Ευχαριστώ την Αλεξάνδρα Βαρλά του περιοδικού #LawyerMagazinegr για τις στοχευμένες ερωτήσεις που οδήγησαν με χειρουργική ακρίβεια σε μία τολμηρή συνέντευξη για τη νομική επιστήμη, τη δικαιοσύνη, τη θέση των γυναικών δικηγόρων και τη δικηγορία εν γένει.
Συνέντευξη:
A.B. : Ποια είναι η διάρθρωση και οργάνωση του γραφείου σας, προκειμένου να υποστηρίξει τους τομείς εξειδίκευσης και το εύρος των υπηρεσιών σας;
Η δικηγορική εταιρεία μας έλκει την καταγωγή της από το δικηγορικό γραφείο που ίδρυσα το 1986 και για 40 χρόνια έχει μια ενεργή, δυναμική και ξεχωριστή παρουσία στον τομέα της δικαστικής πρακτικής και της συμβουλευτικής δικηγορίας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
Μέσω σταθερής ανάπτυξης με την πάροδο του χρόνου και με μια εξαιρετική νομική ομάδα κορυφαίου ακαδημαϊκού επιπέδου, προσφέρουμε αξία και άμεσα αποτελέσματα, αναπτύσσοντας πρωτότυπη και εφευρετική στρατηγική για την κάλυψη των αναγκών των εντολέων μας. Διαθέτουμε εξειδίκευση και εξαιρετική φήμη σε ένα ευρύ φάσμα εξειδικευμένων τομέων.
Πιστεύω ακράδαντα ότι η φιλοσοφία του γραφείου μας και η συνεχής ώθηση στους συνεργάτες μας να καινοτομούν με «επαναστατικές» προσεγγίσεις, να καλωσορίζουν τις αλλαγές, τις ανατροπές ακόμα, τη γρήγορη και πρόωρη υιοθέτηση των τεχνολογικών εξελίξεων και καινοτομιών είναι ένα στοιχείο που μας ξεχωρίζει και μας δικαιώνει τελικώς.
A.B. : Πώς έχει εξελιχθεί ο ρόλος του δικηγόρου από το ξεκίνημα της πορείας σας μέχρι και σήμερα;
Εξακολουθεί να με κινητροδοτεί η ρήση του αείμνηστου Ευάγγελου Κρουσταλλάκη, Τ. Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου (ναι κάποτε είχαμε αυτού του ύψους και ήθους αρεοπαγίτες).
«Ο ιδανικός δικηγόρος πρέπει να συγκροτείται από επαναστάτες κατά διαλείμματα και οφείλουν να μετατρέπονται σε επαναστάτες κατ' επάγγελμα, κάθε φορά που διαπιστώνουν τη φαλκίδευση των αρχών του κράτους δικαίου ή την παραβίαση των ατομικών ελευθεριών και των κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών, κάθε φορά που βλέπουν την απονομή της Δικαιοσύνης να χωλαίνει και την εφαρμογή των κανόνων του ουσιαστικού δικαίου να μην ανταποκρίνεται στις κοινωνικές ανάγκες."
Η δικαστική εξουσία δεν είναι αποκλειστικότητα των δικαστικών λειτουργών. Οι δικηγόροι έχουν διπλό ρόλο. Είναι θεσμικά συλλειτουργοί της δικαιοσύνης και ταυτόχρονα επιτελούν κοινωνικό ρόλο ως υπερασπιστές των δικαιωμάτων των πολιτών.
Νομικοί, όμως, που έχουν κόψει τους δεσμούς τους με τη φιλοσοφία του δικαίου και την κοινωνιολογία ούτε την επιστήμη τους μπορούν να υπηρετήσουν ούτε την επιστημονική τους σκέψη να εξελίξουν.
Κι ερχόμαστε αβίαστα στη ρίζα του προβλήματος και για δικαστές και για δικηγόρους. Οι ακαδημαϊκές νομικές σπουδές στην Ελλάδα είναι αρτηριοσκληρωτικές, με κυρίαρχες τάσεις περαιτέρω συντηρητικοποίησης τα τελευταία χρόνια και περιθωριοποίησης ή και αποκλεισμού ετερόδοξων προσεγγίσεων και απόψεων.
Η ακαδημαϊκή διδασκαλία κι έρευνα, όμως, πρέπει γρήγορα να ανακάμψει από την αδράνεια και να ανοιχτεί στην πρωτοπορία, στην ανατροπή των κατεστημένων νοοτροπιών και στην εξέλιξη της νομικής σκέψης, όπως γίνεται σε όλες τις μεγάλες νομικές σχολές διεθνώς.
Ας αναρωτηθούμε τι νομικούς επιστήμονες κι ερευνητές θέλουμε και πού θα επενδύσουμε το μέλλον μας.
Γιατί η πραγματική νομική διανόηση συνδιαλέγεται με την κοινωνία, ξυπνά μαζί της και ξενυχτά με τους φόβους και τις ανησυχίες της
Γι αυτό και χρειάζονται διεπιστημονικές νομοπαρασκευαστικές επιτροπές με μεγαλύτερη συμμετοχή γυναικών νομικών. Φαινόμενο των καιρών είναι ότι αυτές έχουν εξαφανιστεί τα τελευταία χρόνια και οι απίστευτες πολλές τροποποιήσεις των κωδίκων προετοιμάζονται από το υπουργείο δικαιοσύνης, χωρίς καν τη συμμετοχή των δικηγορικών συλλόγων.
Δεν είναι ποτέ νωρίς ούτε και αργά για τις σωστές νομοθετικές δράσεις και αλλαγές, αντίθετα για να παραφράσω τον Χέγκελ εάν η νομική επιστήμη έρχεται απλώς να χρωματίζει το γκρίζο πάνω στο γκρίζο, να αφήνει το γκρίζο χρώμα των κανόνων της πάνω σε ένα έτσι και αλλιώς κοινωνικό γκρίζο φόντο, τότε οι μορφές ζωής έχουν γεράσει.
A.B. : Πώς αξιολογείτε την κατάσταση στη Δικαιοσύνη γενικώς τα τελευταία χρόνια;
Θα σας απαντήσω ειλικρινά για τον ελέφαντα στο δωμάτιο που κάνουμε ότι δεν τον βλέπουμε και θα πω ό,τι καταγράφεται και στον χώρο μας, αλλά, κυρίως, στην κοινωνία, γιατί ανέκαθεν δεν μετρούσα τα λόγια μου για θέματα πολύ σημαντικά για τον λαό μας.
Δεν είναι η ώρα να μιλάμε με μισόλογα, ψευδείς εκλεπτύνσεις, ούτε να χαϊδεύουμε αυτάκια ούτε να ακκιζόμαστε και να κρατάμε επωφελείς συμμαχίες, όταν αυτήν την στιγμή που μιλάμε η εμπιστοσύνη στο κοινωνικό κεφάλαιο και δη στη δικαιοσύνη είναι στα τάρταρα. Ο Λασάλ έλεγε ότι η πιο επαναστατική πράξη είναι και θα παραμείνει “να λες πάντα δυνατά αυτό που συμβαίνει”.
Είναι θλιβερή η κατάπτωση της ποιότητας του δικαιοδοτικού έργου.
Στο τέλος της ημέρας, η Δικαιοσύνη παραμένει ο θεμέλος λίθος μιας κοινωνίας. Και αν πάψει να υπάρχει, ως εννιαίο ερμηνευτικό σύστημα, καθένας θα διεκδικεί το δικό του δίκαιο με τον δικό του τρόπο, πράγμα καταστροφικό και διαλυτικό κάθε έννομης τάξης.
Στόχος, συνεπώς, δεν μπορεί να είναι η απαξίωση της Δικαιοσύνης, αλλά το διαρκές αίτημα για κατά το δυνατόν πιο ανεξάρτητη και αμερόληπτη άσκησή της.
Η Δικαιοσύνη, είναι κυρίως εκεί για να προστατεύει τον αδύναμο από τον ισχυρό, αυτό είναι το νόημα.
Χρειαζόμαστε ενημερωμένους, φιλοσοφημένους και, κυρίως, όχι φοβισμένους δικαστές απέναντι στην εκτελεστική εξουσία.
Η ανεξαρτησία του Δικαστή είναι από το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου κατοχυρωμένη τόσο απέναντι σε επεμβάσεις και επιρροές από πρόσωπα εκτός του δικαστικού σώματος, όσο και απέναντι σε παρεμβάσεις εντός του ίδιου του δικαστικού σώματος, όπως έχει κρίνει και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Από την άλλη, το δικαιοδοτικό έργο ασκείται στο όνομα του Ελληνικού λαού και, ως εκ τούτου, η δικαστική εξουσία και οι δικαστές ανήκουν στον χώρο του δημόσιου συμφέροντος και υποχρεούται να ανέχονται σκληρή κριτική, εφόσον αυτή στηρίζεται σε μία επαρκή πραγματική βάση.
Για να μην είμαι αφοριστική, υπάρχουν έντιμοι κι ακέραιοι δικαστές, ανεξάρτητοι και αφιερωμένοι στο συνταγματικό και λειτουργικό τους καθήκον, που μπορούν να κοιτούν κατάματα τον Έλληνα πολίτη και την ελληνική κοινωνία, χωρίς συνδικαλιστικές και συντεχνιακές περιενδύσεις.
Προσφάτως ψηφίσθηκε το νομοσχέδιο που ενσωματώνει την Ευρωπαϊκή Οδηγία για την ισόρροπη εκπροσώπηση των φύλων στα Διοικητικά Συμβούλια των εταιρειών. Πώς κρίνετε το εν λόγω νομοθέτημα, αλλά και τη θέση της γυναίκας στο σύγχρονο επιχειρείν; Υπάρχουν σημεία προς βελτίωση;
Η θεσμοθέτηση της ισόρροπης εκπροσώπησης αποτελεί σημαντικό βήμα προς τη δημιουργία ενός πιο δίκαιου και πολυσυλλεκτικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Η είσοδος, όμως, στο σύστημα μέσω της ανάληψης ηγετικών ρόλων σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ή σε ανώτερες πολιτικές θέσεις στην κυβέρνηση δεν προκαλεί αυτόματες αλλαγές στο καταπιεστικό σύστημα
Δεν μας ενδιαφέρει καθόλου να σπάσουμε το γυάλινο ταβάνι, αφήνοντας την τεράστια πλειονότητα να καθαρίζει τα σπασμένα γυαλιά.
Ας έχουμε υπόψη μας ότι οι διακρίσεις είναι συστημικές και αυτό δεν αλλάζει, επειδή κάποιες γυναίκες απλά σπάζουν τη “γυάλινη οροφή”. Κι η Μελόνι και η Λεπέν έσπασαν το glass ceiling, τι κερδίσαμε με τον γυναικείο, alt right λόγο τους και πολιτική; Να σπάσουμε τη γυάλινη οροφή, αλλά να αλλάξουμε και τα σαθρά θεμέλια. Είμαστε τόσο ελεύθερες όσο μας αφήνουν τα δεσμά μας αλλά και η περιφρόνηση που δείχνουμε στα δεσμά των άλλων.
Δεν υπάρχει κάτι που να λέγεται ελευθερία για ένα μόνο άτομο. Η συστημική αντίληψη της ελευθερίας ήταν ανέκαθεν μια περιοριστική ελευθερία. Μία ελευθερία που αναγνωρίζεται μόνο στις ελίτ της τάξης, της φυλής και του φύλου. Μια ελευθερία που αποκτά την αξία της ακριβώς επειδή είναι βασισμένη στην εξουσία της άσκησης αποκλεισμών.
A.B. : Ισχύει το ίδιο στον κλάδο της δικηγορίας;
Έχετε προσέξει πόσες συζητήσεις γίνονται με τίτλο: γυναίκες δικηγόροι, πώς κατακτάμε τη δικαιοσύνη, women in law κλπ; Και μόνο ο τίτλος είναι δηλωτικός της υπαρκτής και πολύ πραγματικής αορατότητάς μας, είναι πολύ εύστοχος ως προς τις συνδηλώσεις του και είναι σαν να μας κλείνει πονηρά το μάτι.
Για να μιλάμε για κατάκτηση εν έτει 2025, σημαίνει ότι κάποιος μάς έβγαλε έξω κι ακόμα χτυπάμε την πόρτα για να μας επιτρέψει την είσοδο ο fake ιδιοκτήτης. Κι αυτός ο καταληψίας μάς απέκλεισε από παντού, από τις κυβερνητικές πολιτικές, την ιατρική έρευνα, το δίκαιο, την τεχνολογία, τους εργασιακούς χώρους, τον αστικό σχεδιασμό, την ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης και τέλος από την ίδια την Ιστορία και ο αποκλεισμός συνεχίζεται και σήμερα. Στις 24/10/22 ο ΟΗΕ δημοσίευσε μία έκθεση, όπου αναφέρεται ότι οι πόλεις έχουν μια ενσωματωμένη προκατάληψη έναντι των γυναικών, γιατί οι γυναίκες πολεοδόμοι φυσικά δεν μετείχαν στον πολεοδομικό σχεδιασμό των πόλεων .
Με τον ίδιο τρόπο, η απουσία του γυναικών νομικών στην σύνταξη συνταγματικών χαρτών και στην παραγωγή δικαίου και της επαγόμενης συμπεριληπτικής δικαικης γλώσσας ήταν καθοριστικός παράγοντας της αναπαραγωγής στερεοτύπων και γλωσσικού σεξισμού στο δίκαιο κι επακόλουθα στην καθημερινότητα των γυναικών δικηγόρων.
Παρατηρείται, επίσης, το φαινόμενο να θυληκοποιούνται και οι νομικοί τομείς εξειδίκευσης. Έχουμε π.χ. περισσότερες δικηγόρους να ασχολούνται με το οικογενειακό δίκαιο, ενώ σε τομείς όπως των σοβαρών ποινικών αδικημάτων ή ακόμα και στην ενέργεια ή την πετρελαϊκή αγορά να είναι ελάχιστες. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι τυχαίο ,είναι αποτέλεσμα των στερεοτύπων και προκαταλήψεων και στον νομικό χώρο.
Έχουμε αναρωτηθεί ποτέ θεσμικά και συστηματικά γιατί οι γυναίκες είναι ελάχιστες στα σοβαρότερα δικαστήρια; Πόσες γυναίκες είναι επικεφαλής μεγάλων δικηγορικών εταιριών; Και είναι ψευδεπίγραφη και κακοπροαίρετη η αιτιολογία περί έλλειψης ενδιαφέροντας ή ικανοτήτων των γυναικών (όταν λάμπουμε ως φοιτήτριες, ως μεταπτυχιακές και διδακτορικές) και προσπαθεί να αποκρύψει το γεγονός ότι το φαινόμενο αυτό είναι η επακόλουθη συνέπεια του δομικού σεξισμού που μπαίνει εμπόδιο στην καριέρα μας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ οι γυναίκες είναι το 55,4% των δικηγόρων (60,30% για ΔΣΑ), το 66,4% των δικαστών και το 83,9% των λοιπών νομικών. Οι γυναίκες στο σημερινό διοικητικό συμβούλιο του ΔΣΑ είναι 6 σε σύνολο 25 και στην προηγούμενη θητεία ζήτημα αν ήταν μία.
Μάλιστα, το γεγονός ότι είμαστε περισσότερες το χρησιμοποιούν κυκλικά για να αποδείξουν ότι είμαστε ισότιμες, όμως το ψευδοεπιχείρημα αυτό δείχνει άγνοια της ιστορικής συνέχειας, όταν ξέρουμε πλέον ότι το ποσοτικό κριτήριο ουδέποτε υπήρξε προϋπόθεση της εξουσίας, πάντα οι λίγοι εξουσιάζουν τους πολλούς.
Βρισκόμαστε στο 2025 και ακόμα και σήμερα μια φοβερά γελοία πρακτική επικρατεί. Τα 2/3 των πάνελς σε σοβαρές ημερίδες, νομικά συνέδρια κλπ. ανδροκρατούνται. Και μάλιστα γεροντοκρατούνται. Δεν υπάρχει τίποτα πιο βαρετό από το να βλέπεις 3-4 μεσήλικες ή ηλικωμένους άντρες παντογνώστες να συνομιλούν – λες και βρίσκεσαι σε ανδρική λέσχη του 19ου αιώνα.
Ας αποφασίσουμε κι ας το τηρήσουμε ευλαβικά ότι, αν δεν υπάρχει ίση αναλογία γυναικών δικηγόρων ως Εισηγητριών στα νομικά συνέδρια, δεν θα συμμετέχουμε καθόλου ούτε καν θα τα παρακολουθούμε μέχρι τα πάνελς να πάψουν πια να είναι μάνελς.
Η θεώρηση του δικαίου ως ουδέτερου και αντικειμενικού είναι ψευδοθεωρία, που έχει επινοηθεί για να δικαιολογήσει την αδυναμία της δικαιικής γλώσσας να μεταφράσει και να περιγράψει διαχρονικά τη γυναικεία εμπειρία, με αποτέλεσμα την αναπαραγωγή των συνθηκών υποταγής των γυναικών και των καταπιεσμένων κοινωνικών ομάδων.
Σύμφωνα με την θεωρία του Τόμας Κουν, το δίκαιο αποτελεί “αρσενικό παράδειγμα”, δηλαδή, δημιουργήθηκε από το άρρεν φύλο με βάση τις δικές του εμπειρίες και αντιλήψεις, τις οποίες χρησιμοποιεί ως δείγμα ανθρώπινης εμπειρίας, χωρίς στην πραγματικότητα να λαμβάνει υπόψη τα διαφορετικά βιώματα του συλλογικού υποκειμένου γυναίκες.
Μ’ άλλα λόγια, το νεωτερικό δίκαιο δεν είναι το όπλο εναντίον της πατριαρχικής ιδεολογίας, αλλά ένα εργαλείο της. Ο χώρος του Νόμου διαπερνάται από την Πατριαρχία.
Οι παλαιότερες νομικοί, είχαμε την τύχη να πατάμε στην πλάτη γιγαντισσών όπως η Γιώτα Κραβαρίτου (της οποίας τον σημαντικό εκδοτικό της θησαυρό έχουν καταχωνιάσει στα άδυτα της βιβλιοθήκης του ΑΠΘ κι έπαψε να διδάσκεται), η Ζώγια Χρονάκη, η Σπηλιωτοπούλου και τόσες άλλες.
Εμείς, με τη σειρά μας, τι θα παραδώσουμε; Τη βύθιση της νομικής επιστήμης στα πιο στάσιμα νερά;
Εν κατακλείδι, εμείς οι γυναίκες δικηγόροι δεν απαιτούμε ένα κράτος αυστηρό και μια δικαιοσύνη παρωχημένη. Απαιτούμε ένα κράτος δικαίου με ίσα δικαιώματα, με κοινωνική αλληλεγγύη, ισότιμο και αντάξιο των τόσων αγώνων.
Ας πούμε τα πράγματα με το όνομά τους.
Τώρα είναι η στιγμή μας!
Ας το κάνουμε με τα μάτια μας στραμμένα στις νεαρές φοιτήτριες και τις μελλοντικές συναδέλφισσές μας.
Ας το κάνουμε , γιατί σε λίγο η βλάβη θα είναι μη αναστρέψιμη. Θα τους αφήσουμε;