Δικηγορικό Γραφείο
Η νόμιμη λήψη ένορκης βεβαίωσης στην πολίτικη δίκη

Κατά το άρθρο 424 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 3 Ν. 4335/2015, δεν λαμβάνονται καθόλου υπόψη στο πλαίσιο της δίκης για την οποία δόθηκαν ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων οι ένορκες βεβαιώσεις που ελήφθησαν κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 421-423 του ιδίου Κώδικα, που προστέθηκαν και αυτές με τον Ν. 4335/2015, όταν δηλαδή οι βεβαιώσεις δεν δόθηκαν ενώπιον του ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου της έδρας του δικαστηρίου ή της κατοικίας ή διαμονής του μάρτυρα ή μετά από κλήση του αντιδίκου εκείνου που επεδίωξε τη λήψη τους πριν από δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες ή όταν στην κλήση αυτή δεν αναφέρθηκαν η αγωγή, το ένδικο βοήθημα ή μέσο, που αφορούσε η βεβαίωση, ο τόπος, η ημερομηνία και η ώρα που θα διδόταν, καθώς και το ονοματεπώνυμο, το επάγγελμα και η διεύθυνση κατοικίας του μάρτυρα. Μάλιστα, η απαγγελία του κατ’ άρθρο 424 ΚΠολΔ απαραδέκτου χωρεί αυτεπαγγέλτως και ανεξαρτήτως της συνδρομής του στοιχείου της βλάβης [ΑΠ 835/2021, ΑΠ 667/2020, Π. Γιαννόττουλος-Χ. Τριανταφυλλίδης, Οι τροποποιήσεις του Ν. 4335/2015 στον ΚΠολΔ στο πεδίο του Δικαίου της αποδείξεως, σε Δ/νη 2016.655 επομ. (684)]. Ενόψει της αυστηρής κύρωσης που απειλείται για την περίπτωση παρατυπιών κατά τη λήψη ενόρκων βεβαιώσεων γίνεται ορθώς δεκτό ότι το έννομο αποτέλεσμα του απαραδέκτου παράγεται μόνον όταν οι νόμιμοι όροι και προϋποθέσεις, που παραβιάστηκαν, ανάγονται στο υποστατό του αποδεικτικού μέσου, όπως συμβαίνει όταν ο βεβαιών δεν είναι τρίτος έναντι των διαδίκων (Π. Γιαννόπουλος, Οι ένορκες βεβαιώσεις ως αποδεικτικό μέσο στην πολιτική δίκη, 2005, σελ. 227 επομ., πρβλ ΑΠ 666/2022), όταν η ένορκη βεβαίωση δίδεται ενώπιον τοπικά αναρμοδίου οργάνου (ΑΠ 581/2010, ΜονΕφΘεσ. 1484/2017, ΕπισκΕΔ 2018/644, ΕφΠειρ. 92/1997, ΕΝαυτΔ 1997/50) ή όταν δεν κλητεύεται καθόλου (ΑΠ 580/2016) ή κλητεύεται εκπρόθεσμα (ΑΠ 17/2018) ο αντίδικος του επισπεύδοντος τη λήψη της και όχι όταν οι παρατυπίες αφορούν σε άλλα στοιχεία [Γ. Λαζαρίδης, σε Π. Κατσιρούμπα (επιμ.) Η απόδειξη στην Πολιτική Δίκη, 2019, σελ. 613].

Ως προς το κύρος της κλήσης προς παράσταση σε ένορκη βεβαίωση που πρόκειται να ληφθεί σε περισσότερους τόπους και χρόνους, καθοριζόμενους κατά τρόπο συμπλεκτικό ή διαζευκτικό, έχει γίνει νομολογιακά δεκτό το ανυπόστατο της ένορκης βεβαίωσης, επειδή η κλήση με τέτοιο περιεχόμενο καταλύει κάθε βεβαιότητα ως προς τον τόπο και τον χρόνο λήψης της ένορκης βεβαίωσης (ΕφΑΘ 608/2022, ΕφΠειρ 60/2022, ΤΝΠ Νόμος, ΕφΘεσ 1302/2020, ΝοΒ 2020/1641). Αντίθετα, σε περίπτωση κλήτευσης προς λήψη ένορκης βεβαίωσης σε διαφορετικές ώρες της ίδιας ημέρας και, ταυτόχρονα, σε διαφορετικούς τόπους και ενώπιον διαφορετικών οργάνων, το κύρος της κλήσης δεν θίγεται δεδομένου ότι ούτε από τις διατάξεις των άρθρων 110 παρ. 2, 111 παρ. 1, 112, 115 παρ. 1, 118 αρ. 4 ΚΠολΔ, ούτε από κάποια άλλη και ιδίως αυτή του άρθρου 116 του ιδίου Κώδικα, που καθιερώνει την αρχή της καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης ή εκείνη του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ, θεσπίζεται ακυρότητα (κατ’ άρθρο 159 ΚΠολΔ), καθώς, όπως γίνεται δεκτό, ο αντίδικος εκείνου, με επιμέλεια του οποίου επισπεύδεται η λήψη της ένορκης βεβαίωσης, μπορεί να ορίσει πληρεξουσίους δικηγόρους για τις αντίστοιχες παραστάσεις και είναι άλλο ζήτημα το αν η ενέργεια του επισπεύδοντος μπορεί να επισύρει αστικές συνέπειες ως καταχρηστική δικονομική συμπεριφορά, αντικείμενη στην αρχή της καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης (ΑΠ 2260/2014). Εξάλλου, κατά το άρθρο 422 παρ. 2 ΚΠολΔ οι διάδικοι έχουν το δικαίωμα να παρίστανται κατά τη λήψη της ένορκης βεβαίωσης είτε αυτοπροσώπως είτε δια πληρεξουσίου δικηγόρου και κατά το άρθρο 423 παρ. 2 του ιδίου Κώδικα τη δυνατότητα να ζητούν την καταχώρηση στο προοίμιό της ενστάσεων και αιτήσεων εξαίρεσης εκείνου που δίνει τη βεβαίωση [Κ. Ρήγας, Ζητήματα του δικαίου της απόδειξης κατά τον ΚΠολΔ (μετά τον Ν. 4335/2015), σε ΕΠολΔ 2017/234 επομ. (241)]. Πάντως, από την παράλειψη καταχώρησης της ένστασης ή της ως άνω αίτησης του αντιδίκου του επισπεύδοντος είτε επειδή αυτός δεν παραστάθηκε κατά τη λήψη της ένορκης βεβαίωσης είτε επειδή παρασταθείς δεν την πρότεινε, δεν επέρχεται έκπτωση από το δικαίωμά του να προβάλει το μη προταθέντα ισχυρισμό του για πρώτη φορά ενώπιον του δικαστηρίου που θα δικάσει την υπόθεση, αφού ρητώς στο νόμο ορίζεται ότι κάθε αιτίαση κρίνεται από το δικαστήριο (άρθρο 423 παρ. 2 ΚΠολΔ), με αποτέλεσμα ο διάδικος να δύναται να αποκρούσει επιτρεπτώς την ένορκη βεβαίωση (που προσκόμισε ο αντίδικός του) με την προσθήκη στις προτάσεις του αμέσως μετά την προσκομιδή της στον πρώτο βαθμό. Εφόσον, επομένως, ουδέν δικονομικό δικαίωμα στερείται ο αντίδικος του διαδίκου που επισπεύδει τη λήψη ένορκης βεβαίωσης από τη μη προβολή των όποιων ισχυρισμών του ενώπιον του οργάνου που τη λαμβάνει, δεν μπορεί να γίνει λόγος για απαράδεκτο της ένορκης βεβαίωσης επειδή ο προτιθέμενος να προβάλει ισχυρισμούς εμποδίστηκε για οποιαδήποτε αιτία να παρασταθεί κατά τη λήψη της (ΕφΠειρ 47/2024 ΕφΠειρ 463/2023, δημοσιευμένες στην επίσημη ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιά, ΕφΘεσ 2047/2021 ΤΝΠ Νόμος, Κ. Μακρίδου/Χ. Απαλαγάκη/Γ. Διαμαντόπουλος, Πολιτική Δικονομία, 2018, σελ. 62).

*Επισημαίνεται ότι το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες νομικές υπηρεσίες. Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά νομική συμβουλή. Μία τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατόν να παρασχεθεί μόνο από αρμόδια/ιο δικηγόρο του συγκεκριμένου τμήματος του γραφείου μας που εξειδικεύεται στον ειδικό τομέα δικαίου, αφού προηγουμένως λάβει υπόψη του/της το σύνολο των δεδομένων που θα εκτεθούν και θα μελετηθούν για την υπόθεσή σας.


 Μη χάνετε την έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωσή σας. Ακολουθήστε μας τώρα στα Google News