Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν. 1703/1987, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 5 του Ν. 2235/1994: «1. Η μίσθωση ακινήτου για κατοικία ισχύει τουλάχιστον για τρία (3) έτη, κι αν ακόμη έχει συμφωνηθεί για βραχύτερο χρονικό διάστημα ή για αόριστο χρόνο. Η διάταξη αυτή ισχύει και μετά την 1.7.1997. Σύντμηση της τριετίας επιτρέπεται με νεότερη συμφωνία απέχουσα από την έναρξη της μισθωτικής σύμβασης τουλάχιστον έξι (6) μήνες μετά την κατάρτισή της και αποδεικνυόμενη με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Αν ο συμβατικός χρόνος έχει καθορισθεί μικρότερος της τριετίας και δεν υπάρχει συμφωνία αναπροσαρμογής του μισθώματος για τον υπόλοιπο χρόνο, το καταβαλλόμενο μίσθωμα αυξάνεται με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 1 παρ. 3 του παρόντος νόμου, ως και την 1.1.1997. Μετά την ημερομηνία αυτή, το καταβαλλόμενο μίσθωμα αυξάνεται ετησίως κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του τιμάριθμου του κόστους ζωής, όπως αυτό έχει καθορισθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος για τους αμέσως προηγούμενους δώδεκα (12) μήνες».
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η νόμιμη διάρκεια της μίσθωσης είναι τριετής. Ωστόσο, στην πράξη, συχνά παρατηρείται να συμφωνείται μικρότερη διάρκεια από την ανωτέρω. Στις περιπτώσεις αυτές και μέχρι τη συμπλήρωση της τριετίας, ο εκμισθωτής μπορεί να αυξήσει το καταβαλλόμενο μίσθωμα σύμφωνα με τον εκάστοτε δείκτη τιμών του καταναλωτή, όπως έχει καθοριστεί από την Τράπεζα της Ελλάδος για τους αμέσως προηγούμενους δώδεκα (12) μήνες. Ως εκ τούτου, μόνο μετά το πέρας της τριετίας, μπορεί να καθορίσει ελεύθερα το τίμημα της μίσθωσης.
*Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδια/ιο δικηγόρο του συγκεκριμένου τμήματος του γραφείου μας που εξειδικεύεται στον ειδικό τομέα δικαίου, αφού προηγουμένως λάβει υπόψη του/της το σύνολο των δεδομένων που θα εκτεθούν και θα μελετηθούν για την υπόθεσή σας