπό ένα οριοθετημένο και στέρεο πλαίσιο προστασίας. Ως εκ τούτου, ο ποινικός κολασμός της μη ζητηθείσας επίδειξης γεννητικών οργάνων δια της κοινοποίησης σχετικής εικόνας ή βίντεο μέσω κάποιας εφαρμογής κοινωνικής δικτύωσης, μοιάζει εκ πρώτης αναγνώσεως με βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Θα πρέπει, εδώ, να γίνει βέβαια αντιληπτό ότι είναι τελείως διαφορετικό το να κοινοποιείται μία τέτοια φωτογραφία στα πλαίσια μιας ιδιωτικής συνομιλίας και υπό την συναίνεση/επιθυμία της λήπτριας (ή του λήπτη) από το να κοινοποιείται τούτη απρόκλητα σε κάποια/ον άγνωστη/ο. Τούτο, από την άλλη, θα πρέπει να αποτελέσει και οδηγό στην εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης από την Ποινική Δικαιοσύνη, υπό την έννοια ότι πρέπει να εξετάζονται λεπτομερώς οι ακριβείς συνθήκες υπό τις οποίες αποστέλλεται μια τέτοια ψηφιακή απεικόνιση (για την οποία υποβάλλεται σχετική καταγγελία), προς αποφυγή του κινδύνου αθρόας ποινικοποίησης της συγκεκριμένης ενέργειας, οσάκις δεν υφίσταται κακόβουλο κίνητρο από πλευράς αποστολέα.

Οι όποιες, λοιπόν, σχετικές νομοτεχνικές ενστάσεις σχετικά με την νέα αυτή διάταξη θα μπορούσαν να επικεντρωθούν στην ερμηνεία της διατύπωσής της και των στοιχείων που αξιώνονται προς πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος. Ως προς την φράση «χωρίς τη συναίνεσή του», είναι μάλλον σαφές το γιατί τούτο απαιτείται για την στοιχειοθέτηση της αξιόποινης πράξης και αυτονοήτως ετέθη ab initio στην περιγραφή του αδικήματος.

Από την άλλη, ωστόσο, πιο δυσερμήνευτο μοιάζει το έτερο στοιχείο στην περιγραφή της πράξης και συγκεκριμένα το χωρίο που απαιτεί να λαμβάνει χώρα αυτή «κατά τρόπο που δύναται να προκαλέσει φόβο, ανησυχία ή σοβαρή ψυχολογική βλάβη στο πρόσωπο που λαμβάνει το υλικό αυτό». Και αν τούτο μοιάζει ευκόλως πιστοποιήσιμο στην περίπτωση λ.χ. που λαμβάνει απρόκλητα μια εικόνα με γεννητικά όργανα ένα δημόσιο (ή μη) πρόσωπο από έναν παντελώς άγνωστο (σε εκείνη/ον) αποστολέα, αντιθέτως τυγχάνει πολύ πιο ρευστό όταν η ίδια εικόνα κοινοποιείται στο πλαίσιο μιας ιδιωτικής και συναινετικής συνομιλίας μεταξύ ατόμων που γνωρίζονται, ιδίως όταν αυτή έχει ερωτικό χαρακτήρα. Αφού και πάλι, ακόμη και εντός της συγκεκριμένης συνθήκης, δεν αποκλείεται η ενέργεια αυτή να προκαλέσει φόβο ή ανησυχία στην/στον αποδέκτη της εικόνας ή του βίντεο, γεγονός όμως που δυσχερώς μπορεί να προκύψει με βεβαιότητα. Αντιστοίχως, ο εκάστοτε αποστολέας θα μπορεί να αντιτάξει (άλλοτε επιτυχώς και άλλοτε ανεπιτυχώς) ότι στην περίπτωση αυτή θεωρούσε ότι έχει, έστω και σιωπηρώς, την συναίνεση της λήπτριας.

Προς αποσαφήνιση των παραπάνω ρευστών όρων (που θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι συνιστούν, στο χώρο του δικαίου, αόριστες νομικές έννοιες), η Οδηγία αναφέρει ότι «κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον η συμπεριφορά ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρή βλάβη, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές περιστάσεις της υπόθεσης, με την επιφύλαξη της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης. Η πιθανότητα πρόκλησης σοβαρής βλάβης μπορεί να συναχθεί από αντικειμενικές πραγματικές περιστάσεις. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει ένα ελάχιστο νομικό πλαίσιο εν προκειμένω και τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να θεσπίζουν ή να διατηρούν αυστηρότερους ποινικούς κανόνες» (Σκέψη 18 Οδηγίας).

Με λίγα λόγια, προβλέπει ότι η κάθε περίπτωση πρέπει να κρίνεται ξεχωριστά, ad hoc, κατά την κρίση και ευχέρεια του εκάστοτε επιλαμβανόμενου Ποινικού Δικαστηρίου, ανάλογα με τα δεδομένα εκάστης σχετικής καταγγελίας. Εντούτοις, προφανώς για λόγους ασφάλειας δικαίου, επιχείρησε να θέσει, δυνητικώς, την προϋπόθεση αντικειμενικής επαλήθευσης (ήτοι, προφανώς, κάποιας ιατρικής πιστοποίησης) για την παραδοχή από πλευράς Εθνικών Δικαστηρίων ότι προκλήθηκε, πράγματι, ανά περίπτωση η επικαλούμενη σοβαρή ψυχολογική βλάβη, συνεπεία της εν λόγω πράξης. Κάτι που, ωστόσο, δεν προκύπτει να αποτυπώνεται στην διατύπωση της εθνικής ποινικής διάταξης (παρ. 5 άρθρου 337 ΠΚ), αφού καμία πρόβλεψη περί τούτου δεν διαλαμβάνει. Τούτο, πάντως, κάλλιστα μπορεί να ενταχθεί στην ελευθερία του κάθε κράτους-μέλους «να θεσπίζει ή να διατηρεί αυστηρότερους ποινικούς κανόνες», ως χαρακτηριστικά μνημονεύεται στην ανωτέρω σκέψη της Οδηγίας.

Στον αυστηρότερο χαρακτήρα της εγχώριας ποινικής διάταξης παραπέμπει, τέλος, και το γεγονός ότι ο φόβος και η ανησυχία (που προβλέπονται στο επίμαχο άρθρο 337 παρ. 5 ΠΚ, ως ηπιότερα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης του παρόντος αδικήματος) δεν προβλέπονται στο αντίστοιχο κείμενο της Οδηγίας (που απαιτεί υποχρεωτικά το ενδεχόμενο πρόκλησης σοβαρής ψυχολογικής βλάβης, και όχι απλού φόβου ή ανησυχίας, εκ της αποστολής εικόνας ή βίντεο με απεικόνιση γεννητικών οργάνων).

*Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδια/ιο δικηγόρο του συγκεκριμένου τμήματος του γραφείου μας που εξειδικεύεται στον ειδικό τομέα δικαίου, αφού προηγουμένως λάβει υπόψη του/της το σύνολο των δεδομένων που θα εκτεθούν και θα μελετηθούν για την υπόθεσή σας.


 Μη χάνετε την έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωσή σας. Ακολουθήστε μας τώρα στα Google News