Δικηγορικό Γραφείο
Fast –track συντάξεις: Τι γίνεται όταν η απόφαση απονομής παρουσιάζει αποκλίσεις ή λάθη;

Ήδη από τον Απρίλιο του 2022 ισχύει ο Ν. 4921/2022, με τον οποίο εισήχθηκαν στο χώρο του ασφαλιστικού δικαίου δύο νέοι θεσμοί, ήτοι α) η σύνταξη εμπιστοσύνης, που αφορά εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί έως τις 31 Μαρτίου 2022 και ο έλεγχος των δικαιολογητικών τους θα γίνεται εκ των υστέρων και β) η σύνταξη fast –track.

            Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 48 του Ν. 4921/2021:

«1. Ο Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) εκδίδει πράξη απονομής κύριας σύνταξης ή απορρίπτει τη σχετική αίτηση, αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη απονομή της, εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

2. Μετά από την πάροδο της προθεσμίας της παρ. 1, η πράξη απονομής της σύνταξης εκδίδεται με βάση τα δεδομένα του ασφαλιστικού ιστορικού που τηρούνται στο Πληροφοριακό Σύστημα «ΑΤΛΑΣ», το οποίο είναι προσβάσιμο μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (ΕΨΠ-gov.gr), ή σε άλλα μηχανογραφικά συστήματα του e-Ε.Φ.Κ.Α., χωρίς να απαιτείται επαλήθευση των δεδομένων αυτών από τον e-Ε.Φ.Κ.Α. πριν από την έκδοση της πράξης. Η αναγνώριση επιπλέον ασφαλιστικού χρόνου, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 17 του ν. 4670/2020 (Α΄ 43), περί της αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης που δεν έχει ψηφιοποιηθεί ή πιστοποιηθεί ως έγκυρος και δεν αποτελεί δεδομένο του Πληροφοριακού Συστήματος «ΑΤΛΑΣ», γίνεται χωρίς έλεγχο των φυσικών παραστατικών που αποδεικνύουν τον χρόνο αυτό. Ο επιπλέον ασφαλιστικός χρόνος δύναται να θεμελιώνεται και με βεβαιώσεις πιστοποιημένων επαγγελματιών που διαπιστώνουν χρόνο ασφάλισης, σύμφωνα με την υποπερ. α) της περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 255 του ν. 4798/2021 (Α΄ 68).

3. Η διαδικασία της παρ. 2 εφαρμόζεται και σε όλες τις αιτήσεις για απονομή κύριας σύνταξης που έχουν υποβληθεί μέχρι την 31η.3.2022 και είναι εκκρεμείς κατά τη δημοσίευση του παρόντος. Ειδικά για τις αιτήσεις αυτές, δηλώσεις της παρ. 4 του άρθρου 17 του ν. 4670/2020, γίνονται δεκτές, χωρίς να απαιτείται η προσκόμιση των φυσικών παραστατικών που θεμελιώνουν τον επιπλέον ασφαλιστικό χρόνο. Στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου, επί του σώματος της πράξης απονομής σύνταξης συμπεριλαμβάνεται ειδοποίηση στους ασφαλισμένους ότι είναι υποχρεωμένοι να διατηρήσουν, διαθέσιμα για έλεγχο, τα φυσικά παραστατικά που δεν έχουν προσκομίσει στον e-Ε.Φ.Κ.Α., για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

4. Η πράξη απονομής επικουρικής σύνταξης εκδίδεται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την ημερομηνία απονομής κύριας σύνταξης ή εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία αίτησης για την απονομή επικουρικής σύνταξης, αν αυτή υποβλήθηκε μεταγενέστερα από την αίτηση απονομής κύριας σύνταξης. Η απόφαση για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής εκδίδεται εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης. Μετά την άπρακτη πάροδο των προθεσμιών του πρώτου εδαφίου οι πράξεις απονομής της επικουρικής σύνταξης εκδίδονται από την αρμόδια υπηρεσία του φορέα ή τομέα ή κλάδου ή λογαριασμού, στην οποία οι αιτούντες ασφαλισμένοι υπάγονται, λόγω ιδιότητας ή απασχόλησης, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, σύμφωνα με την παρ. 2 του παρόντος και ελέγχονται σύμφωνα με το άρθρο 49, όταν πρόκειται για ασφαλισμένους στους οποίους έχει απονεμηθεί κύρια σύνταξη και οι οποίοι έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες (4.500) ημέρες επικουρικής ασφάλισης.

5. Οι προθεσμίες των παρ. 1 έως 4 δεν ισχύουν για τις διεθνείς συντάξεις.»

            Ωστόσο, συχνά, και ειδικότερα μέσα στον ενάμισι χρόνο που ακολούθησε η ως άνω νομοθέτηση, προκύπτουν πολλές περιπτώσεις, κατά τις οποίες παρατηρούνται οφθαλμοφανή λάθη στις αποφάσεις που προκύπτουν από τη διαδικασία ταχείας απονομής σύνταξης (fast-track). Όσο, δε, πιο περίπλοκο το ασφαλιστικό βιογραφικό του αιτούντος, τόσο πιθανότερη η εμφάνιση λάθους στην απόφαση που θα ακολουθήσει την αίτηση συνταξιοδότησής του και θα εκδοθεί με τη διαδικασία fast –track.

            Το ενδεχόμενο αυτό λαμβάνει υπόψη το άρθρο 49 του ως άνω νόμου, σύμφωνα με το οποίο:

«1. Οι πράξεις απονομής σύνταξης που εκδίδονται με τη διαδικασία ταχείας απονομής σύνταξης των παρ. 2 και 3 του άρθρου 48 ελέγχονται εντός τριών (3) ετών από την έκδοσή τους. Σε κάθε περίπτωση, ο έλεγχός τους αποκλείεται μετά από την πάροδο πέντε (5) ετών από την έκδοσή τους. Οι πράξεις απονομής επικουρικής σύνταξης που εκδίδονται με τη διαδικασία ταχείας απονομής σύνταξης της παρ. 4 του άρθρου 48 ελέγχονται εντός ενός (1) έτους από την έκδοσή τους. Σε κάθε περίπτωση, ο έλεγχός τους αποκλείεται μετά από την πάροδο τριών (3) ετών από την έκδοσή τους.

2. Αν από τον έλεγχο προκύψει ότι το ασφαλιστικό ιστορικό που έχει ληφθεί υπόψη για την έκδοση της πράξης απονομής σύνταξης είναι εσφαλμένο, η πράξη μεταρρυθμίζεται αναλόγως ή ανακαλείται, κατά περίπτωση.

3. Αν ο έλεγχος πραγματοποιηθεί μετά από την πάροδο τριών (3) ετών από την έκδοση της πράξης απονομής σύνταξης και από αυτόν προκύψει ότι εχώρησε αχρεώστητη καταβολή συντάξεων προς τον συνταξιούχο, η ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθεισών συντάξεων καταλαμβάνει μόνο τις συντάξεις που αντιστοιχούν στα τρία (3) τελευταία έτη πριν από τον σχετικό καταλογισμό.

4. Αν από τον έλεγχο προκύψει ότι ο ασφαλιστικός χρόνος που έχει ληφθεί υπόψη για την έκδοση της πράξης απονομής σύνταξης είναι μεγαλύτερος από τον πραγματικό χρόνο ασφάλισης μέχρι δύο (2) έτη, ο ασφαλισμένος δύναται να καλύψει τις αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές, εντός ενός (1) έτους από την κοινοποίηση του αποτελέσματος του ελέγχου, κατ’ επιλογήν του είτε με καταβολή, είτε με παρακράτηση από την καταβαλλόμενη σύνταξη, είτε με συνδυασμό των δύο τρόπων. Η κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών γίνεται σύμφωνα με την αξία τους κατά τον χρόνο υποβολής της σχετικής αίτησης από τον ασφαλισμένο. Εναλλακτικά, ο ασφαλισμένος δύναται να επιλέξει την εφάπαξ καταβολή, εντός ενός (1) μηνός από την κοινοποίηση του αποτελέσματος του ελέγχου, ποσού ίσου με το καταβλητέο ποσό για αναγνώριση του αντίστοιχου χρόνου ασφάλισης, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 40 του ν. 2084/1992 (Α΄ 165), περί αναγνώρισης χρόνου φοίτησης σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές. Αν ο ασφαλισμένος επιλέξει να καλύψει τις αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές, σύμφωνα με το πρώτο και δεύτερο εδάφιο, ή να καταβάλει το ποσό για αναγνώριση του αντίστοιχου χρόνου ασφάλισης, σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο, η πράξη απονομής σύνταξης δεν ανακαλείται ούτε μεταρρυθμίζεται.

5. Ειδικά οι δηλώσεις της παρ. 4 του άρθρου 17 του ν. 4670/2020 (Α΄ 43), περί της αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης που δεν έχει ψηφιοποιηθεί ή πιστοποιηθεί ως έγκυρος και δεν αποτελεί δεδομένο του Πληροφοριακού Συστήματος «ΑΤΛΑΣ», οι οποίες έχουν ληφθεί υπόψη για την έκδοση πράξεων απονομής σύνταξης, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 48, επί εκκρεμών αιτημάτων που είχαν υποβληθεί μέχρι την 31η.3.2022, χωρίς προσκόμιση των φυσικών παραστατικών που θεμελιώνουν τον επιπλέον ασφαλιστικό χρόνο, ελέγχονται εντός πέντε (5) ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Σε κάθε περίπτωση, ο έλεγχός τους αποκλείεται μετά από την πάροδο δέκα (10) ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Αν, κατά τον έλεγχο, ο συνταξιούχος δεν ανταποκριθεί σε πρόσκληση του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) να προσκομίσει τα φυσικά παραστατικά που θεμελιώνουν τον επιπλέον χρόνο συνταξιοδότησης, η καταβολή της σύνταξης αναστέλλεται μέχρι την ολοκλήρωση του ελέγχου, με απόφαση του Διοικητή του e-Ε.Φ.Κ.Α. Αν από τον έλεγχο προκύψει ότι εχώρησε αχρεώστητη καταβολή συντάξεων προς τον συνταξιούχο εξαιτίας του συνυπολογισμού επιπλέον χρόνου ασφάλισης, χωρίς αυτός να τεκμηριώνεται με φυσικά παραστατικά, η ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθεισών συντάξεων καταλαμβάνει το σύνολο των συντάξεων που έχουν καταβληθεί ως αποτέλεσμα του εσφαλμένου συνυπολογισμού επιπλέον χρόνου ασφάλισης. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι παρ. 1 έως 4.

6. Η εφαρμογή του παρόντος δεν αποκλείει τον έλεγχο σε περίπτωση που η πράξη απονομής σύνταξης εκδόθηκε βάσει πλαστών ή αναληθών στοιχείων, τα οποία υποβλήθηκαν από τον ασφαλισμένο με γνώση της πλαστότητας ή της αναλήθειάς τους.

7. Το πλήθος και το αποτέλεσμα των ελέγχων, καθώς και ο οικονομικός αντίκτυπος από τη διαδικασία ταχείας απονομής σύνταξης ανά ημερολογιακό έτος αποτυπώνονται σε ειδική ετήσια απολογιστική έκθεση, η οποία συντάσσεται μέχρι την 30ή Ιουνίου του επομένου έτους».

            Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι συντάξεις fast-track περιλαμβάνουν μεγάλη πιθανότητα λάθους, την οποία ο νομοθέτης έλαβε υπόψη και γι’ αυτό το λόγο από την έκδοση των αποφάσεων αυτών έως και τα 5 επόμενα χρόνια ελέγχονται κατά τρόπο «αυτάπαγγελτο» από την αρμόδια υπηρεσία ΕΦΚΑ, που εξέδωσε η απόφαση. Παράλληλα, ο συνταξιούχος μπορεί να ασκεί ένσταση ενώπιό της, προκειμένου να συνεπικουρήσει στον έλεγχο αυτό. Αυτό, δε, ισχύει και στην περίπτωση των συντάξεων του Δημοσίου, με αποτέλεσμα να αποφεύγεται η πολυέξοδη και μακροχρόνια διαδικασία ενώπιον το Ελεγκτικού Συνεδρίου. Αφού, δε, πραγματοποιηθεί ο έλεγχος (αυταπάγγελτα ή κατόπιν ένστασης του συνταξιούχου), στις περιπτώσεις που έχει καταβληθεί μεγαλύτερη σύνταξη από όση θα έπρεπε, τα επιπλέον χρήματα θα ανακτηθούν με τις σχετικές διαδικασίες που προβλέπονται παγίως στο Δημόσιο. Στις λοιπές περιπτώσεις, ήτοι όταν έχει καταβληθεί μικρότερη σύνταξη από όση θα έπρεπε, ομοίως, θα καταβληθούν αναδρομικά τα επιπλέον ποσά.


 Μη χάνετε την έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωσή σας. Ακολουθήστε μας τώρα στα Google News