Σήμερα πλέον έχει συζητηθεί ο μεγαλύτερος όγκος αιτήσεων υπερχρεωμένων νοικοκυριών (Ν.3869/2010) και εκκρεμεί η συζήτηση εφέσεων επί των απορριπτικών αποφάσεων των Ειρηνοδικείων. Ήδη το μεγαλύτερο μέρος των απαιτήσεων των Τραπεζών έχουν μεταβιβασθεί σε funds τα οποία προχωρούν σε αναγκαστική εκτέλεση των περιουσιακών στοιχείων των οφειλετών χωρίς καμία διάκριση. Σε αυτό το στάδιο είναι δυνατή η αναστολή της εκτέλεσης με την υποβολή σχετικής αιτήσεως στο Δικαστήριο έως την έκδοση απόφασης επί της εφέσεως.
Με την τροποποίηση του άρθρου 6 και την ένταξη της παραγράφου 5 στο Ν.3869/2010 έγινε αντιληπτή η ανάγκη για προστασία του οφειλέτη και μετά την έκδοση οριστικής απόφασης και προβλέφθηκε ότι αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να ζητηθεί και μετά την έκδοση οριστικής απόφασης, εφόσον έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα έφεση από τον οφειλέτη.
Σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 6 Ν.3869/2010 όπως αυτή προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 14 Ν.4161/2013, ΦΕΚ Α’ 143/14.06.2013 «Αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να ζητηθεί και μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης, εφόσον έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα έφεση από τον οφειλέτη. Η αναστολή χορηγείται εάν πιθανολογείται ότι από την εκτέλεση θα προκληθεί ουσιώδης βλάβη στα συμφέροντα του αιτούντος και ότι θα ευδοκιμήσει η αίτηση. Η χορήγηση της αναστολής επάγεται αυτοδικαίως την απαγόρευση διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη».
Οι προϋποθέσεις του άρθρου 6 παρ. 5 Ν.3869/2010 ομοιάζουν σε αυτά που επιβάλλουν τα άρθρα 682 επ. και αφορούν α) στην εκκρεμοδικία, η οποία υπάρχει από την άσκηση έφεσης κατά της αίτησης, β) στην έναρξη της εκτελεστικής διαδικασίας (προϋπόθεση που ρητώς αναφέρεται μετά την τροποποίηση εκ του Ν.4336/2015), δεδομένου ότι το άρθρο 6 Ν.3869/2010 αφορά στην αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας και συνεπώς προϋποθέτει την έναρξη της αναγκαστικής εκτέλεσης, όπως αυτή ρυθμίζεται από τα άρθρα 924 επ. ΚΠολΔ. Η έναρξη της εκτελεστικής διαδικασίας καθιστά υποχρεωτική την ύπαρξη εκτελεστού τίτλου, την έκδοση απογράφου και την επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση (Ειρ.Αθ. 13/2011, ΝΟΜΟΣ, Ειρ.Θες. 1540/2012, Ειρ.Θες.1696/2012, Ειρ.Θες 1834/2012, ΕιρΧαλαν 1/2011, ΕφΑΔ 2011, 764, Ειρ Νέας Ιωνίας 2/2011, ΕιρΑθ 60/2011, Ειρ. Ηρακλ 414/2011), ενώ το επικείμενο της αναγκαστικής εκτέλεσης δεν αρκεί (Ειρ Θες 6421/2011, γ) στη μη έκδοση αναστολής εκ του άρθρου 937 παρ. ΚπολΔ που να παρέχει προστασία, δ) στην πιθανολόγηση ευδοκίμηση της έφεσης κατά της απόφασης επί της αίτησης περί ρύθμιση των οφειλών, προϋπόθεση που ρητώς προβλέπεται μετά την τροποποίηση εκ του Ν.4336/2015.
Ενόσω χορηγήθηκε αναστολή και για όσο διάστημα αυτή ισχύει, υπάρχει εκ του νόμου απαγόρευση διαθέσεως των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Ως προς το Δικαστήριο δε που είναι αρμόδιο να δικάσει την άνω αναστολή, ο νόμος δεν προβλέπει ειδική ρύθμιση, γι αυτό θα πρέπει να τύχει αναλογικής εφαρμογής η διάταξη του 763 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει σήμερα, που ορίζει ότι το Δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση , όπως και το Δικαστήριο που δικάζει την έφεση ή ο Πρόεδρός του είναι αρμόδια να αποφασίσουν για την τύχη της άνω αιτήσεως αναστολής της εκτελεστικής διαδικασίας που έχει ξεκινήσει εις βάρος του οφειλέτη ( ΜΠρΑθ 1942/2020 ΤΝΠ ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΜΠρΗρ 1261/2019 ΝΟΜΟΣ).
Η πρόσφατη νομολογία των ελληνικών Δικαστηρίων δέχεται την αίτηση αναστολής του άρθρου 6 παρ. 5 του Ν.3869/2010, υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις, και συγκεκριμένα οι εξής αποφάσεις: απόφαση Ειρηνοδικείου Ιλίου υπ’ αριθμόν 6/2022, απόφαση Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης υπ’ αριθμόν 8325/2022, απόφαση Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών υπ’ αριθμόν 3339/2022, απόφαση Ειρηνοδικείου Αθηνών υπ’ αριθμόν 12/2023 και απόφαση Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών υπ’ αριθμόν 43/2023.