Ακολουθεί η απόφαση:
Αριθμός απόφασης 20/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτούμενο από τη Δικαστή Παναγιώτα Νίκα, Πρωτόδικη, η οποία ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου, και από τη Γραμματέα Μαρίνα Γρηγοριάδου.
Συνεδρίασε, δημόσια, στο ακροατήριό του, την I11 Νοεμβρίου 2024, προκειμένου να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ: ……………………..η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο δια του πληρεξουσίου Δικηγόρου Ελευθερίου Κιούκη (AM ΔΣΑ 26261) που κατέθεσε προτάσεις και το με αριθμό Α594053/2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων έκδοσης του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Ανώνυμης εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις με την επωνυμία «Cepal Hellas Χρηματοοικονομικές Υπηρεσίες Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων Από Δάνεια και Πιστώσεις», όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που εδρεύει στη Νέα Σμύρνη Αττικής, Λεωφόρος Συγγρού, αριθμοί 209-211, με Α.Φ.Μ. 800715056, νομίμως αδειοδοτηθείσας με την με αριθμό 207/1/29-11-2016 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος ως εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, δυνάμει των διατάξεων του ν. 4354/2015 και της πράξης 118/19-5-2017 της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος, όπως τροποποιήθηκε από την με αριθμό 153/8-1-2019 πράξη, υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας απαιτήσεων, εντολοδόχου και ειδικού πληρεξουσίου, αντιπροσώπου και αντικλήτου της εταιρείας με την επωνυμία «Galaxy IV Funding Designated Activity Company», με έδρα το Δουβλίνο της Ιρλανδίας, 1-2 Victoria Buildings, Haddington Road, Dublin 4, D04 XN32 και αριθμό καταχώρισης στο μητρώο εταιρειών της Ιρλανδίας 657125, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, δυνάμει του από 18-6-2021 ιδιωτικού συμφωνητικού διαχείρισης απαιτήσεων, το οποίο αποτελεί περίληψη της από 8- 4-2021 σύμβασης μακροπρόθεσμης διαχείρισης, όπως τροποποιήθηκε, και το οποίο καταχωρήθηκε στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 22u-6-2021 με αριθμό πρωτοκόλλου 210/22-6-2021, στον τόμο 12, με αύξοντα αριθμό 200, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 10 ν. 3156/2003, όπως ισχύει, κατόπιν της από 10-4-2023 νεότερης συμπλήρωσής του δυνάμει της από 10-4-2023 περίληψης σύμβασης μακροπρόθεσμης διαχείρισης απαιτήσεων, που καταχωρήθηκε στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 11 Μ-2023 με αριθμό πρωτοκόλλου 246/11-4-2023, στον τόμο 16, με αύξοντα αριθμό 19, και του με αριθμό 46,042/15-6-2021 ειδικού πληρεξουσίου του συμβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου Θ. Στεφανάκου, της τελευταίας αλλοδαπής εταιρείας ως ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Alpha Τράπεζα Ανώνυμος Εταιρεία» και τον διακριτικό τίτλο «Alpha Bank», με Α,Φ,Μ. 996807331 (επωφελούμενη), νομίμως εκπροσωπούμενης, υπό την ιδιότητά ττ|ς ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία Αλφα Τράπεζα Ανώνυμη Εταιρεία», ήδη μετονομασθείσα σε «Alpha Υπηρεσιών και Συμμετοχών Ανώνυμη Εταιρεία», με Α,Φ,Μ. 094014249 (διασπώμενη), κατόπιν διάσπασης της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας και εισφοράς του στην ανωτέρω επωφελούμενη εταιρεία, εγκριθείσας της ως άνω διάσπασης με την με αριθμό πρωτοκόλλου 45.089/16-4-2021 απόφαση του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, που καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. και δημοσιεύθηκε στα στοιχεία της διασπώμενης και της επωφελούμενης με τις με αριθμούς πρωτοκόλλου 45,116/16-4-2021 και 45.123/16-4-2021 ανακοινώσεις, δυνάμει της από 30-4-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, όπως αυτί) καταχωρήθηκε στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 30η-4-2020 με αριθμό πρωτοκόλλου 165/30-4-2020, στον τόμο 11, με αύξοντα αριθμό 113, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 3156/2003, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 του ν. 2844/2000, και όπως αυτί) συμπληρώθηκε, συνεπεία της ανωτέρω καθολικής διαδοχής λόγω διάσπασης και απόσχισης, δυνάμει του από 20-4-2021 παραρτήματος μεταβολής της, ως προς το πρόσωπο του μεταβιβάζοντος, καταχωρηθέντος στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 20η-4-2021 με αριθμό πρωτοκόλλου 131/20-4-2021, στον τόμο 12, με αύξοντα αριθμό 121, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 3156/2003, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 του ν, 2844/2000, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου……………….
Η ανακόπτουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 25-6-2024 ανακοπή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …………..-2024, προσδιορίστηκε, προκειμένου να συζητηθεί, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, και γράφτηκε στο πινάκιο με αριθμό 37.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Με την υπό κρίση ανακοπή, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους, ζητείται, κατ’ εκτίμηση του αιτήματος της: (α) Η ακύρωση της από 19-3-2024 επιταγής προς πληρωμή, που έχει συνταχθεί κάτω από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της με αριθμό 2018/2011 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, (β) η ακύρωση της με αριθμό 3210Β/14-6-2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών Αθανάσιου Δ. Γεωργαντόπουλου, και (γ) η επιβολή στην καθ’ ης των δικαστικών εξόδων της ανακόπτουσας. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η ανακοπή αρμόδια καθ’ ύλην (άρθρο 933 παρ. 1 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρο 933 παρ. 3 ΚΠολΔ), αφού μετά την επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση ακολούθησαν και άλλες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας, φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου του τόπου της εκτέλεσης, προκειμένου να συζητηθεί κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 937 παρ. 3 και 614 επ. ΚΠολΔ). Έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα, όπως προκύπτει από την με αριθμό 6416ΣΤ75-7-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Αντωνίου Παπαγιαννούλα, εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 934 παρ. 1 α ΚΠολΔ προθεσμίας των 45 ημερών από την ημέρα της κατάσχεσης, και πρέπει να εξεταστεί και ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ: «Ο καθολικός ή ειδικός διάδοχος του δικαιούχου δεν μπορεί να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση πριν κοινοποιηθούν σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση η επιταγή και τα έγγραφα που τον νομιμοποιούν». Ως δικαιούχος, κατά τη διάταξη αυτή, νοείται το πρόσωπο που αναφέρεται στον τίτλο δυνάμει του οποίου επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση, και στη διάταξη αυτή ρυθμίζεται η διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί σε περίπτωση που επέλθει καθολική ή ειδική διαδοχή του κεκτημένου εκτελεστού τίτλου προσώπου, προκειμένου να αρχίσει ή να συνεχιστεί η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης που είχε αρχίσει ο τελευταίος πριν από τη διαδοχή. Ειδικότερα, σύμφωνα με τη ανωτέρω διάταξη, ο καθολικός ή ειδικός διάδοχος του δικαιούχου οφείλει να κοινοποιήσει στον καθ’ ου η εκτέλεση επιταγή προς εκτέλεση και τα νομιμοποιούντο αυτόν έγγραφα. Η υποχρέωση αυτή επιβάλλεται, τόσο για την έναρξη, όσο και για τη συνέχιση της εκτέλεσης που έχει αρχίσει από τον δικαιοπάροχό του και πρέπει να τηρείται ανεξαρτήτως του εάν ο καθ' ου η εκτέλεση έλαβε από αλλού γνώση της διαδοχής. Ως νομιμοποιούντο τον διάδοχο έγγραφα νοούνται τα αποδεικνύοντα τη διαδοχή και πρέπει να κοινοποιούνται, είτε αυτά είναι δημόσια, είτε ιδιωτικά, σε πρωτότυπα έγγραφα ή σε επικυρωμένα αντίγραφα, μη αρκούσης της απλής μνείας τούτων στην επιταγή. Η δε παράβαση του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ συνεπάγεται ακυρότητα της εκτέλεσης, ανεξαρτήτως βλάβης, δεδομένου του ότι η διατύπωση του νόμου («δεν δύναται να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση») είναι ισοδύναμη με την απειλή ακυρότητας. Ειδικότερα, στην περίπτωση της ειδικής διαδοχής πρέπει να κοινοποιείται η ουσιαστικού δικαίου σύμβαση, διότι είναι απαραίτητη η αναγωγή στις επιμέρους συμφωνίες (λ.χ. της εκχώρησης), ώστε να διαπιστωθεί ο φορέας του επιδίκου δικαιώματος, που αποτελεί ουσιαστικό συστατικό στοιχείο της νομιμοποίησης (ΑΠ 598/2021, ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 345/2006, Δίκη 2006, 1170, ΜονΕφΑΘ 4474/2022 ΤΝΠ Qualex, ΜονΕφΑθ 291/2022 ΤΝΠ Νόμος). Ο σκοπός της θεσπισθείσας ειδικής πρόσθετης διατύπωσης του άρθρου 925 ΚΠολΔ έγκειται στην αποφυγή αιφνιδιασμού του καθ' ου η εκτέλεση οφειλέτη ως προς τη διαδοχή στο πρόσωπο του επισπεύδοντας δανειστή και εφαρμόζεται και επί μετάθεσης της νομιμοποίησης προς δικαστική επιδίωξη της απαίτησης από το πρόσωπο του δικαιούχου της απαίτησης σε τρίτο, μη δικαιούχο, διάδικο (ΜονΕφΘεσ 2103/2021 ΤΝΠ Νόμος).
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής εκτίθεται ότι οι ανακοπτόμενες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας θα πρέπει να ακυρωθούν, καθώς, από το κοινοποιηθέν στην ανακόπτουσα από την καθ’ ης, για την απόδειξη της νομιμοποίησής της προς επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, απόσπασμα της σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων του ν. 3156/2003, που καταρτίστηκε μεταξύαυτής και της εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «Galaxy IV Funding Designated Activity Company», δυνάμει της οποίας η καθ’ ης ανέλαβε, για λογαριασμό της τελευταίας, τη διαχείριση και είσπραξη απαιτήσεων που της μεταβιβάστηκαν από την αρχική δανείστρια των ανακοπτόντων ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Alpha Τράπεζα Ανώνυμη Εταιρεία», δεν προκύπτει ότι συμπεριλαμβάνεται σε αυτές και η απαίτηση για την ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται η εκτέλεση, κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 925 ΚΠολΔ, στην οποία στηρίζεται ο λόγος αυτός της ανακοπής. Από όλα τα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα, μερικά από τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν προς άμεση απόδειξη, και, άλλα, για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν της από 9-9-2011 αιτήσεως της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Alpha Τράπεζα Ανώνυμη Εταιρεία», εκδόθηκε η με αριθμό 2018/2011 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά των ενεχομένων από την καταρτισθείσα με αυτήν με αριθμό 3384(122)/9-7-2008 σύμβαση πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό-οφειλετών της, μεταξύ των οποίων και η ανακόπτουσα. Κατά της διαταγής πληρωμής η ανακόπτουσα άσκησε, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 9666/2011 ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 1141/2017 απορριπτική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Ακολούθως την 26η-3-2024, η καθ’ ης, επικαλούμενη τη συνδρομή στο πρόσωπό της της ιδιότητας της διαχειρίστριας των απαιτήσεων της, δικαιοδόχου της αρχικής δανείστριας τράπεζας, εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «Galaxy IV Funding Designated Activity Company», επέδωσε στην ανακόπτουσα ακριβές αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της διαταγής πληρωμής, με τη συνταχθείσα κάτω από αυτό προσβαλλόμενη από 19-3-2024 επιταγή προς πληρωμή, συγκοινοποιώντας, προς απόδειξη της ενεργητικής της νομιμοποίησης για την επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, σύμφωνα με το άρθρο 925 ΚΠολΔ, τα ακόλουθα έγγραφα, όπως αποδεικνύεται από τα όσα βεβαιώνονται στην με αριθμό 5434Θ/26-3-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Αθανασίου Γεωργαντόπουλου: (1) Ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο του από 18- 6-2021 ιδιωτικού συμφωνητικού διαχείρισης απαιτήσεων, με επίσημη μετάφρασή του από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα, (2) ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της περίληψης του από 18-6-2021 ιδιωτικού συμφωνητικού διαχείρισης απαιτήσεων, όπως αυτό καταχωρήθηκε νομίμως στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 22<'-6-202 ] με αριθμό πρωτοκόλλου 210/22-6-2021, στον τόμο 12, με αύξοντα αριθμό 200, (3) αντίγραφο (α) της απόφασης με αριθμό 207/1/29-1 ί-2016 της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος για την αδειοδότηση της καθ’ ης εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, (β) τιης με αριθμό πρωτοκόλλου 764008/10-2-2017 ανακοίνωσης καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ. της από 16-1- 2017 απόφασης της έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων της εταιρίας με την επωνυμία «Alpha Ελλάς Χρηματοοικονομικές Λύσεις Ανώνυμη Εταιρεία» περί αλλαγής της επωνυμίας της σε «Cepal Hellas Χρηματοοικονομικές Υπηρεσίες Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Δανείων Από Δάνεια και Πιστώσεις», καθώς και (γ) της με αριθμό πρωτοκόλλου 1824440/17-10-2019 ανακοίνωσης καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ. του από 30-9-2019 πρακτικού του διοικητικού συμβουλίου της τελευταίας εταιρίας, με το οποίο αποφασίστηκε η προσθήκη της ένδειξης «μονοπρόσωπη» στην εταιρική επωνυμία, (4) ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της από 30-4-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, όπως αυτή καταχωρήθηκε νομίμως στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου 165/30-4-2020, στον τόμο 11, με αύξοντα αριθμό 113, (5) ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο των αποσπασμάτοιν του παραρτήματος της από 30-4-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, όπως αυτή καταχωρήθηκε νομίμως στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 30Μ-2020 με αριθμό πρωτοκόλλου 165/30-4-2020, στον τόμο 11, με αύξοντα αριθμό 113, στο οποίο περιλαμβάνονται και τα στοιχεία της απαίτησης που απορρέει από την με αριθμό 3384(122)9-7-2008 σύμβαση πίστωσης με ανοικτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό, (6) αντίγραφο της με αριθμό 45.089/16-4-2021 απόφασης της Διεύθυνσης Εταιριών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με την οποία εγκρίθηκε η διάσπαση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Άλφα Τράπεζα Ανώνυμη Εταιρεία» με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. 223701000 και ΑΦΜ 094014249 (διασπώ μενη) με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δράστηριότητάς της με σύσταση νέας τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Άλφα Τράπεζα Ανώνυμη Εταιρεία», αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. 159029160000 και ΑΦΜ 996807331 (επωφελούμενη), (7) αντίγραφο της με αριθμό 45.116/16-4-2021 ανακοίνωσης της Διεύθυνσης Εταιριών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με την οποία δημοσιεύτηκε στο Γ.Ε.ΜΗ., στα στοιχεία της διασπώμενης εταιρίας, η έγκριση της διάσπασης, (8) αντίγραφο της με αριθμό πρωτοκόλλου 45.123/16-4-2021 ανακοίνωσης της Διεύθυνσης Εταιριών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με την οποία δημοσιεύτηκε στο Γ.Ε.ΜΗ., στα στοιχεία της επακρελούμενης εταιρίας, η έγκριση της ανοιτέρω διάσπασης, (9) αντίγραφο της με αριθμόπρωτοκόλλου 103.127/2-10-2020 ανακοίνωσης της Διεύθυνσης Εταιριών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με την οποία καταχωρίστηκαν στο Γ.Ε.ΜΗ. με κωδικό καταχώρισης 2264792 (α) το από 15-9-2020 σχέδιο πράξης διάσπασης της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Άλφα Τράπεζα Ανώνυμη Εταιρεία», αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. 223701000 και ΑΦΜ 094014249 και (β) η από 15-9-2020 έκθεση του διοικητικού συμβουλίου της τράπεζας προς την γενική συνέλευση των μετόχων της και (γ) η από 15- 9-2020 έκθεση του ορκωτού ελεγκτή Χαράλαμπου Συρούνη, (10) ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο του από 20-4-2021 παραρτήματος μεταβολής της από 30-4-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, ως προς το πρόσωπο του μεταβιβάζοντος, καταχωρηθέν νομίμως στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 20Μ-2021 με αριθμό πρωτοκόλλου 131/20-4-2021 στον τόμο 12, με αύξοντα αριθμό 121, (11) ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο του με αριθμό 46.042/15-6-2021 ειδικού πληρεξουσίου του συμβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου Θ. Στεφανάκου, (12) ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της από 10-4-2023 περίληψης σύμβασης μακροπρόθεσμης διαχείρισης απαιτήσεων, μετά της επίσημης πιστής μετάφρασής της από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα, (13) ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της περίληψης της από 10-4-2023 περίληψης σύμβασης μακροπρόθεσμης διαχείρισης απαιτήσεων, όπως αυτή καταχωρήθηκε νομίμως στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 11Μ-2023 με αριθμό πρωτοκόλλου 246/11-4-2023, στον τόμο 16, με αύξοντα αριθμό 19. Περαιτέρω, εκ των ανωτέρω συγκοινοποιηθέντων εγγράφων αποδεικνύεται ότι, εννέα περίπου έτη κατόπιν της έκδοσης του εκτελεστού τίτλου, η εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «Galaxy IV Funding Designated Activity Company», κατέστη ειδική διάδοχος των απαιτήσεων της αρχικής δανείστριας τράπεζας με την επωνυμία «Άλφα Τράπεζα Ανώνυμος Εταιρεία» με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. 223701000 και ΑΦΜ 094014249, δυνάμει τις από 30-4-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, που καταχωρήθηκε στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, στον τόμο 11, με αριθμό 113, μεταξύ των οποίων και η προερχόμενη από την με αριθμό 1788142/5-10-2009 σύμβαση πίστωσης με ανοιχτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό απαίτηση, όπως αποδεικνύεται από το συγκοινοποιηθέν στην ανακόπτουσα απόσπασμα από το δημοσιευμένο παράρτημα της ανωτέρω σύμβασης. Αποδείχθηκε, ακόμη, ότι στις 16-4-2021, εγκρίθηκε και καταχωρήθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. η διάσπαση της ανωτέρω τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Άλφα Τράπεζα Ανώνυμος Εταιρεία» με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. 223701000 και ΑΦΜ 094014249 (διασπώμενη), με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας της και εισφορά του στη νεοσυσταθείσα τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Άλφα Τράπεζα Ανώνυμος Εταιρεία» με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. 159029160000 και ΑΦΜ 996807331 (επωφελούμενη]), σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 του ν. 2515/1997, την παρ. 3 του άρθρου 54, την παρ. 3 του άρθρου 57 και των άρθρων 59 έως και 74 και 140 του ν. 4601/2019, όπως ισχύουν, σε συνδυασμό με την με αριθμό 45.854/7-4-2021 πράξη διάσπασης του συμβολαιογράφου Αθηνάιν Γεωργίου Στεφανάκου. Η ως άνω διάσπαση εγκρίθηκε με την με αριθμό πρωτοκόλλου 45.089/16-4-2021 απόφαση της Διεύθυνσης Εταιρειών του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, που καταχωρήθηκε στο Γ,Ε.ΜΗ. και δημοσιεύτηκε στα στοιχεία της διασπώμενης και της επωφελούμενης με τις με αριθμούς πρωτοκόλλου 45.116/16-4-2021 και 45.123/16-4-2021 ανα κοινό) σεις, αντίστοιχα, και η επωφελούμενη υπεισήλθε, αυτοδικαίως, ως καθολική διάδοχος της διασπώμενης, στα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της, όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί κατά την ημερομηνία της διάσπασης και, εν γένει, σε κάθε δικαίωμα ή υποχρέωση ή έννομη σχέση ή δραστηριότητα που αφορά τον ανωτέρω κλάδο. Κατόπιν της διάσπασης αυτής, καταρτίστηκε το από 20-4-2021 παράρτημα μεταβολής της αρχικής από 30-4-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, ως προς το πρόσωπο του μεταβιβάζοντος, που καταχωρήθηκε νόμιμα στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 20Μ-2021 με αριθμό πρωτοκόλλου 13 1/20-4- 2021, στον τόμο 12, με αύξοντα αριθμό 121, και η επωφελούμενη, ως καθολική διάδοχος της διασπώμενης, κατά τα ανωτέρω, υπεισήλθε στη θέση της, ως προς τις έννομες σχέσεις δανείων και πιστώσεων που η τελευταία είχε μεταβιβάσει στην προαναφερόμενη εταιρεία ειδικού σκοπού. Περαιτέρω, μεταξύ της ανωτέρω εταιρείας ειδικού σκοπού και της καθ’ ης εταιρείας διαχείρισης από δάνεια και πιστώσεις, καταρτίστηκε η από 8-4-2021 σύμβαση μακροχρόνιας διαχείρισης, με την οποία η πρώτη ανέθεσε στη δεύτερη τη διαχείριση απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο που η εταιρεία ειδικού σκοπού απέκτησε από την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Άλφα Τράπεζα Ανώνυμη Εταιρεία» και, εν συνεχεία, συντάχθηκε και το από 18-6-2021 ιδιωτικό συμφωνητικό διαχείρισης απαιτήσεων, που καταχωρήθηκε νομίμως στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 22tt-6-2021, με αριθμό πρωτοκόλλου 210/22-6-2021, στον τόμο 12, με αύξοντα αριθμό 200, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 10 του ν. 3156/2003, όπως ισχύες αντίγραφο του οποίου, μαζί με την δημοσιευθείσα περίληψή του, συνεπιδόθηκε, κατά τα ανωτέρω, στην ανακόπτουσα. Σύμφωνα δε με το τελευταίο από 18-6-2021 ιδιωτικό συμφωνητικό διαχείρισης απαιτήσεων «Στις 8-4-2021 τα μέρη μεταξύ άλλων σννήψαν σύμβαση μακροπρόθεσμης διαχείρισης όπως τροποποιήθηκε κατά καιρούς όσον αφορά το χαρτοφυλάκιο» ... «Σύμφωνα με τη σύμβαση μακροπρόθεσμης διαχείρισης και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του νόμου περί τιτλοποίησης, ο διαχειριστής έχει διοριστεί από τον εκδότη ως διαχειριστής τιτλοποίησης του Χαροφυλακίου», ενώ, σχετικά με τον προσδιορισμό και τη σύσταση του τελευταίου, στο ίδιο ιδιωτικό συμφωνητικό αναγράφεται ότι «Ο εκδότης (εταιρεία ειδικού σκοπού) απέκτησε από την Άλφα Τράπεζα Α.Ε. (ο πωλητής) το Χαρτοφυλάκιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ελληνικού νόμου περί τιτλοποίησης 3156/2003. Η πώληση και η μεταβίβαση του χαρτοφυλακίου καταχωρήθηκε στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών στις 30-4-2020 με αριθμό πρωτοκόλλου καταχώρισης 165/30-4-2020 (τόμος 11 αριθμός 113) και όπως εκάστοτε τροποποιείται, συμπεριλαμβανομένου μέσω των τροποποιήσεων που έχουν καταχωρηθεί με αριθμούς πρωτοκόλλου καταχωρίσεων: 246/30-6-2020 (τόμος 11, αριθμός 194), 455/3-11- 2020 (τόμος 11, αριθμός 402), 528/22-12-2020 (τόμος 11, αριθμός 475), 7/19-1-2021 (τόμος 11, αριθμός 497), 8/19-1-2021 (τόμος 11, αριθμός 498), 9/19-1-2021 (τόμος 11, αριθμός 499), 39/2-2-2021 (τόμος 12, αριθμός 29), 40/2-2-2021 (τόμος 12, αριθμός 30) 44/9-2-2021 (τόμος 12, αριθμός 34), 45/9-2-2021 (τόμος 12, αριθμός 35), 55/17-3-2021 (τόμος 12, αριθμός 45), 56/17-3-2021 (τόμος 12, αριθμός 46), 131/20-4-2021 (τόμος 12, αριθμός 121), 182/27-5-2021 (τόμος 12, αριθμός 172) και 195/10-6-2021 (τόμος 12, αριθμός 185).». Εν συνεχεία καταρτίστηκε, μεταξύ των ίδιων τελευταίων συμβαλλομένων, και το από 10-4-2023, συμπληρωματικό στη τελευταία σύμβαση, ιδιωτικό συμφωνητικό διαχείρισης απαιτήσεων, περίληψη του οποίου καταχωρήθηκε νόμιμα στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών την 11η-4-2023 με αριθμό πρωτοκόλλου 246/11-4-2023, στον τόμο 16, με αύξοντα αριθμό 19. Σε αυτό γίνεται αναφορά και πάλι στην από 8-4-2021 σύμβαση μακροπρόθεσμης διαχείρισης, την δυνάμει αυτής ανάθεση της διαχείρισης στην καθ’ ης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 4354/2015, και στο χαρτοφυλάκιο η πώληση και μεταβίβαση του οποίου είχε, κατά τη σύνταξη του τελευταίου εγγράφου, υποστεί, πέραν των ανωτέρω, και περαιτέρω, νεότερες αυτών, τροποποιήσεις, που είχαν δημοσιευτεί στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου 344/14-9-2021 (τόμος 12, αριθμός 334), με αριθμό πρωτοκόλλου 345/14-9-2021 (τόμος 12, αριθμός 335), με αριθμό πρωτοκόλλου 683/6-12-2021 (τόμος 13, αριθμός 173), με αριθμό πρωτοκόλλου 684/6-12-2021 (τόμος 13, αριθμός 174), με αριθμό πρωτοκόλλου 99/14-2-2022 (τόμος 13, αριθμός 346) και, τέλος, με αριθμό πρωτοκόλλου 884/22-11-2022 (τόμος 15, αριθμός 131). Καμία, ωστόσο, από τις τροποποιητικές συμβάσεις της από 30-4-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης, μετά των παρατημάτων τους, πέραν της καταχώρισης της αρχικής σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών στις 30- 4-2020 και του από 20-4-2021 παραρτήματος μεταβολής της ως προς το πρόσωπο του μεταβιβάζοντος, δεν συγκοινοποιήθηκε στην ανακόπτουσα με την προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή. Από την παράλειψη όμως αυτή, της συγκοινοποίησής τους, δεν κατέστη εφικτό για την τελευταία να διαπιστώσει με την απαιτούμενη βεβαιότητα εάν η απαίτηση, για την ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται σε βάρος της εκτέλεση με τις προσβαλλόμενες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας, συνεχίζει, κατά τον χρόνο της διενέργειας των τελευταίων, να ανήκει στο χαρτοφυλάκιο της εταιρείας ειδικού σκοπού και, κατ’ επέκταση, εάν και η καθ’ ης είχε, κατά τον χρόνο επίδοσης της προσβαλλόμενης επιταγής προς πληρωμή και της επιβολής της κατάσχεσης, την εξουσία διαχείρισής της, λαμβάνοντας υπ’ όψιν το ότι η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης είχε τροποποιηθεί, από τον χρόνο της αρχικής κατάρτισής της, με τη δημοσίευση των προαναφερομένων είκοσι ενός (21) ακόμη, συνολικά, εντύπων δημοσίευσης (ΕφΠειρ 299/2024, ΜΠρΑΘ 4534/2024, ΜΠΠειρ 1409/2024, ΜΠρΑΟ 44/2024 ΤΝΠ Νόμος). Η δε έλλειψη αυτή δεν δύναται να αναπληρωθεί από τη μνεία στα ανωτέρω ιδιωτικά συμφωνητικά διαχείρισης απαιτήσεων περί του ότι η εταιρεία ειδικού σκοπού απέκτησε από την αρχική δανείστρια τραπεζική εταιρεία το χαρτοφυλάκιο που αναφέρεται στην από 30-4-2020 σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, ώστε να εκληφθεί ότι αρκεί η κοινοποίηση της αρχικής περίληψης της καταχώρησης της σύμβασης και του αποσπάσματος του παραρτήματος της, αφού η μνεία αυτή συμπληρώνεται από τη ρητή αναφορά των ως άνω μεταγενεστέρων δημοσιεύσεων των τροποποιήσεων που την αφορούν (βλ. ΜΠρΑΘ 5172/2024 ΤΝΠ Qualex). Επομένως, με την επίδοση των συγκοινοποιηθέντων με την προσβαλλόμενη επιταγή εγγράφων, δεν αποδείχθηκε, κατά την έννοια του άρθρου 925 ΚΠολΔ, ότι η εκπροσωπούμενη από την καθ’ ης η ανακοπή εταιρεία ειδικού σκοπού παραμένει δικαιούχος της ανωτέρω, επιδικασθείσας στην ανώνυμη τραπεζική) εταιρεία με την επωνυμία «Άλφα Τράπεζα Α.Ε.» δυνάμει της με αριθμό 2018/2011 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, απαίτησης. Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο δεύτερος λόγος της ανακοπής, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή και η χρονικά επόμενη και στηριζόμενη σε αυτήν συμπροσβαλλόμενη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας, και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας σε βάρος της καθ’ ης η ανακοπή (άρθρα 176, 191, 63 παρ 1 ΐ α, 65, 66 και 68 ν. 4194/2013) προσδιοριζόμενα με βάση το ποσό της απαίτησης για το οποίο επισπεύστηκε η εκτέλεση (ΑΠ 905/2011), όπως ορίζεται, ειδικότερα, στο διατακτικό