Δικηγορικό Γραφείο
Εγκυμοσύνη κατά τη διάσταση ή μετά το διαζύγιο - Τεκμήριο καταγωγής από γάμο και Προσβολή πατρότητας.

Σύμφωνα με το άρθρο ΑΚ 1465 με τον τίτλο “τεκμήριο καταγωγής από γάμο”, προβλέπεται ότι το τέκνο που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του γάμου της μητέρας του ή μέσα σε τριακόσιες ημέρες από τη λύση ή την ακύρωση του, τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα τον σύζυγο της μητέρας (τέκνο γεννημένο σε γάμο). Επίσης σύμφωνα με το άρθρο ΑΚ 1467 η ιδιότητα του τέκνου, ως προς το οποίο συντρέχει το παραπάνω τεκμήριο, ως τέκνου γεννημένου σε γάμο, μπορεί να προσβληθεί δικαστικά, αν αποδειχθεί ότι η μητέρα δεν συνέλαβε πράγματι από το σύζυγο της, ή ότι στο κρίσιμο διάστημα της σύλληψης ήταν φανερά αδύνατο να συλλάβει από αυτόν, ιδίως εξαιτίας ανικανότητας ή αποδημίας του ή επειδή δεν είχαν σχέσεις. Κρίσιμο χρονικό διάστημα της σύλληψης θεωρείται το χρονικό διάστημα που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην τριαντακοστή (300) και την εκατοστή ογδοηκοστή (180) ημέρα πριν το τοκετό.

Την ιδιότητα του παιδιού ως γεννημένου σε γάμο μπορούν να προσβάλλουν: 1. ο σύζυγος της μητέρας, 2. ο πατέρας ή η μητέρα του συζύγου, αν αυτός πέθανε χωρίς να έχει χάσει το δικαίωμα προσβολής 3. το τέκνο, 4. η μητέρα του τέκνου, 5. ο άνδρας με τον οποίο η μητέρα, βρισκόμενη σε διάσταση με το σύζυγο της, είχε μόνιμη σχέση με σαρκική συνάφεια κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης. Η προσβολή γίνεται από το δικαιούμενο πρόσωπο αυτοπροσώπως ή από ειδικό πληρεξούσιο του ή μετά από άδεια του δικαστηρίου, από το νόμιμο αντιπρόσωπο του.

Στις υποθέσεις ασκήσεως αγωγής προσβολής της πατρότητας του τέκνου, αναφορικά με το θέμα της επιστημονικής αποδείξεως της πατρότητάς του, το Δικαστήριο εκδίδει μη οριστική απόφαση, με την οποία διατάσσει να διεξαχθεί ιατρική πραγματογνωμοσύνη και διορίζει συγχρόνως το πρόσωπο του ιατρού πραγματογνώμονα, από τον κατάλογο των πραγματογνωμόνων που τηρείται στο συγκεκριμένο Πρωτοδικείο, ενώπιον του οποίου έχει εισαχθεί η αγωγή. Ο ιατρός -πραγματογνώμονας θα γνωμοδοτήσει εάν το συγκεκριμένο πρόσωπο είναι ή όχι φυσικός πατέρας του συγκεκριμένου ανήλικου τέκνου. Ο πραγματογνώμονας, αφού ορκιστεί, ενώπιον του δικαστηρίου, και αναλάβει τα καθήκοντα του, θα ορίσει ημέρα για τη λήψη του γενετικού υλικού, τόσο από τον φυσικό πατέρα, όσο και από το ανήλικο παιδί. Εν συνεχεία, θα συντάξει έκθεση πραγματογνωμοσύνης για την απόδειξη της πατρότητας του παιδιού, την οποία θα υποβάλλει στη γραμματεία του δικαστηρίου. Μετά την ολοκλήρωση της πραγματογνωμοσύνης, θα επαναληφθεί η συζήτηση της αγωγής, ενώπιον του δικαστηρίου, προκειμένου το Δικαστήριο, συνεκτιμώντας όλα τα αποδεικτικά μέσα, να εκδώσει την οριστική απόφαση για την πατρότητα του παιδιού.

Η προσβολή πατρότητας αποκλείεται: 1. για τον σύζυγο της μητέρας, όταν περάσει ένα έτος αφ’ότου πληροφορήθηκε τον τοκετό και τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει ότι η σύλληψη του τέκνου δεν έγινε από αυτόν, και, σε κάθε περίπτωση, όταν περάσουν πέντε έτη από τον τοκετό, 2. για τον πατέρα ή τη μητέρα του συζύγου όταν περάσει ένα έτος αφ’ότου έμαθαν το θάνατο του τελευταίου και τη γέννηση του τέκνου, 3. για το τέκνο, όταν περάσει ένα έτος από την ενηλικίωσή του, 4. για τη μητέρα, όταν περάσει ένα έτος από τον τοκετό ή εφ’όσον υπάρχει σοβαρός λόγος για τη μη προσβολή κατά τη διάρκεια του γάμου, έξι μήνες αφ’ότου λύθηκε ή ακυρώθηκε ο γάμος με το σύζυγό της, 5. για τον άντρα που είχε σαρκική συνάφεια με τη μητέρα, δύο χρόνια από τον τοκετό.

Μετά την αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου, που δέχεται την αγωγή προσβολής της πατρότητας, το τέκνο χάνει την ιδιότητα του τέκνου ως γεννημένου σε γάμο, αναδρομικά από τη γέννησή του.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί, ότι σε περίπτωση προσβολής της πατρότητας του τέκνου από τον άντρα που είχε σαρκική συνάφεια με τη μητέρα, η απόφαση της προσβολής, επιφέρει αυτοδικαίως δικαστική αναγνώριση του παιδιού από τον άνδρα αυτόν.

Έτσι, αν ένα παιδί γεννήθηκε κατά τη διάρκεια ενός γάμου, ακόμα κι αν οι σύζυγοι ήταν αποδεδειγμένα σε διάσταση, ή μέσα σε 300 ημέρες από την αμετάκλητη λύση του γάμου, ο βιολογικός πατέρας του παιδιού δεν μπορεί να το αναγνωρίσει αν δεν προηγηθεί αγωγή προσβολής της πατρότητας του και αμετάκλητη δικαστική απόφαση, ως ανωτέρω αναλυτικά αναφέρθηκε. Αν μεν, η προσβολή επήλθε κατόπιν ασκήσεως αγωγής από τον βιολογικό πατέρα, αυτός αμέσως αναγνωρίζεται με την ίδια απόφαση ως ο πατέρας του τέκνου. Αν η προσβολή πατρότητας επήλθε κατόπιν ασκήσεως αγωγής από τον σύζυγο, τους γονείς του, το τέκνο ή τη μητέρα αυτού, μετά την αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου που καθιστά το τέκνο, αναδρομικά, από τη γέννησή του, ως εκτός γάμου, ο βιολογικός πατέρας μπορεί να προβεί στην εκούσια αναγνώρισή του με συμβολαιογραφικό έγγραφο, εφόσον συναινεί σε αυτό η μητέρα.

Επίσης ο επιγενόμενος γάμος των γονέων, καθιστά το τέκνο απέναντι στο πατέρα και τους συγγενείς του, ως τέκνο γεννημένο σε γάμο, με όλα τα δικαιώματα και της υποχρεώσεις που αυτό συνεπάγεται.

Αν δε, ο βιολογικός πατέρας αρνείται να αναγνωρίσει εκούσια το τέκνο του, η μητέρα έχει δικαίωμα να ζητήσει, με αγωγή, την αναγνώριση της πατρότητας του τέκνου της που γεννήθηκε χωρίς γάμο με τον πατέρα του, μέσα σε αποσβεστική προθεσμία πέντε ετών από το τοκετό ή από την αμετάκλητη απόφαση που δέχεται την προσβολή της πατρότητας. Το ίδιο δικαίωμα δικαστικής αναγνώρισης της πατρότητας έχει και το τέκνο. Το δικαίωμά του αποσβήνεται, ένα έτος, μετά την ενηλικίωσή του.

Οι παραπάνω αποσβεστικές προθεσμίες αποδεικνύονται μερικές φορές ιδιαίτερα μικρές, ειδικά στην περίπτωση που οι παραπάνω αγωγές (προσβολής ή αναγνώρισης πατρότητας) ασκούνται από το ίδιο το τέκνο, για το οποίο ισχύει η ενιαύσια αποσβεστική προθεσμία από την ενηλικίωσή του. Ζήτημα δε, γεννιέται, όταν το τέκνο ανακάλυψε, ότι δεν είναι βιολογικό τέκνο του συζύγου της μητέρας του, ή ανακάλυψε το βιολογικό του πατέρα, αφού παρήλθε η παραπάνω προθεσμία, ήτοι ένα έτος από την ενηλικίωσή του. Στην περίπτωση αυτή, κατά πάγια νομολογία των δικαστηρίων μας, μπορεί να τύχει εφαρμογής το άρθρο 255ΑΚ περί αναστολής της παραγραφής, εφόσον αποδειχθεί ότι η άσκηση της αγωγής εμποδίστηκε από λόγους ανωτέρας βίας. Και αυτό, διότι ο σκοπός της παραπάνω νομοθετικής ρύθμισης, είναι η ρύθμιση βασικών εννόμων σχέσεων εντός ευλόγου χρόνου, όμως ο σκοπός αυτός δεν μπορεί να θίγει δικαιώματα, τα οποία δεν ασκήθηκαν για λόγο, που δεν αφορά ή δεν εξαρτάται από τον ίδιο το δικαιούχο, καθώς για να επέλθει το αποτέλεσμα από την αποσβεστική προθεσμία απαιτείται η σύμπτωση, εκτός από την παρέλευση ορισμένου χρόνου και του στοιχείου της μη άσκησης του δικαιώματος ή της από το νόμο ή τα μέρη, ορισμένης πράξης.


Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στους συνεργάτες του γραφείου μας.


 Μη χάνετε την έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωσή σας. Ακολουθήστε μας τώρα στα Google News