Το νέο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο: «Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης – Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας» έχει εγείρει έντονες αντιδράσεις στον νομικό κόσμο. Τεθέν υπό διαβούλευση υπό το βάρος κοινωνικών πιέσεων, λόγω της ολοένα αυξανόμενης εγκληματικότητας (φαινόμενο που έχει λάβει ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις και στους ανηλίκους, τόσο ενδοσχολικώς, όσο και στα πλαίσια οπαδικής βίας), φαίνεται να προτάσσει, παντελώς άστοχα κατά την πλειοψηφία των καθηγητών ποινικού δικαίου, όσο και των δικηγόρων-ποινικολόγων της χώρας, τον κατασταλτικό και τιμωρητικό χαρακτήρα του ποινικού δικαίου, μέσω της αυστηροποίησης της μεταχείρισης του κατηγορουμένου, αντί της ανάγκης σεβασμού των κεκτημένων θεμελιωδών δικαιωμάτων του στην ποινική διαδικασία.
Στο Κεφάλαιο Β του επίμαχου νομοσχεδίου με τίτλο «Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα» εντοπίζονται, λοιπόν, μεταξύ άλλων προωθούμενων τροποποιήσεων, και κάποιες ιδιαίτερα επίκαιρες νομοθετικές παρεμβάσεις που είναι σαφές ότι πρέπει να αποδοθούν (κατά κύριο λόγο) και στην ικανοποίηση του λεγόμενου «λαϊκού περί δικαίου αισθήματος» (με όσους δικαιοπολιτικούς κινδύνους τούτο, συνήθως, συνοδεύεται), όπως είναι η αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης των ανηλίκων δραστών και, ειδικότερα, η ευρύτερη δυνατότητα που θα χορηγείται πλέον στην ποινική δικαιοσύνη να διατάσσει τον εγκλεισμό (πιο δόκιμα περιορισμό) ανηλίκων στα ειδικά καταστήματα κράτησης νέων. Εδώ, λοιπόν, θα επιχειρήσουμε να καταγράψουμε το τι συνεπάγεται, πρακτικά, η συγκεκριμένη νομοθετική πρόβλεψη και σε ποιες (συνήθεις) περιπτώσεις παραβατικότητας ανηλίκων είναι πιθανόν να εφαρμοστεί.
Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 24 του Κεφαλαίου Β του νομοσχεδίου (με τίτλο «εξορθολογισμός των κριτηρίων περιορισμού ανηλίκων σε κατάστημα κράτησης νέων-τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 127 Ποινικού Κώδικα») προβλέπεται η τροποποίηση της, ισχύουσας μέχρι σήμερα, παρ. 1 του άρθρου 127 Ποινικού Κώδικα ως εξής:
«Περιορισμός σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων επιβάλλεται μόνο σε ανηλίκους που έχουν συμπληρώσει το δέκατο πέμπτο (15ο) έτος της ηλικίας τους, εφόσον η πράξη τους, αν την τελούσε ενήλικος θα ήταν κακούργημα. Η απόφαση πρέπει να περιέχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, από την οποία να προκύπτει γιατί τα αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα δεν κρίνονται στη συγκεκριμένη περίπτωση επαρκή ενόψει των ιδιαίτερων συνθηκών τέλεσης της πράξης και της προσωπικότητας του ανηλίκου».
Μια απλή σύγκριση της νέας διάταξης με την ισχύουσα (σήμερα) διάταξη καταδεικνύει ότι με την προτεινόμενη τροποποίηση απαλείφεται η φράση «και εμπεριέχει στοιχεία βίας ή στρέφεται κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» που ακολουθούσε την φράση «εφόσον η πράξη τους, αν την τελούσε ενήλικος θα ήταν κακούργημα». Γεγονός που αδιαμφισβήτητα επιφέρει την δυσμενέστερη μεταχείριση των ανηλίκων δραστών, αφού μειώνει δραστικά τις προϋποθέσεις που αξιώνονται εκ του νόμου για να μπορεί να διαταχθεί ο εγκλεισμός τους σε κατάστημα κράτησης νέων κατόπιν καταδίκης τους.
Ειδικότερα, με το ισχύον καθεστώς ένας ανήλικος δράστης μπορεί να εκτίσει ποινή εντός σωφρονιστικού καταστήματος (αντί να του επιβληθούν απλώς αναμορφωτικά μέτρα) μόνον εφόσον είναι από 15 ετών και πάνω, διαπράττει αξιόποινη πράξη που εάν την τελούσε ενήλικος θα ήταν κακούργημα και μόνον εφόσον η πράξη αυτή έχει στοιχεία βίας ή πλήττει τη ζωή ή την σωματική ακεραιότητα του θύματος. Τέτοια εγκλήματα τυγχάνουν λ.χ. η ανθρωποκτονία εκ δόλου, ο βιασμός, η βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη και η ληστεία. Με λίγα λόγια, ο νομοθέτης είχε διατηρήσει μέχρι σήμερα την δυνατότητα περιορισμού των ανηλίκων δραστών εντός σωφρονιστικού καταστήματος σε περιπτώσεις διάπραξης πολύ σοβαρών εγκλημάτων, ιδιαίτερης επικινδυνότητας και απαξίας (είναι, δε, χαρακτηριστικό ότι κατά την προϊσχύσασα συγκεκριμένη διάταξη του παλαιού ΠΚ τούτο προβλεπόταν μόνον σε περίπτωση ενοχής ανηλίκου για εγκλήματα που τιμωρούνταν με ισόβια κάθειρξη αν τα τελούσε ενήλικος ή για βιασμό ανηλίκου κάτω των 15 ετών).
Με την νέα διάταξη, λοιπόν, διευρύνονται ουσιωδώς οι περιπτώσεις εγκλημάτων για τα οποία θα μπορεί ένας ανήλικος δράστης (άνω των 15 ετών πάντα) να κρατηθεί σε σωφρονιστικό κατάστημα, αφού τούτο θεωρητικώς θα μπορεί να διαταχθεί για οποιαδήποτε κακουργηματική πράξη. Η διεύρυνση αυτή αφορά, αντίστοιχα, και στην δυνατότητα προσωρινής του κράτησης (της λεγόμενης «προφυλάκισης»), αφού το άρθρο 287 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (με τις προϋποθέσεις για την προσωρινή κράτηση ανηλίκου) παραπέμπει ευθέως στις αξιόποινες πράξεις του (τροποποιούμενου) άρθρου 127 ΠΚ. Πρακτικά, τώρα, τα παραπάνω μπορούν να τύχουν εφαρμογής σε συνήθεις περιπτώσεις διακεκριμένων κλοπών που φέρουν κακουργηματικό χαρακτήρα (λ.χ. κλοπή ή κλοπές που τελούνται από δύο ή περισσότερους ανηλίκους που έχουν ενωθεί με αυτό το σκοπό, ή κλοπές με συνολικό αντικείμενο άνω των 120.000 €), δίχως να υφίσταται καμία προσβολή των εννόμων αγαθών της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας άλλου (ας σκεφτούμε για παράδειγμα μια ομάδα ανηλίκων που διαπράττει συστηματικά κλοπές ποδηλάτων ή παραβιάζει σταθμευμένα Ι.Χ. οχήματα με στόχο την κλοπή χρημάτων ή αντικειμένων από το εσωτερικό τους, ή έναν ανήλικο που κλέβει έναν πίνακα από μουσείο ή μία εικόνα από εκκλησία, όλα τούτα συνιστούν κακουργηματικές κλοπές). Αντίστοιχα, περιορισμός ανηλίκου σε σωφρονιστικό κατάστημα θα μπορεί, πλέον, να λάβει χώρα (κατ’ εφαρμογή του νέου άρθρου 127 παρ. 1 ΠΚ) σε περίπτωση ενοχής ανηλίκου για διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, πράξη που συνιστά μεν κακούργημα, αλλά έχει κριθεί ότι στρέφεται κατά του εννόμου αγαθού της δημόσιας υγείας και όχι της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας και άρα μέχρι σήμερα δεν μπορούσε να επισύρει τον περιορισμό ανηλίκου σε κατάστημα κράτησης (βλ. ενδεικτικώς βούλευμα ΣυμβΠλημΘεσσαλ 233/2020 σε Αρμενόπουλο 2020/1209 ή σε ΤραπΝομΠληρ Νόμος).Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η περίπτωση της παραβίασης των διατάξεων του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας (ν. 2121/93, ως κωδικοποιήθηκε με ν. 4481/2017), αδίκημα που επίσης περιλαμβάνεται κατά τα τελευταία έτη στην παραβατικότητα των ανηλίκων. Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο 66 παρ. 3 εδ. β΄ και γ΄ ως άνω νόμου «αν ο υπαίτιος τελεί τις παραπάνω πράξεις κατ` επάγγελμα ή σε εμπορική κλίμακα ή αν οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες έγινε η πράξη μαρτυρούν ότι ο υπαίτιος είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας ή των συγγενικών δικαιωμάτων, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι 10 ετών και χρηματική ποινή «δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) έως εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ» καθώς και αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης στα πλαίσια της οποίας εκτελέσθηκε η πράξη. Θεωρείται ότι η πράξη έχει τελεσθεί κατ’ επάγγελμα και όταν ο δράστης έχει καταδικασθεί για αδικήματα του παρόντος άρθρου ή για παράβαση των διατάξεων περί πνευματικής ιδιοκτησίας που ίσχυαν πριν απ’ αυτό με αμετάκλητη απόφαση σε ποινή στερητική της ελευθερίας».Ας υποθέσουμε, τώρα, ότι ένας ανήλικος στήνει μία πλατφόρμα ή μια ιστοσελίδα από την οποία δύνανται οι χρήστες του διαδικτύου να παρακολουθούν ή να μεταφορτώνουν ταινίες ή αθλητικούς αγώνες «πειρατικά» (άνευ άδειας του δημιουργού ή/και άνευ καταβολής αντιτίμου ή συνδρομής στον επίσημο φορέα μετάδοσής τους κτλ.), και μέσω των συνδέσμων (links) που παρέχει η πλατφόρμα αυτή (από)λαμβάνουν το εκάστοτε προστατευόμενο προϊόν (αγώνες, ταινίες κτλ.) χιλιάδες άτομα. Δραστηριότητα η οποία, ομολογουμένως, είναι άκρως διαδεδομένη στην εποχή μας και η οποία στην συνείδηση των περισσότερων χρηστών του διαδικτύου δεν φέρει καν την όποια αξιοσημείωτη ηθική ή νομική απαξία. Στην περίπτωση αυτή, λοιπόν, θα μπορούσε πιθανότατα να στοιχειοθετηθεί κακουργηματική προσβολή δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας με βάση την ανωτέρω διάταξη του ν. 2121/93 (κατ’ επάγγελμα τέλεση ή δράστης ιδιαίτερα επικίνδυνος για την πνευματική ιδιοκτησία) επισύρουσα, πλέον, ποινή περιορισμού του ανηλίκου σε κατάστημα κράτησης (κάτι που, ομοίως, δεν ισχύει με τον ισχύοντα ποινικό κώδικα, αφού η εν λόγω πράξη ασφαλώς και δεν φέρει στοιχεία βίας, ούτε στρέφεται κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του εκάστοτε παθόντος).Περαιτέρω, το ίδιο ζήτημα προκύπτει πλέον και με τους ανήλικους δράστες παράνομης διακίνησης πολιτών τρίτων χωρών εντός Ελλάδος (άρθρο 30 ν. 4251/2014, ως τροπ. και ισχύει), αδίκημα το οποίο ομοίως μέχρι σήμερα οδηγούσε σε επιβολή μόνον αναμορφωτικών μέτρων σε βάρος τους από τα αρμόδια Δικαστήρια Ανηλίκων (αφού ως πράξη δεν φέρει στοιχεία βίας, ούτε πλήττει την ζωή ή την σωματική ακεραιότητα άλλου). Με το νέο άρθρο 127 ΠΚ και στην περίπτωση αυτή θα προβλέπεται περιορισμός τους σε κατάστημα κράτησης, κάτι το οποίο στην πράξη θα εγείρει έντονο νομικό προβληματισμό, δεδομένου ότι στις περιπτώσεις αυτές οι ανήλικοι αποτελούν, κατά τεκμήριο, άβουλα όργανα έμπειρων (και ασφαλώς ενηλίκων) διακινητών, οι οποίοι τους χρησιμοποιούν κατά κόρον στις εν λόγω παράνομες δραστηριότητες, μη δυνάμενων των ίδιων (των ανήλικων) να αντιληφθούν την ποινική απαξία της εν λόγω πράξης. Τέλος, αναφορά θα μπορούσε να γίνει και για την περίπτωση του εκ δόλου εμπρησμού που προκάλεσε βλάβη σε εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας (πράξη που επίσης συνιστά κακούργημα ακόμη και δίχως την διακινδύνευση ανθρώπου), όπως λ.χ. για πρόκληση πυρκαγιάς και, συνεπεία τούτου, εκτεταμένων βλαβών σε έναν άδειο αθλητικό ή πολιτιστικό χώρο (μετά από αγώνα ή συναυλία για παράδειγμα). Και με την συγκεκριμένη αξιόποινη πράξη δεν πλήττεται ευθέως η ζωή ή η σωματική ακεραιότητα τρίτου (αν υποθέσουμε ότι έχει εκκενωθεί ο χώρος), ωστόσο κατ’ ορθότερη νομική άποψη πρέπει να θεωρηθεί ότι ως πράξη εμπεριέχει στοιχεία βίας (και άρα τεκμαίρεται ότι κατατάσσεται, ούτως ή άλλως, στις πράξεις για τις οποίες προβλέπεται κράτηση ανηλίκου και με το παρόν καθεστώς).
Το αυτό ισχύει και με την περίπτωση του εγκλήματος της έκρηξης (άρθρο 270 ΠΚ) ή της κατασκευής/κατοχής εκρηκτικών υλών (άρθρο 272 ΠΚ), ιδίως μετά την 3/2022 απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, με την οποία έγινε δεκτό ότι η «βόμβα-μολότοφ» συνιστά εκρηκτικό μηχανισμό (και άρα τιμωρείται κατά τα ανωτέρω άρθρα 270 και 272 ΠΚ). Έτσι, η ανωτέρω τροποποίηση του άρθρου 127 ΠΚ (σχετικά με τις προϋποθέσεις εγκλεισμού ανηλίκου σε κατάστημα κράτησης) μπορεί να τύχει εφαρμογής και στην περίπτωση που ανήλικος (15 έως 18 ετών) κριθεί ένοχος για ρίψη «βόμβας-μολότοφ» σε εγκατάσταση κοινής ωφέλειας προκαλώντας βλάβες σε αυτήν (κακουργηματική έκρηξη, κατά το άρθρο 270 παρ. 1 περ. γ΄ ΠΚ), ακόμη και αν τούτη είναι άδεια, δίχως κανένα άτομο μέσα, και άρα δίχως να πλήττεται η ζωή ή η σωματική ακεραιότητα κάποιου (λ.χ. ανήλικος κατά τη διάρκεια ή μετά το πέρας διαδήλωσης ρίπτει βόμβα μολότοφ σε άδειο βαγόνι τρένου ή σε άδεια γραφεία δημόσιας συγκοινωνιακής μονάδας), ή ακόμη και στην περίπτωση που ανήλικος διαδηλωτής συλληφθεί και κριθεί ένοχος για κατοχή βόμβας-μολότοφ στην τσάντα του πριν καν την χρησιμοποιήσει. Και οι πράξεις αυτές, ωστόσο, πρέπει να αξιολογηθούν ως φέρουσες στοιχεία βίας (κατά την ποινική θεωρία) και άρα πρέπει να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι επισύρουν περιορισμό του ανηλίκου σε κατάστημα κράτησης ακόμη και με το παρόν καθεστώς.
Σε κάθε περίπτωση, με την ψηφισθείσα τροποποίηση διατηρείται η υποχρέωση του εκάστοτε Δικαστηρίου Ανηλίκων, εφόσον διατάσσει τον περιορισμό σε κατάστημα κράτησης νέων, να αιτιολογεί ειδικά και εμπεριστατωμένα στην σχετική του απόφαση το γιατί τα αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα δεν κρίθηκαν επαρκή ως ποινικός κολασμός, ενόψει των ιδιαίτερων συνθηκών τέλεσης της πράξης και της προσωπικότητας του ανηλίκου (άρθρο 127 παρ. 1 εδ. β΄ ΠΚ).
Συμπερασματικώς, είναι σαφές ότι η αντιμετώπιση των ανηλίκων δραστών από την ποινική δικαιοσύνη αυστηροποιείται δραστικά, αφού με τέτοιου είδους νομοθετικές τροποποιήσεις στην πραγματικότητα οι ανήλικοι παραβάτες εξομοιώνονται (για την πολιτεία) σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό με τους ενήλικους δράστες. Κάτι που, εντούτοις, δεν συνάδει με την ανάγκη και την υποχρέωση κάθε σύγχρονου κράτους δικαίου να διασφαλίζει, πρωτίστως, την επαρκή προστασία και απομάκρυνση των ανηλίκων από την ροπή σε έκνομη συμπεριφορά (ιδίως με την παροχή πλήρους κοινωνικής πρόνοιας σε όσους προέρχονται από παθογενές ή ανύπαρκτο οικογενειακό περιβάλλον, με την μοντέρνα, επωφελή και υποστηρικτική ψυχολογικά διαπαιδαγώγησή τους στις εκπαιδευτικές δομές όλων των βαθμίδων, όσο και την διασφάλιση μιας πιο ευοίωνης προοπτικής για την μελλοντική επαγγελματική τους απορρόφηση) πριν καταφύγει στο να επιτείνει απλώς την καταστολή της παραβατικής αυτής διολίσθησής τους (που συνιστά το αποτέλεσμα και όχι την αιτία του φαινομένου).