ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
Αριθμός Απόφασης
4197/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή ……………………., Πρωτόδικη, που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου του Πρωτοδικείου Αθηνών, και από τη Γραμματέα ………………………...
Συνεδρίασε δημόσια, στο ακροατήριό του, την 3η Φεβρουάριου 2025, προκειμένου να δικάσει την από 15 Ιουλίου 2024 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……/……/15-07-2024 αίτηση, η οποία προσδιορίσθηκε για την παρούσα δικάσιμο και γράφθηκε στο πινάκιο (ΡΔ-03), με αντικείμενο την υιοθεσία ενηλίκου.
Των αιτούντων: 1) ……………….. του ……………… και της ……………….., κατοίκου …………………, επί της οδού ………………., αριθ. ….., με Α.Φ.Μ. ……………….., και 2) ……………….. του …………… και της…………….., κατοίκου ομοίως ως άνω, με Α.Φ.Μ. …………….., οι οποίοι παραστάθηκαν στο ακροατήριο μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου τους Αθηνάς Κακλαμάνη (AM ΑΣ A: 42521).
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η πληρεξούσια δικηγόρος των αιτούντων ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις και στα πρακτικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 1579 ΑΚ συνάγεται ότι η υιοθεσία ενηλίκου επιτρέπεται μόνο όταν ο υιοθετούμενος είναι συγγενής ως και τον τέταρτο βαθμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας αυτού που υιοθετεί. Στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης εντάσσεται και η υιοθεσία τέκνου της συζύγου του υιοθετούντος, αφού μεταξύ του τελευταίου και του τέκνου της συζύγου του υπάρχει συγγένεια εξ αγχιστείας πρώτου βαθμού. Από δε το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1580, 1581, 1582 και 1542 επ. ΑΚ, συνάγεται ότι προσθέτως απαιτείται η συνδρομή των κάτωθι προϋποθέσεων για την τέλεση της υιοθεσίας ενηλίκου: α) ο θετός γονέας πρέπει να έχει συμπληρώσει τουλάχιστον το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του (άρθρο 1582 ΑΚ), β) ο θετός γονέας να είναι μεγαλύτερος από τον υιοθετούμενο τουλάχιστον κατά δεκαοκτώ χρόνια (άρθρο 1582 ΑΚ), γ) η υιοθεσία πρέπει να είναι προς το συμφέρον του ενηλίκου υιοθετούμενου (άρθρο 1542 εδ. β' σε συνδυασμό με 1580 ΑΚ). Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 1580 ΑΚ ορίζει ότι στην υιοθεσία ενηλίκου έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις που ισχύουν για την υιοθεσία ανηλίκου, εφόσον δεν υφίσταται αντίθετη ειδικότερη διάταξη για την υιοθεσία ενηλίκου. Αναλογικά δε, μπορούν να εφαρμοστούν οι διατάξεις για την υιοθεσία ανηλίκου σε αυτή του ενηλίκου στο μέτρο και στο βαθμό που συνάδουν με τη φύση και τον επιδιωκόμενο σκοπό της τελευταίας, ο οποίος συνίσταται στην ικανοποίηση της ανάγκης του υιοθετούντος για τη συνέχιση του ονόματος και της προσωπικότητάς του, καθόσον υπάρχει ήδη μια οικογένεια. Συγκεκριμένα, η υιοθεσία ενηλίκου διαφοροποιείται από αυτή του ανηλίκου, ως προς το ότι ο υιοθετούμενος είναι πλήρως δικαιοπρακτικά ικανός, καθότι έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του (άρθρο 127 ΑΚ), ως προς το ότι η γονική μέριμνα του φυσικού γονέα έχει παύσει στο σύνολό της για τους φυσικούς γονείς, από την ενηλικίωση του τέκνου (άρθρα 127, 1510, 1538 ΑΚ) και, τέλος, ως προς τα αποτελέσματά της, αφού, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1584 εδ. β' ΑΚ, μετά την τέλεση της υιοθεσίας του ενηλίκου, παραμένει αμετάβλητος ο βιολογικός και ηθικός δεσμός μεταξύ του θετού τέκνου και του άλλου φυσικού γονέα του και των συγγενών του, ως προς το είδος, τη γραμμή και το βαθμό της συγγένειας. Ενόψει όλων αυτών, δεν είναι εφαρμοστέα στην υιοθεσία ενηλίκου η διάταξη του άρθρου 1550 παρ. 1 ΑΚ, που προβλέπει τη συναίνεση των φυσικών γονέων του υιοθετουμένου, ως προϋπόθεση για τη συντέλεση της υιοθεσίας ανηλίκου. Για τους ίδιους ως άνω λόγους πρέπει να γίνει δεκτό ότι δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 1557 ΑΚ στην υιοθεσία ενηλίκου, που θέτει ως προϋπόθεση για την υιοθεσία ανηλίκου τη διεξαγωγή επισταμένης κοινωνικής έρευνας από κοινωνική υπηρεσία, καθότι ο ενήλικος υιοθετούμενος διαθέτει πνευματική και ψυχολογική ωριμότητα, προκειμένου να κρίνει το συμφέρον ή μη της τελούμενης υιοθεσίας (βλί ΠολΠρωτΘηβ 32/2009 ΕλλΔνη 2009.627 όπου και περαιτέρω παραπομπές). Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 23 παρ. 1 ΑΚ, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για τη σύσταση και τη λύση της υιοθεσίας, η οποία περιέχει στοιχεία αλλοδαπότητας κατά τα υποκείμενα αυτής (διακρατικές υιοθεσίες), ρυθμίζονται από το δίκαιο της ιθαγένειας του κάθε μέρους (βλ. ΕφΑθ 2324/2005 ΕλλΔνη 2006.616, ΕφΘεσσ 1438/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠολΠρωτΘεσσ 25358/2007 Αρμ 2008.65), δηλαδή ορίζεται η επιμεριστική εφαρμογή της lex patriae κάθε μέρους. Με βάση τα παραπάνω για να είναι έγκυρη η υιοθεσία θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα να υιοθετηθεί ο υιοθετούμενος κατά το δίκαιο της ιθαγένειάς του, ενώ για τον υιοθετούντα η δυνατότητα υιοθεσίας θα κριθεί από το δίκαιο της δικής του ιθαγένειας. Εάν υφίσταται κώλυμα για το ένα μέρος, κατά το δίκαιο της ιθαγένειάς του, να συνάψει υιοθεσία, καθίσταται αδρανής η ευχέρεια την οποία έχει το άλλο μέρος από το δίκαιο της ιθαγένειάς του να συνάψει τη σχέση υιοθεσίας. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 33 ΑΚ, διάταξη αλλοδαπού δικαίου δεν εφαρμόζεται, εάν η εφαρμογή της προσκρούει στα χρηστά ήθη ή γενικά στη δημόσια τάξη. Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου αυτού, η εφαρμογή του αλλοδαπού δικαίου αποκλείεται όταν αυτή στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν εναρμονίζεται προς τους θεμελιώδεις κανόνες και αρχές, που επικρατούν κατά το χρονικό σημείο εφαρμογής του στην Ελλάδα και απηχούν τις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτειακές, πολιτικές, θρησκευτικές, ηθικές και άλλες αντιλήψεις που διέπουν το βιοτικό ρυθμό αυτής. Αυτές αποτελούν το φράγμα εφαρμογής στην ημεδαπή κανόνων αλλοδαπού δικαίου, η οποία μπορεί να προξενήσει διαταραχή στην αρμονία του ρυθμού αυτού, που κυριαρχεί στη χώρα και διέπεται από τις εν λόγω αρχές (βλ. ΟλΑΠ 17/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εφόσον διαπιστωθεί ότι η εφαρμογή της αλλοδαπής διάταξης προσκρούει in concrete στην ελληνική δημόσια τάξη, η αλλοδαπή διάταξη δεν εφαρμόζεται. Σε αυτή την περίπτωση η συγκεκριμένη βιοτική σχέση ή θα μείνει αρρύθμιστη (αλλά θα πρέπει τούτο να είναι ανεκτό από την ημεδαπή δημόσια τάξη) ή εάν δεν δύναται να μείνει αρρύθμιστη θα ρυθμισθεί κατ’ εφαρμογή έτερης διάταξης του αυτού εφαρμοστέου δικαίου. Εφόσον, δε, το τελευταίο δεν είναι δυνατό, η ρύθμιση της σχέσης θα επιτευχθεί κατ’ εφαρμογή του ημεδαπού δικαίου (lex fori) [Βρέλλης σε Γεωργιάδη - Σταθόπουλου ΑΚ 33 αρ. 6].
Κατά τη διάταξη του άρθρου 337 ΚΠολΔ, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη αυτεπαγγέλτως και χωρίς απόδειξη το δίκαιο που ισχύει σε αλλοδαπή πολιτεία, τα έθιμα και τα συναλλακτικά ήθη και εάν δεν τα γνωρίζει μπορεί να διατάξει απόδειξη ή να χρησιμοποιήσει όποιο μέσο κρίνει κατάλληλο χωρίς να περιορίζεται στις αποδείξεις που προσάγουν οι διάδικοι. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη με αριθμό πρωτοκόλλου 62/12-02-2025 Νομική Πληροφορία του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου, στο ουκρανικό δίκαιο η υιοθεσία ρυθμίζεται από το 18ο κεφάλαιο (άρθρα 207 - 242) του ουκρανικού Οικογενειακού Κώδικα της 10.01.2002 (Νόμος υπ’ αριθ. 38/2002), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει (εφεξής ουκρΟικΚωδ). Η υιοθεσία τελείται δυνάμει δικαστικής απόφασης, κατόπιν αίτησης του υιοθετούντος. Η υιοθεσία πρέπει να εξυπηρετεί το συμφέρον του τέκνου και να του εξασφαλίζει ένα σταθερό και αρμονικό οικογενειακό περιβάλλον. Επιτρεπτή είναι καταρχήν η υιοθεσία ανηλίκου, δηλαδή προσώπου που δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις το δικαστήριο δύναται να επιτρέψει την υιοθεσία ενηλίκου, ο οποίος στερείται μητέρας ή πατέρα ή επιτρόπου (άρθρο 208 παρ. 2 ουκρΟικΚωδ). Κατά την εν λόγω κρίση το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του την οικογενειακή κατάσταση του υιοθετούντος, και κυρίως την έλλειψη βιολογικών τέκνων, καθώς και άλλες περιστάσεις βαρύνουσας σημασίας (άρθρο 208 ουκρΟικΚωδ). Περιστάσεις βαρύνουσας σημασίας συνιστούν ενδεχομένως τα κριτήρια του άρθρου 224 παρ. 1 και 2 του ουκρΟικΚωδ, που οφείλει να εξετάζει το δικαστήριο στην περίπτωση υιοθεσίας ανηλίκου. Έτσι, σημασία στην εν λόγω έρευνα αποκτούν αφενός η υγεία, η οικονομική και οικογενειακή κατάσταση, καθώς και οι συνθήκες διαβίωσης του υιοθετούντος και αφετέρου η σχέση του με το τέκνο και οι πιθανότητες διασφάλισης μίας ομαλής και αρμονικής συμβίωσής τους. Μεταξύ υιοθετούντος και ενηλίκου υιοθετουμένου πρέπει να υπάρχει διαφορά ηλικίας τουλάχιστον δέκα οκτώ ετών (άρθρο 211 παρ. 2 ουκρΟικΚωδ). Πέρα της τελευταίας αυτής ρύθμισης, ο ουκρανικός Οικογενειακός Κώδικας δεν περιέχει άλλες διατάξεις που να αναφέρονται ρητώς στην υιοθεσία ενηλίκου. Από την έρευνα των διαθέσιμων και προσβάσιμων πηγών δεν προκύπτει η έκταση της πιθανής αναλογικής εφαρμογής των διατάξεων περί υιοθεσίας ανηλίκων.
Στην προκειμένη περίπτωση οι αιτούντες, ο μεν πρώτος ελληνικής, ο δε δεύτερος ουκρανικής ιθαγένειας, γεννηθέντες την 3η Ιουλίου 1972 και την 7η Ιουνίου 1994, αντίστοιχα, ζητούν να κηρυχθεί θετό τέκνο του πρώτου ο δεύτερος, φυσικό τέκνο της ……………….. με την οποία ο πρώτος έχει τελέσει νόμιμο γάμο την 22α Μαρτίου 2003 και δεν έχει αποκτήσει φυσικά τέκνα. Ακόμα, οι αιτούντες, με τις προτάσεις τους, ζητούν, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η παρούσα αίτηση υιοθεσίας, να μεταβληθεί το όνομα του δευτέρου αιτούντος από ……………… σε …………….. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αίτηση, παραδεκτώς ασκείται, δεδομένου ότι επιδόθηκε κατ’ άρθρο 748 παρ. 2 ΚΠολΔ στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών (βλ. την υπ’ αριθ. ……………….. έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών Δήμητρας Κρανίση), πλην του αιτήματος για αλλαγή ονόματος του δευτέρου αιτούντος, το οποίο υποβλήθηκε απαραδέκτως το πρώτον με τις προτάσεις, λόγω μη τήρησης της απαιτούμενης προδικασίας κατά την έννοια των άρθρων 739, 741, 747, 748 παρ. 2, 751, και 782 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 223 ΚΠολΔ, και αρμοδίως καθ’ ύλη και κατά τόπο εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του έχοντος διεθνή δικαιοδοσία παρόντος Δικαστηρίου κατά την προκειμένη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 741 και 800 ΚΠολΔ, 8 του Ν. 4198/2013 και 121 ΕισΝΑΚ). Περαιτέρω, η υπό κρίση αίτηση είναι κατά τα λοιπά παραδεκτή, ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις προαναφερθείσες διατάξεις, πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί κατωτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αποδεικνύεται ότι για την προκειμένη υιοθεσία συνήνεσαν αυτοπροσώπως ενώπιον της Δικαστή του Δικαστηρίου αμφότεροι οι αιτούντες, καθώς και η φυσική μητέρα του δευτέρου αιτούντος (υιοθετούμενου). Περαιτέρω, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζονται με επίκληση, καθώς και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο πρώτος αϊτών, …………… του …………….και της ………………, με Α.Δ.Τ. …………………../Τ.Α. …………….., γεννηθείς την 3η Ιουλίου 1972 στο ………………….. και η ουκρανικής ιθαγένειας …………………. του ……………….. και της …………….., τέλεσαν τη 13η Σεπτεμβρίου 2003 στον Ιερό Ναό ……………….. κατά τους κανόνες του ανατολικού ορθοδόξου δόγματος, ο οποίος ήταν πρώτος για τον πρώτο των αιτούντων και δεύτερος για την ανωτέρω (βλ. αντίγραφο της με Αριθμό/Τόμο/Ετος: ……………… Ληξιαρχικής Πράξης Γάμου του Ληξιάρχου ………………….), από τον οποίον δεν έχουν αποκτήσει φυσικά τέκνα. Ο δεύτερος αϊτών, ……………….. του ……………. και της …………….., ουκρανικής ιθαγένειας, γεννηθείς την 7η Ιουνίου 1994 στην πόλη ……………. του ………………. της Ουκρανίας, είναι φυσικό τέκνο, γεννημένο σε γάμο, της ως άνω ……………………… του ……………… και του ……………… του …………….., ο οποίος (γάμος) λύθηκε το έτος 1996 και από τότε διαβιούν χωριστά. Δυνάμει της Απόφασης του Δικαστηρίου της πόλης και περιοχής ………………. του Νομού ………………… επί της υπόθεσης με αριθμό …………………. διαπιστώθηκε ότι ο ανωτέρω βιολογικός πατέρας του ήδη δευτέρου αιτούντος, από τη λύση του γάμου του με τη φυσική μητέρα του τελευταίου, δεν συμμετείχε στην ανατροφή του τέκνου του, δεν ενδιαφερόταν για τη ζωή και την εκπαίδευσή του, δεν επικοινωνούσε με το παιδί και δεν του προσέφερε οικονομική ή άλλη βοήθεια, ενώ απέκτησε νέα οικογένεια και δύο παιδιά από το δεύτερο γάμο του.
Ακόμα, το παραπάνω Δικαστήριο έκρινε ότι ο ως άνω βιολογικός πατέρας του ήδη δευτέρου αιτούντος δεν προτίθετο να ασχοληθεί με την ανατροφή και συντήρησή του στο μέλλον, αφού προέβη σε έγγραφη συγκατάθεση ενώπιον συμβολαιογράφου προκειμένου το εν λόγω τέκνο του να υιοθετηθεί από το δεύτερο σύζυγο της πρώην συζύγου του. Περαιτέρω, το ανωτέρω Δικαστήριο, αφού βεβαιώθηκε ότι ο βιολογικός πατέρας του ήδη δευτέρου αιτούντος παραιτήθηκε από την εκτέλεση των γονεϊκών του υποχρεώσεων προς αυτόν, έκρινε σκόπιμο να αποστερήσει τα γονεϊκά δικαιώματα του ……………….. του ……………..σχετικά με το εν λόγω τέκνο του. Η παραπάνω απόφαση κατέστη αμετάκλητη στις 26 Νοεμβρίου 2004. Κατόπιν τούτων, στη ληξιαρχική εγγραφή γέννησης με αριθμό ………….. Ιουλίου 1994 του ήδη δευτέρου αιτούντος, στην οποία φέρεται με τα στοιχεία ………….. του …………, η οποία έγινε στο ληξιαρχικό γραφείο της πόλης του …………….της Διεύθυνσης Δικαιοσύνης του Νομού……………….., με βάση την απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της πόλης του ……………. Νομού …………….με αριθμό ………… Ιουλίου 2005, επήλθε τροποποίηση του επωνύμου του ήδη δευτέρου αιτούντος από «…………..» σε «………..», όπως τούτο προκύπτει από τη με αριθμό ………………….. Βεβαίωση του Διευθυντή του Ληξιαρχικού Γραφείου της Διεύθυνσης Δικαιοσύνης Νομού……………………...
Εν συνεχεία, ο πρώτος αϊτών δεν έχει αποκτήσει φυσικά τέκνα από το γάμο του με τη …………….. (βλ. και το με χαρακτηριστικό ασφαλείας ………………………… Πιστοποιητικό Οικογενειακής Κατάστασης του Γραφείου Διεύθυνσης Αστικής Κατάστασης-Τμήμα Έκδοσης του Δήμου Αθηναίων).
Τέλος, λόγω της ιδιαίτερης σχέσης αγάπης, εκτίμησης και εμπιστοσύνης που έχει αναπτυχθεί μεταξύ των αιτούντων, καθώς από το χρόνο τέλεσης του γάμου του πρώτου εξ αυτών με τη βιολογική μητέρα του δευτέρου εξ αυτών, το έτος 2003, κατά τα προαναφερθέντα, όταν ο τελευταίος ήταν στην τρυφερή ηλικία των 9 ετών, οι αιτούντες διέμειναν στην ίδια οικογενειακή στέγη, αναπτύσσοντας, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, σχέση πατέρα και υιού, το Δικαστήριο κρίνει ότι η υιοθεσία είναι προς το συμφέρον του υιοθετούμενου και θα αποβεί προς όφελος του. Συνεπώς, συντρέχουν όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις και πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση ως βάσιμη και κατ’ ουσία.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει παρόντων των αιτούντων.
Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
Δέχεται κατά τα λοιπά την αίτηση.
Κηρύσσει τον δεύτερο αιτούντα, ………………του ………….και της ……………., θετό τέκνο του πρώτου αιτούντος, ……………….. του …………… και της ……………..
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 27-08-2025
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ