Δικηγορικό Γραφείο

Ως γνωστόν, σε κάθε κατηγορούμενο που καταδικάζεται για την διάπραξη ενός αδικήματος (ανεξαρτήτως απαξίας, είτε δηλαδή τούτο τυγχάνει πλημμέλημα, είτε κακούργημα), επιβάλλονται ταυτοχρόνως, με την απόφαση του ίδιου Ποινικού Δικαστηρίου που τον κήρυξε ένοχο, τα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας που έλαβε χώρα σε βάρος του (προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση, τυχόν κύρια ανάκριση και, τελικώς, δίκη ενώπιον του ποινικού ακροατηρίου).

Η λογική ως προς την διαβάθμιση του ύψους των εξόδων αυτών, ούτως ή άλλως, ήταν ανέκαθεν η ίδια: όσο πιο υψηλόβαθμο το Ποινικό Δικαστήριο που καλείται να κρίνει την ποινική υπόθεση του εκάστοτε κατηγορουμένου, τόσο πιο μεγάλο το ποσό των δικαστικών εξόδων που υποχρεούται να καταβάλει ο ίδιος εφόσον, εντέλει, καταδικαστεί.

Η, σύμφωνα με τα παραπάνω, επιβολή των δικαστικών εξόδων προβλεπόταν ήδη στο άρθρο 577 του ισχύσαντος μέχρι 30-4-2024 ΚΠοινΔ, χωρίς όμως να καθορίζεται με την ίδια διάταξη το ύψος αυτών. Τούτα είχαν αναπροσαρμοστεί με την έκδοση της 123827/2010 Κοινής Υπουργικής Απόφασης, σύμφωνα με την οποία τα δικαστικά έξοδα που επιβάλλονταν από τα ποινικά δικαστήρια ανέρχονταν στην πράξη στα εξής, ενδεικτικώς, χρηματικά ποσά: 80,00 € σε περίπτωση καταδίκης από Μονομελές Πλημμελειοδικείο, 200,00 € επί καταδίκης από Τριμελές Πλημμελειοδικείο, 360,00 € επί καταδίκης από Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων ή από Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο και 500,00 € σε περίπτωση καταδίκης, σε δεύτερο βαθμό, από Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων ή Μεικτό Ορκωτό Εφετείο (κατόπιν έφεσης).

Μεταξύ άλλων δυσμενών τροποποιήσεων για τον κατηγορούμενο, λοιπόν, με τον νέο Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αυξάνονται (στην πραγματικότητα εκτοξεύονται) τα χρηματικά ποσά που αντιστοιχούν στα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας, αφού σύμφωνα με το νέο άρθρο 577 παρ. 2 «το ποσό των εξόδων ορίζεται με την καταδικαστική απόφαση και το ύψος τους καθορίζεται ως εξής: α) επί αποφάσεων Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, από διακόσια (200) μέχρι τετρακόσια (400) ευρώ, β) επί αποφάσεων Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, από εξακόσια (600) μέχρι χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ, γ) επί αποφάσεων Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, από χίλια εξακόσια (1.600) μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ, δ) επί αποφάσεων Μονομελούς Εφετείου, από οκτακόσια (800) μέχρι δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ, ε) επί αποφάσεων Τριμελούς Εφετείου, από χίλια διακόσια (1.200) μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ, στ) επί αποφάσεων Μικτού Ορκωτού Εφετείου, από δύο χιλιάδες (2.000) μέχρι τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ, και μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών».

Μάλιστα, στην παρ. 3 του ανωτέρω άρθρου διευκρινίζεται ότι «για τον υπολογισμό του ύψους των εξόδων λαμβάνεται υπόψη εάν η διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης και της προδικασίας, υπήρξε δαπανηρή για το δημόσιο, ιδίως λόγω της μακροχρόνιας διάρκειας διεξαγωγής της δίκης ή της κυρίας ανακρίσεως, της διενέργειας πραγματογνωμοσύνης και των κλήσεων σημαντικού αριθμού μαρτύρων».

Διαπιστώνουμε, έτσι, ότι από 1-5-2024 (έναρξη ισχύος του νέου ΚΠοινΔ), τα δικαστικά έξοδα υπερτριπλασιάζονται. Τυχόν επιβολή λχ. δικαστικών εξόδων 400,00 € με καταδικαστική απόφαση Μονομελούς Πλημμελειοδικείου για ένα πλημμέλημα ήσσονος απαξίας, συνεπάγεται σχεδόν τετραπλασιασμό των δικαστικών εξόδων που επιβάλλονταν από το ίδιο (ομόβαθμο) δικαστήριο μέχρι 31-4-2024 (80,00 €). Η επιβάρυνση καθίσταται ακόμα πιο εξοντωτική επί καταδικαστικής απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, όπου από 200,00 € τα δικαστικά έξοδα μπορούν να φτάσουν από 600,00 € μέχρι και τα 1.500,00 €. Όσον αφορά, δε, σε καταδικαστικές αποφάσεις για κακουργηματικές πράξεις (αρμοδιότητας είτε Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων είτε Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου), το ύψος των δικαστικών εξόδων για τον καταδικασθέντα κατηγορούμενο, από 360,00 € που ήταν μέχρι πρότινος, μπορεί πλέον να φτάσει μέχρι και το ποσό των 3.000,00 €!. 

Ας παραθέσουμε εδώ δύο ενδεικτικά παραδείγματα: εάν κάποιος καταδικαστεί για το (θεωρούμενο ως ελαφράς ποινικής απαξίας) πλημμέλημα της εξύβρισης, αδίκημα αρμοδιότητας Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, τότε τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του μπορούν να ανέλθουν μέχρι και στο ποσό των 400,00 €. Αντίστοιχα, παραπεμφθείς δημόσιος υπάλληλος ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου για το αδίκημα της ψευδούς βεβαίωσης (στην πλημμεληματική της μορφή) κινδυνεύει, εφόσον δεν του αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό, με την επιβολή και ποινής φυλάκισης (έστω και με αναστολή), και χρηματικής ποινής (αφού το αδίκημα επισύρει και των δύο ειδών τις ποινές), αλλά και δικαστικών εξόδων που μπορούν να ανέλθουν (στο ανώτατο όριό τους) μέχρι και το ποσό των 1500,00 €. Με λίγα λόγια, σε τέτοιες περιπτώσεις ο νέος ΚΠοινΔ ουσιαστικά παρέχει στα Ποινικά Δικαστήρια την δυνατότητα να επιβάλλουν δικαστικά έξοδα (τα οποία, σημειωτέον, δεν συνιστούν ποινή) ισόποσα ή ακόμη και μεγαλύτερου ύψους από τις χρηματικές ποινές.

Αξιοσημείωτο, ακόμη, είναι και το ότι, σύμφωνα με το προεκτεθέν νέο άρθρο 577 ΚΠοινΔ, ως κριτήριο αύξησης των δικαστικών εξόδων θεμελιώνεται πλέον, με τρόπο ρητό, η εκτέλεση πράξεων όπως η πραγματογνωμοσύνη ή η κλήτευση σημαντικού αριθμού μαρτύρων που κατεξοχήν λαμβάνουν χώρα προς υποβοήθηση του έργου της δικαιοσύνης κατά την διερεύνηση και εκδίκαση της εκάστοτε ποινικής υπόθεσης. Η διενέργεια των ανωτέρω πράξεων, ωστόσο, δεν οφείλεται (τουλάχιστον κατά τρόπο άμεσο) στον κατηγορούμενο, υπό την έννοια ότι πολλές φορές διεξάγονται αυτεπαγγέλτως (από τον εισαγγελέα, τον ανακριτή ή το ίδιο το δικαστήριο), δίχως να συνιστούν αίτημα από πλευράς υπεράσπισης. Κατά τούτον, η εν λόγω πρόβλεψη επιβαρύνει, εν πολλοίς αναιτιολόγητα, τη θέση του κατηγορουμένου, αφού μετακυλίει σε εκείνον μεγάλο μέρος του κόστους των στοιχειωδών (και σε κάθε περίπτωση αναγκαίων για την ασφάλεια δικαίου) πράξεων της ποινικής διαδικασίας (είτε κατά την προδικασία, είτε κατά την κύρια διαδικασία ενώπιον του ακροατηρίου). 

Εδώ, βέβαια, δεν πρέπει να λησμονείται ότι σύμφωνα με το άρθρο 583 παρ. 1 και 2 ΚΠοινΔ (διατάξεις που παρέμειναν αμετάβλητες και στον νέο ΚΠοινΔ που ισχύει από 1-5-2024) «η διάταξη της απόφασης για την καταδίκη στα έξοδα είναι εκτελεστή από τότε που είναι εκτελεστή και η διάταξη για την ποινή. Σε κάθε άλλη περίπτωση η διάταξη της απόφασης ή του βουλεύματος για την καταδίκη στα έξοδα είναι εκτελεστή από τότε που αυτά γίνονται αμετάκλητα. Το ανασταλτικό αποτέλεσμα από την άσκηση ενδίκων μέσων ή από την προθεσμία για την άσκησή τους επεκτείνεται και στην διάταξη για τα έξοδα». Τούτο, πρακτικώς, συνεπάγεται ότι εάν ο κατηγορούμενος ασκήσει έφεση κατά της καταδικαστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου ποινικού δικαστηρίου, τότε ο ανασταλτικός χαρακτήρας της έφεσης (κανόνας επί ποινής φυλάκισης, υπό αυστηρές προϋποθέσεις επί καθείρξεως), συμπαρασύρει (μεταθέτει χρονικώς) και την εκτέλεση των δικαστικών εξόδων. Έτσι, στην περίπτωση αυτή (που είναι και το σύνηθες) τα δικαστικά έξοδα θα εκτελεστούν σε βάρος του κατηγορουμένου μόνον εάν αυτός καταδικαστεί και σε δεύτερο βαθμό (κάτι που, ωστόσο, αυξάνει σημαντικά το ποσό των δικαστικών εξόδων, κατά τα όσα προαναφέρθηκαν, αφού η υπόθεση του κατηγορουμένου θα κριθεί, εκ νέου, αλλά από ανώτερο δικαστήριο αυτή τη φορά). Η, δε, εκτέλεση των δικαστικών εξόδων έχει ουσιαστικά την έννοια της βεβαίωσής τους από την Δ.Ο.Υ. στην οποία υπάγεται ο εκάστοτε κατηγορούμενος, δεδομένου ότι έχει παύσει προ πολλού η δυνατότητα κράτησής του καταδικασθέντος (με ποινή που επιβλήθηκε με αναστολή) μέχρις εξοφλήσεώς τους.Τα ζητήματα που τίθενται ενόψει αυτών είναι πολλαπλά. Καταρχάς, εάν ο κατηγορούμενος δικαστεί ερήμην του (στην περίπτωση δηλαδή που είναι απών και δεν εκπροσωπείται ούτε από συνήγορο κατά την σε βάρος του ποινική δίκη) τότε, ενόψει του ότι πιθανότατα θα απωλέσει τις προθεσμίες για την άσκηση ενδίκων μέσων (έφεση, ακύρωση απόφασης, ακύρωση διαδικασίας, αναίρεση), αφού σε τέτοιες περιπτώσεις συνήθως αγνοεί ότι έχει επιβληθεί ποινή σε βάρος του, η καταδικαστική απόφαση θα καταστεί αμετάκλητη τάχιστα και έτσι θα βρεθεί με βεβαιωμένα σε βάρος του τα δικαστικά έξοδα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Από την άλλη, εφόσον ο κατηγορούμενος είναι αυτοπροσώπως παρών ή/και εκπροσωπείται στη δίκη από συνήγορο (τουτέστιν είναι δικονομικώς παρών) και πάλι θα προκύπτουν περιπτώσεις όπου η άσκηση εφέσεως επί πρωτοβάθμιας καταδίκης, όταν τούτη αφορά σε χαμηλές ποινές φυλάκισης με αναστολή, θα εγείρει διλήμματα περί του εάν, στην πράξη, θα έχει τελικώς ωφέλιμο πρόσημο για τον ίδιο, δεδομένου ότι θα εγκυμονεί πλέον τον κίνδυνο να επιβληθούν σε βάρος του υψηλότατα δικαστικά έξοδα εάν επικυρωθεί η ενοχή του και από το εφετείο (έστω και αν αυτά βεβαιώνονται, ως προειπώθηκε, στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και, συνακόλουθα, μπορούν να υπαχθούν σε ρύθμιση). Τούτο, ασφαλώς, θέτει εν δυνάμει ζήτημα αλλοίωσης του θεμελιώδους δικονομικού δικαιώματος του κατηγορουμένου στην άσκηση ενδίκων μέσων, αφού στην πραγματικότητα ο νομοθέτης μοιάζει να επιφυλάσσει μια αποτρεπτική μεταχείριση στην «ιερή» και απαραβίαστη πρόσβαση του καταδικασθέντος στην ουσιαστική επανεξέταση της σε βάρος του κατηγορίας.               Επισημαίνεται, πάντως, ότι δικαστικά έξοδα αυτονοήτως δεν επιβάλλονται όταν ο κατηγορούμενος αθωώνεται, είτε σε πρώτο είτε σε δεύτερο βαθμό, ακόμη και αν το ποινικό δικαστήριο οδηγείται στην εν λόγω αθωωτική κρίση λόγω αμφιβολιών. Η δε εξάντληση των πιθανοτήτων αθώωσης θα πρέπει ούτως ή άλλως να συνιστά, πάντοτε και αδιαπραγμάτευτα, την κύρια στόχευση του κατηγορουμένου. Κατά συνέπεια, η άσκηση των προβλεπόμενων ποινικών ενδίκων μέσων έναντι της εκάστοτε καταδικαστικής απόφασης (ιδίως σε περιπτώσεις που η επιβληθείσα ποινή αφορά σε αδικήματα πρόσφορα να δρομολογήσουν σοβαρές ή και μόνιμες συνέπειες σε επαγγελματικό ή κοινωνικό επίπεδο για τον καταδικασθέντα κατηγορούμενο) δεν θα πρέπει να τελεί υπό την αίρεση του κινδύνου επιβολής περαιτέρω δικαστικών εξόδων με την απόφαση του δευτεροβάθμιου ποινικού δικαστηρίου.  

*Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά  νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδια/ιο δικηγόρο του συγκεκριμένου τμήματος του γραφείου μας που εξειδικεύεται στον ειδικό τομέα δικαίου, αφού προηγουμένως λάβει υπόψη του/της το σύνολο των δεδομένων που θα εκτεθούν και θα μελετηθούν  για την υπόθεσή σας.


 Μη χάνετε την έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωσή σας. Ακολουθήστε μας τώρα στα Google News