Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθ. 211, 213, 216, 226, 229, 233, 669 και 672 ΑΚ, 1 ν. 2112/1920, 1 - 5 ν. 3198/1955 προκύπτει, ότι για το νομότυπο και έγκυρο της καταγγελίας εκ μέρους του εργοδότη σύμβασης εξαρτημένης εργασίας (ορισμένου ή αορίστου χρόνου) απαιτείται να γίνεται από τον ίδιο τον εργοδότη ή από το νόμιμο αντιπρόσωπο ή πληρεξούσιο του, εφόσον δε εργοδότης είναι νομικό πρόσωπο (ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου) η καταγγελία πρέπει να γίνεται από το αρμόδιο κατά νόμο εκπροσωπευτικό όργανο του, κατά τις διατάξεις των άρθ. 67, 68 και 70 ΑΚ (ΑΠ 1269/2009, 557/2008), διαφορετικά, εάν δηλ. η καταγγελία της σύμβασης εργασίας στο όνομα νομικού προσώπου γίνει από πρόσωπο ή όργανο αυτού που δεν είχε την εξουσία να καταγγείλει την σύμβαση, η καταγγελία είναι ανυπόστατη (ΑΠ 1039/2019, 1650/2012, 1358/2009, 557/2008, κατ' άλλη άποψη άκυρη, ΑΠ 1268/2009), στην περίπτωση δε αυτή το νομικό πρόσωπο δεν υπέχει ευθύνη έναντι του μισθωτού, που έπαυσε εξαιτίας της καταγγελίας αυτής να προσέρχεται στην υπηρεσία του, για την πληρωμή μισθών υπερημερίας, αν, όμως, μετά την ως άνω καταγγελία ο μισθωτός προσφέρεται στην παροχή της εργασίας του και το νομικό πρόσωπο την αποκρούει, τότε περιέρχεται τούτο σε υπερημερία και υποχρεούται να καταβάλλει στον εργαζόμενο τις αντίστοιχες αποδοχές υπερημερίας.
Στην περίπτωση αυτή, η αγωγή του εργαζομένου, όταν έχει αίτημα την επιδίκαση μισθών υπερημερίας λόγω ανυπόστατης καταγγελίας της σύμβασης, η οποία έγινε στο όνομα εργοδότη νομικού προσώπου από πρόσωπο ή όργανο αυτού που δεν είχε την εξουσία να καταγγείλει τη σύμβαση, πρέπει για την πληρότητα αυτής να διαλαμβάνει, εκτός από τη σύμβαση εργασίας και τη συμβατική ή νόμιμη αμοιβή, και τα περιστατικά εκείνα, από τα οποία προκύπτει το ανυπόστατο της καταγγελίας και η υπερημερία του εργοδότη ως προς την αποδοχή των υπηρεσιών που προσέφερε ο εργαζόμενος.
Η υπερημερία αυτή δεν προκύπτει αυτομάτως, όπως στην άκυρη καταγγελία για τους λοιπούς λόγους, αλλά δεδομένου ότι το νομικό πρόσωπο δεν υπέχει ευθύνη, αφού η από αναρμόδιο πρόσωπο γενομένη καταγγελία δεν επιφέρει έννομα αποτελέσματα, πρέπει να αναφέρεται στην αγωγή, για να είναι ορισμένη, ότι ο μισθωτός και μετά την καταγγελία της σύμβασης εργασίας του από μη νομιμοποιούμενο προς τούτο πρόσωπο, προσέφερε πραγματικά, ενόψει και του ανυπόστατου της καταγγελίας, τις υπηρεσίες του στον εργοδότη και ότι ο τελευταίος τις απέκρουσε, περιερχόμενος έτσι σε υπερημερία, διαφορετικά η αγωγή είναι αόριστη (ΑΠ 1039/2019,1650/2012, ΑΠ 745/2024).
*Επισημαίνεται ότι το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες νομικές υπηρεσίες. Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά νομική συμβουλή. Μία τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατόν να παρασχεθεί μόνο από αρμόδια/ιο δικηγόρο του συγκεκριμένου τμήματος του γραφείου μας που εξειδικεύεται στον ειδικό τομέα δικαίου, αφού προηγουμένως λάβει υπόψη του/της το σύνολο των δεδομένων που θα εκτεθούν και θα μελετηθούν για την υπόθεσή σας.

