Σύμφωνα με το άρθρο 623 ΚΠολΔ, μπορεί, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 του Κώδικα, να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής χρεογράφων, εφόσον η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύονται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο. Η απαίτηση, που μπορεί να αποδεικνύεται και από συνδυασμό περισσότερων τέτοιων εγγράφων, πρέπει, κατά το άρθρο 624§1 του ίδιου Κώδικα, να μην εξαρτάται από αίρεση, προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή και να είναι ορισμένο το οφειλόμενο ποσό χρημάτων ή χρεογράφων, (βλ ΑΠ 1349/2013 σε ΤΝΠ). Κατά το άρθρο 626§2 ΚΠολΔ, το δικόγραφο της αιτήσεως για έκδοση διαταγής πληρωμής πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων, την απαίτηση και το ακριβές ποσό των χρημάτων ή των χρεογράφων, κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου, στην αίτηση πρέπει να επισυνάπτονται και όλα τα έγγραφα, από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό της. Από τις διατάξεις αυτές, που δεν περιλαμβάνουν παραπομπή στο άρθρο 216§ 1 περ. α ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 623 του ίδιου κώδικα, προκύπτει ότι στο δικόγραφο της αιτήσεως για την έκδοση διαταγής πληρωμής, για τον προσδιορισμό της χρηματικής απαιτήσεως, για την οποία ζητείται η έκδοσή της, δεν απαιτείται να παρατίθεται το σύνολο των γενεσιουργών της απαιτήσεως περιστατικών, αλλά αρκεί η παράθεση πραγματικών περιστατικών που εξατομικεύουν την απαίτηση από πλευράς αντικειμένου, είδους και τρόπου γενέσεώς της και που δικαιολογούν συμπέρασμα αντίστοιχης συγκεκριμένης οφειλής εκείνου, κατά του οποίου απευθύνεται η αίτηση, έναντι του αιτούντος και, περαιτέρω, απαιτείται να επισυνάπτονται στην αίτηση τα έγγραφα εκείνα, από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό της, (βλ. ΑΠ 1369/2022, ΑΠ 1268/2022, ΑΠ 1071/2017 σε ΤΝΠ του Αρείου Πάγου).
Επειδή η διαταγή πληρωμής δεν είναι δικαστική απόφαση, δεν έχει ανάγκη από πλήρεις αιτιολογίες, αλλά αρκεί να αναφέρει την αιτία της πληρωμής, δηλαδή το είδος της δικαιοπραξίας, από την οποία γεννήθηκε η απαίτηση, έστω και συνοπτικά, εφόσον δεν δημιουργείται καμία αμφιβολία ως προς την αιτία της πληρωμής και δεν είναι αναγκαίο να περιγράφονται τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αιτία αυτή, αρκεί η απαίτηση να εξατομικεύεται και να μη δημιουργείται αμφιβολία για την ταυτότητά της. Απαιτείται ακόμη να αναφέρεται το καταβλητέο ποσό χρημάτων, προκειμένου η απαίτηση να είναι εκκαθαρισμένη κατά την έννοια του άρθρου 916 ΚΠολΔ και να μπορεί έτσι η διαταγή πληρωμής να λειτουργήσει πράγματι ως εκτελεστός τίτλος, είναι δε εκκαθαρισμένη η απαίτηση του τίτλου, εάν μπορεί να καθορισθεί κατά ποσό με απλό αριθμητικό υπολογισμό ή σύμφωνα με τα περιλαμβανόμενα στον τίτλο στοιχεία, όπως όταν υπάρχει καταδίκη σε τόκους ορισμένου κεφαλαίου, των οποίων η έναρξη και το ποσοστό ορίζεται από τον τίτλο ή από το, νόμο, (ΑΠ 368/2019 σε ΤΝΠ του Αρείου Πάγου, ΑΠ 1349/2013 ό.π., ΑΠ 330/2012 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ενσωμάτωση στην επιδικασθείσα με τη διαταγή πληρωμής απαίτηση κονδυλίων που δεν στηρίζονται στον νόμο, δεν θίγει την απόδειξη της απαιτήσεως με έγγραφα, ούτε αυτή καθίσταται ανεκκαθάριστη, αλλά συνεπάγεται ακυρότητα του αντιστοίχου ποσού της προσβαλλομένης διαταγής πληρωμής, (βλ ΑΠ 1133/2022 σε ΤΝΠ του Αρείου Πάγου).
Εξάλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 106 και 626 παρ 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι ο αϊτών την έκδοση διαταγής πληρωμής μπορεί να περιορίσει το ποσό, για το οποίο ζητεί την έκδοση, σε μέρος μόνο της απαιτήσεώς του ή των τόκων, έστω και εάν τα προσκομιζόμενα έγγραφα αποδεικνύουν το σύνολο της απαιτήσεώς, ο περιορισμός δε του αιτήματος σε μέρος του κεφαλαίου ή της παρεπόμενης απαιτήσεώς των τόκων αποτελεί άσκηση δικονομικής ευχέρειας του δανειστή και δεν απαιτείται να αιτιολογείται, (βλ ΑΠ 206/2023, ΑΠ 1512/2006 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 112/2023 στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιώς, ΕφΠειρ 256/2014 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ωστόσο, με τον ανωτέρω περιορισμό δεν πρέπει να προκαλείται αοριστία ως προς το υπόλοιπο τμήμα της απαιτήσεώς, για το οποίο ζητείται η έκδοση εκτελεστού τίτλου. Ειδικότερα, όταν η απαίτηση συντίθεται από περισσότερα κονδύλια, όπως κεφάλαιο, τόκους συμβατικούς, τόκους υπερημερίας, έξοδα, εισφορά Ν. 128/1975 κ.λπ., ο περιορισμός του ποσού, για το οποίο ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής, επιχειρείται παραδεκτώς, μόνον εφόσον διευκρινίζεται από τον αιτούντα σε ποια επιμέρους κονδύλια αφορά ή όταν η απαίτηση περιορίζεται αναλόγως κατά ποσοστό του συνόλου της και επέρχεται, κατά τον τρόπο αυτό, αντίστοιχη μείωση όλων των κονδυλίων, διότι διαφορετικά δεν μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί η απαίτηση, για την οποία έχει ζητηθεί η έκδοση εκτελεστού τίτλου, (βλ. σχετ. ΟλΑΠ 30/2007 δημοσιευμένη στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 652/2023, ΑΠ 31/2021, ΑΠ 965/2021 δημοσιευμένες στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου και ΕφΘεσ 123/2024 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ανωτέρω διευκρίνιση ως προς τον περιορισμό του ποσού είναι αναγκαία, διότι ο καθ' ου η διαταγή πληρωμής, αμυνόμενος κατά του κύρους της, με άσκηση ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ, φέρει το δικονομικό βάρος να μην αμφισβητήσει γενικώς την απαίτηση ως προς το ύψος της, αλλά να προσδιορίσει συγκεκριμένα τα κατ' ιδίαν κονδύλια που προσβάλλει, εφόσον η ευδοκίμηση κάποιου λόγου ανακοπής θα επιφέρει ακυρότητα της διαταγής πληρωμής κατά το αντίστοιχο μέρος, κατά το οποίο θα μειωθεί η οφειλή. Η προσβολή όμως με λόγο ανακοπής συγκεκριμένων κονδυλίων της απαιτήσεώς, που απαρτίζεται από κεφάλαιο, τόκους, έξοδα κλπ., δεν είναι δυνατή εάν δεν προκύπτει σαφώς, από το περιεχόμενο της διαταγής πληρωμής, ποια είναι τα επιμέρους ειδικότερα κονδύλια που απαρτίζουν την απαίτηση, μετά τον περιορισμό της από τον δανειστή. Επιπρόσθετα, εάν δεν υπάρχει εξειδίκευση ως προς τα κονδύλια που απαρτίζουν την απαίτηση, όπως περιορίστηκε, δεν μπορεί να κριθεί από το Δικαστήριο εάν οι προβαλλόμενοι λόγοι ανακοπής είναι λυσιτελείς, (δηλαδή προσβάλλουν κονδύλια που περιλαμβάνονται στην απαίτηση), ώστε να κριθεί περαιτέρω εάν οι λόγοι αυτοί είναι νόμιμοι και βάσιμοι κατ’ ουσίαν. Εξάλλου, σε περίπτωση ευδοκιμήσεως κατ’ ουσίαν κάποιου λόγου ανακοπής, που πλήττει συγκεκριμένο κονδύλιο της συνολικής οφειλής ως προς τη νομιμότητα ή το ύψος του, (π.χ. τόκοι ή έξοδα), δεν μπορεί το Δικαστήριο να ακυρώσει αντίστοιχα τη διαταγή πληρωμής, διότι δεν μπορεί να προβεί σε αφαίρεση ολοκλήρου του κονδυλίου από την απαίτηση, όπως αυτή περιορίστηκε, εφόσον δεν είναι σαφές εάν περιλαμβάνεται σε αυτήν (και σε ποια έκταση) το πληττόμενο κονδύλιο, ούτε μπορεί να προβεί αυθαιρέτως σε αναλογική μείωση κατά κλάσμα ή εκατοστιαίο ποσοστό του ποσού της επιδικασθείσας απαιτήσεως, εάν ο αϊτών δεν έχει διευκρινίσει ότι περιορίζει τη συνολική απαίτησή του σε συγκεκριμένο ποσοστό του συνόλου της. Η ίδια δυσχέρεια προκύπτει, όταν στη συνολική οφειλή περιλαμβάνονται τόκοι και ο ανακόπτων ισχυρίζεται, με τρόπο συγκεκριμένο, ότι επήλθε παραγραφή μέρους αυτών, διότι πρέπει να είναι σαφές εάν στην περιορισμένη απαίτηση περιλαμβάνονται οι τόκοι και, λόγω της περιοδικότητάς τους, η χρονική περίοδος που αυτοί γεννήθηκαν.
*Επισημαίνεται ότι το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες νομικές υπηρεσίες. Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά νομική συμβουλή. Μία τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατόν να παρασχεθεί μόνο από αρμόδια/ιο δικηγόρο του συγκεκριμένου τμήματος του γραφείου μας που εξειδικεύεται στον ειδικό τομέα δικαίου, αφού προηγουμένως λάβει υπόψη του/της το σύνολο των δεδομένων που θα εκτεθούν και θα μελετηθούν για την υπόθεσή σας.

