Δικηγορικό Γραφείο
Αποζημίωση λόγω αναπηρίας η παραμόρφωσης του παθόντος (9Ξ1 ακ)

Κατά τη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ «η αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης αν επιδρά στο μέλλον του». Με δεδομένο ότι δεν μπορεί να γίνει πρόβλεψη ότι η αναπηρία ή παραμόρφωση θα προκαλέσει στον παθόντα συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία, προέχον και κρίσιμο είναι το γεγονός της αναπηρίας ή παραμορφώσεως ως βλάβης του σώματος ή της υγείας του προσώπου, ως ενός αυτοτελούς έννομου αγαθού, που απολαύει και συνταγματικής προστασίας σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 6 του άρθρου 21 του Συντ., όχι μόνο στις σχέσεις των πολιτών προς το Κράτος, αλλά και στις μεταξύ τους σχέσεις, χωρίς αναγκαίως η προστασία αυτή να συνδέεται με αδυναμία πορισμού οικονομικών ωφελημάτων ή πλεονεκτημάτων. Έτσι, ορθότερη κρίνεται η ερμηνεία της ΑΚ 931, σύμφωνα με την οποία προβλέπεται από τη διάταξη η επιδίκαση ενός εύλογου χρηματικού ποσού ακριβώς λόγω της αναπηρίας ή παραμορφώσεως που υπέστην ο παθών, χωρίς σύνδεση με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία, η οποία άλλωστε και δεν δύναται να προσδιορισθεί.

Ειδικότερα, ήδη από τη διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ ορίζεται ότι «σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του». Η διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ, ωστόσο, αφορά αυτοτελή αξίωση του παθόντος για την αποκατάσταση μελλοντικής του περιουσιακής ζημίας, η οποία δεν καλύπτεται από το άρθρο 929 ή το άρθρο 932 ΑΚ, ιδιαίτερα μάλιστα αφού η ΑΚ 932 παρέχει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ενώ η ΑΚ 931 αφορά αποκατάσταση μέλλουσας περιουσιακής ζημίας. Σκοπός της ΑΚ 931 είναι να προσφέρει στον παθόντα μία εφάπαξ περαιτέρω αποζημίωση (πρόσθετο κατ` αποκοπή ποσό αποζημιώσεως) δηλαδή πέρα της αποδεικνυόμενης από το άρθρο 929 ΑΚ, για το λόγο ότι η αναπηρία ή παραμόρφωση θα προκαλέσει στο μέλλον βάσιμες δυσχέρειες στην επαγγελματική του πρόοδο. Από τη σύγκριση των άρθρων 931 και 932 ΑΚ προκύπτει ότι αυτές αφορούν διαφορετικές ως προς τις προϋποθέσεις αξιώσεις του παθόντος αφού η πρώτη καλύπτει αξίωση για μέλλουσα περιουσιακή ζημία, ενώ η δεύτερη καλύπτει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αμφότερες οι άνω αξιώσεις μπορούν κατά νόμο να θεμελιωθούν σωρευτικά, ενώ η τελεσίδικη παραδοχή της αξιώσεως με βάση την ΑΚ 932 δεν αποκλείει την επιδίωξη και επιδίκαση αποζημιώσεως με βάση την ΑΚ 931 (ΑΠ 670/2006, ΝοΒ 2006, 1469).

Στον επαγγελματικό – οικονομικό τομέα η αναπηρία ή η παραμόρφωση του ανθρώπου, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, αποτελεί αρνητικό στοιχείο στα πλαίσια του ανταγωνισμού και της οικονομικής εξέλιξης και προαγωγής του. Οι δυσμενείς συνέπειες είναι περισσότερο έντονες σε περιόδους οικονομικών δυσχερειών και στενότητας στην αγορά εργασίας. Οι βαρυνόμενοι με αναπηρία ή παραμόρφωση μειονεκτούν και κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός εργασίας έναντι των υγιών συναδέλφων τους. Η διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ προβλέπει επιδίκαση από το Δικαστήριο χρηματικής παροχής στον παθόντα αναπηρία ή παραμόρφωση, εφόσον συνεπεία αυτών επηρεάζεται το μέλλον του. Η χρηματική αυτή παροχή δεν αποτελεί αποζημίωση, εφόσον η τελευταία εννοιολογικά συνδέεται με την επίκληση και απόδειξη ζημίας περιουσιακής, δηλαδή διαφοράς μεταξύ της περιουσιακής κατάστασης μετά το ζημιογόνο γεγονός και εκείνης που θα υπήρχε χωρίς αυτό. Εξάλλου η συνεπεία της αναπηρίας ή παραμορφώσεως ανικανότητα προς εργασία, εφόσον προκαλεί στον παθόντα περιουσιακή ζημία αποτελεί βάση αξιώσεως προς αποζημίωση που στηρίζεται στην ΑΚ 929 (αξίωση διαφυγόντων εισοδημάτων).

Όμως η αναπηρία ή παραμόρφωση ως τοιαύτη δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη πρόκληση στον παθόντα περιουσιακής ζημίας. Τούτο συμβαίνει σε ανήλικο που δεν έχει εισέλθει ακόμη στην παραγωγική διαδικασία και δεν μπορεί ήδη από την επέλευση της αναπηρίας ή παραμορφώσεως να επικαλεσθεί περιουσιακή ζημία. Δεν μπορεί να γίνει πρόβλεψη ότι η αναπηρία ή παραμόρφωση θα προκαλέσει στον παθόντα συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία Είναι, όμως, βέβαιο ότι η αναπηρία ή η παραμόρφωση, ανάλογα με το βαθμό της και τις λοιπές συντρέχουσες περιστάσεις (ηλικία, φύλο, κλίσεις και επιθυμίες του παθόντος), οπωσδήποτε θα έχει δυσμενή επίδραση στην κοινωνική –οικονομική εξέλιξη τούτου, κατά τρόπο, όμως, που δεν δύναται επακριβώς να προσδιορισθεί. Η δυσμενής αυτή επίδραση είναι δεδομένη και επομένως δεν δικαιολογείται εμμονή στην ανάγκη προσδιορισμού του ειδικού τρόπου της επιδράσεως αυτής και των συνεπειών της στο κοινωνικό – οικονομικό μέλλον του παθόντος. Προέχον και κρίσιμο είναι το γεγονός της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης ως βλάβης του σώματος ή της υγείας του προσώπου, δηλαδή ως ενός αυτοτελούς έννομου αγαθού, που απολαύει και συνταγματικής προστασίας σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 6 του άρθρου 21 του Συντάγματος, όχι μόνο στις σχέσεις των πολιτών προς το Κράτος, αλλά και στις μεταξύ των πολιτών σχέσεις, χωρίς αναγκαία η προστασία αυτή να συνδέεται με αδυναμία πορισμού οικονομικών ωφελημάτων ή πλεονεκτημάτων (βλ. ΑΠ 670/2006 ΝοΒ 2006. 1469, Ζερβογιάννη, Παρατηρήσεις στην ΑΠ 123/2010 ΕφΑΔΠολΔ 2011. 746επ. και Zervogianni, On the recovery of non pecuniary loss in Italy and in Greece, σε τιμητικό τόμο Π. Αγαλλοπούλου, έκδ. 2011, σ. 1625 επ. ιδίως με το συσχετισμό της αξίωσης κατ' άρθρο 931 ΑΚ με τη βιολογική ζημία του ιταλικού δικαίου).

Ο παθών που κατέστη από την αδικοπραξία ανάπηρος ή παραμορφώθηκε, θα μετέχει εφεξής από μειονεκτική θέση στις καθημερινές και κοινωνικές δραστηριότητες του. Όποιος για παράδειγμα έχασε το χέρι του συνεπεία ενός αυτοκινητικού ατυχήματος, δεν μπορεί σαφώς να επανορθώσει πλήρως αυτή την έλλειψη με ένα τεχνητό μέλος και θα αντιμετωπίσει ψυχολογικές αναστολές και σωματικές δυσκολίες. Σχετική είναι μια έκφραση αρκετά εκδηλωτική στη μελέτη ενός ιταλού ιατροδικαστή: όταν μετά από μια αδικοπραξία ή από ένα ατύχημα, κάποιος χάνει το χέρι του, ο παθών δεν έχει μόνο απώλεια ποσοστού 50% ή 60% της ικανότητας του προς εργασία, αλλά χάνει και ένα χέρι (Trabucchi, Istituzioni di diritto civile, έκδ. 2009, σ. 1007).

Το ποσό του επιδικαζομένου κατά την ΑΚ 931 εύλογου χρηματικού ποσού εξευρίσκεται κατ΄ αρχήν με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας ή παραμορφώσεως αφενός και την ηλικία του παθόντος αφετέρου. Είναι πρόδηλο, ότι η κατά την ΑΚ 931 αξίωση είναι διαφορετική: α) από την κατά την ΑΚ 929 αξίωση για διαφυγόντα εισοδήματα του παθόντος, που κατ΄ανάγκη συνδέεται με επίκληση και απόδειξη συγκεκριμένης περιουσιακής ζημίας, λόγω της ανικανότητας του παθόντος προς εργασία και β) από την κατά την ΑΚ 932 χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Είναι αυτονόητο ότι όλες οι ως άνω αξιώσεις δύνανται να ασκηθούν είτε σωρευτικώς είτε μεμονωμένως, αφού πρόκειται για αυτοτελείς αξιώσεις και η θεμελίωση κάθε μιας από αυτές δεν προϋποθέτει αναγκαίως την ύπαρξη μιας των λοιπών (βλ. ΑΠ 1909/2007 ΕΣυγκΔικ 2007,543, ΑΠ 1874/2006 ΕΣυγκΔικ 2007,200, ΑΠ 1645/2006 ΕΣυγκΔικ 2005,659).

*Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδια/ιο δικηγόρο του συγκεκριμένου τμήματος του γραφείου μας που εξειδικεύεται στον ειδικό τομέα δικαίου, αφού προηγουμένως λάβει υπόψη του/της το σύνολο των δεδομένων που θα εκτεθούν και θα μελετηθούν για την υπόθεσή σας.


 Μη χάνετε την έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωσή σας. Ακολουθήστε μας τώρα στα Google News