Δικηγορικό Γραφείο
Προσύμφωνο και μη οριστική κατάρτιση σύμβασης

Κατά τη διάταξη του άρθρου 166 ΑΚ, προσύμφωνο είναι η προκαταρκτική ή προπαρασκευαστική σύμβαση, με την οποία τα συμβαλλόμενα μέρη (ή και μόνο το ένα από αυτά) δεσμεύονται να συνάψουν συγκεκριμένη οριστική σύμβαση μεταξύ τους ή με τρίτο πρόσωπο και η οποία, σε περίπτωση αθέτησής της, παρέχει στον αντισυμβαλλόμενο μέρος αγώγιμη αξίωση για καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως για την κατάρτιση της προσυμφωνημένης δικαιοπραξίας, οπότε με την τελεσιδικία της σχετικής απόφασης θεωρείται, αυτοδικαίως και κατά νομικό πλάσμα, ως γενομένη η δήλωση βουλήσεως και τελεσμένη η προσυμφωνημένη δικαιοπραξία.

Υπό την ανωτέρω έννοια, το προσύμφωνο εμφανίζει αυτοτέλεια σε σχέση με την οριστική σύμβαση, στην οποία καταρχάς αποβλέπει, παράγουσα αφ` εαυτής δεσμευτικότητα για τα μέρη ως προς τα συμφωνηθέντα και όχι τμήμα της οριστικής σύμβασης ή προστάδιο κατάρτισής της, ιδρύοντας ως συμβατική υποχρέωση αυτήν της κατάρτισης της οριστικής σύμβασης (βλ. ΑΠ 93/2022, ΑΠ 1525/2021, ΑΠ 1306/2019, ΑΠ 825/2019, ΑΠ 710/2018, ΑΠ 945/2017).

Ο εκ του προσυμφώνου δανειστής δεν δικαιούται να αξιώσει την προς αυτόν καταβολή της παροχής της κύριας σύμβασης, ωστόσο η αθέτηση της υποχρέωσης για τη σύναψη της οριστικής σύμβασης, εφόσον έχει τηρηθεί ο τύπος που ορίζει ο νόμος για τη συναπτέα σύμβαση, μπορεί να θεμελιώσει υποχρέωση αποζημίωσης λόγω αδυναμίας εκπλήρωσης της παροχής από την οριστική σύμβαση κατ` ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 380 επ. ΑΚ (ΑΠ 1852/2017, ΑΠ 1728/2008, ΑΠ 1547/2007).

Ήτοι, χωρίς την κατάρτιση της οριστικής σύμβασης μπορούν να γεννηθούν μόνο δευτερογενείς αξιώσεις (λ.χ. αποζημίωσης), που σχετίζονται με την αθέτηση της οριστικής σύμβασης, οι οποίες διακρίνονται από την πρωτογενή αξίωση για την εκπλήρωση της ενοχής από την αρχική σύμβαση, στην οποία, εφόσον εμμένει το αντισυμβαλλόμενο μέρος και δύναται ακόμη να καταρτιστεί, δύναται να ζητήσει την κατ` άρθρο 949 ΚΠολΔ καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως του συμβαλλομένου του που αρνείται να συμπράξει, υπό την προϋπόθεση ότι η αξίωση έχει ήδη καταστεί ληξιπρόθεσμη και πριν συμπληρωθεί ο χρόνος της παραγραφής (η οποία είναι 20ετής, κατ` άρθρο 249 ΑΚ), δυνάμενο να σωρεύσει και αίτημα καταδίκης στην εκπλήρωση της παροχής από την κύρια σύμβαση, η οποία, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 69 παρ. 1 περ. δ` ΚΠολΔ, απαιτεί για την ευδοκίμησή της να έχει γίνει κατ` ουσίαν δεκτό το αίτημα για καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως.

*Επισημαίνεται ότι το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες νομικές υπηρεσίες. Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά νομική συμβουλή. Μία τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατόν να παρασχεθεί μόνο από αρμόδια/ιο δικηγόρο του συγκεκριμένου τμήματος του γραφείου μας που εξειδικεύεται στον ειδικό τομέα δικαίου, αφού προηγουμένως λάβει υπόψη του/της το σύνολο των δεδομένων που θα εκτεθούν και θα μελετηθούν για την υπόθεσή σας.


 Μη χάνετε την έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωσή σας. Ακολουθήστε μας τώρα στα Google News