Ακύρωση επιταγής προς πληρωμή και κατασχετήριας έκθεσης- ανυπαρξίας έγγραφης απόδειξης της ενεργητικής νομιμοποίησης του fund- δεν αποδείχθηκε ότι μεταβιβάστηκε στο fund η αρχική απαίτηση της πιστώτριας τράπεζας, απορρέουσα από τραπεζικές επιταγές, οι οποίες παραδόθηκαν από την ανακόπτουσα εταιρεία προς την αντισυμβαλλόμενη της τράπεζας πιστούχο εταιρεία, η οποία διατηρούσε αλληλόχρεο λογαριασμό στην τράπεζα , στην οποία και κατέθεσε τις επιταγές αυτές ως « αξία λόγω ενεχύρου», προκειμένου για την πίστωση του λογαριασμού αυτού.
Ακολουθεί το κείμενο της απόφασης:
«Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών………συνεδρίασε δημόσια στις 31-10-2023, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των ανακοπτόντων……………οι οποίοι παραστάθηκαν στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Ελευθερίου Κιούκη, με ΑΜ/ΔΣΑ 26261, κατοίκου Αθηνών, επί της λεωφόρου Αλεξάνδρας αριθμ.128, και υπέβαλε προτάσεις.
Της καθ’ης η ανακοπή: ανώνυμης εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις με την επωνυμία «CEPAL HELLAS Χρηματοοικονομικές Υπηρεσίες Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» που εδρεύει στη Νέα Σμύρνη Αττικής, επί της λεωφόρου Συγγρού αριθμ. 209-211, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ 800715056, η οποία ενεργεί ως μη δικαιούχος διάδικος και ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «GALAXY IV FUNDING DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», η οποία εδρεύει στο Δουβλίνο Ιρλανδίας (επί της οδού Haddington, αριθμ.1-2, Victoria Buildings, Δουβλίνο 4), όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», και η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της………………………..
Οι ανακόπτοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από 10-05-2023 ανακοπή τους, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού την 11-05-2023 με γενικό αριθμό κατάθεσης ………../2023 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης ………./2023 και προσδιορίσθηκε για να συζητηθεί κατά την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, μετά την εκφώνησή της από τη σειρά που ήταν γραμμένη στο πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώθηκε και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτοί αυτοί και όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
…….. σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρ. 924 παρ. 1 ΚΠολΔ, η επιταγή ως πρώτη πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης και δη της προδικασίας της, πρέπει να επιδίδεται στον καθ’ου η εκτέλεση οφειλέτη, ενώ από τη διάταξη του άρθρ. 925 παρ. 1 ΚΠολΔ σαφώς προκύπτει ότι ο καθολικός ή ειδικός διάδοχος του δικαιούχου (δανειστή), ο οποίος δεν αναφέρεται στον εκτελεστό τίτλο και δικαιούται κατ’ άρθρ. 919 παρ. 1 ΚΠολΔ ή άλλη ειδική διάταξη να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση, υποχρεούται για το έγκυρο της αναγκαστικής εκτέλεσης, που ενεργείται από αυτόν, να κοινοποιήσει στον καθ’ου η εκτέλεση νέα επιταγή, ακόμη και αν έχει κοινοποιηθεί προηγουμένως επιταγή από τον αναφερόμενο στον εκτελεστό τίτλο αρχικό δικαιούχο, καθώς και τα νομιμοποιητικά της διαδοχής του έγγραφα, είτε αυτά είναι δημόσια, είτε ιδιωτικά, τόσο για την έναρξη, όσο και για τη συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης. Η υποχρέωση αυτή είναι ανεξάρτητη και πρέπει να γίνεται ακόμα και όταν ο καθ’ου η εκτέλεση τελεί σε γνώση της επελθούσας διαδοχής. Απαιτείται κατ’ αρχάς η επίδοση ολοκλήρων των εγγράφων και όχι αποσπασμάτων, τα οποία πρέπει, μάλιστα, να κοινοποιούνται στο πρωτότυπο ή σε επίσημο αντίγραφο, χωρίς να αρκεί η απλή μνεία τους στην επιταγή προς εκτέλεση. Η παράβαση του άρθρ. 925 παρ. 1 ΚΠολΔ συνεπάγεται ακυρότητα της εκτέλεσης ανεξαρτήτως βλάβης, δεδομένου ότι η φράση του νόμου «δεν δύναται να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση» είναι ισοδύναμη με την απειλή ακυρότητας. Παρά τα ανωτέρω, στην περίπτωση διαδοχής στην εκτελούμενη (τραπεζική) απαίτηση λόγω μεταβίβασής της με τη μέθοδο της τιτλοποίησης κατά τους ορισμούς ιδία του ν. 3156/2003, αλλά και στις περιπτώσεις μεταβιβάσεων τραπεζικών απαιτήσεων κατά τις διατάξεις του ν. 4354/2015, με δεδομένη τη συνθετότητα και την έκταση των επιμέρους πράξεων, από τις οποίες απαρτίζεται η μεταβίβαση των απαιτήσεων και εν συνεχεία η ανάθεση της διαχείρισης αυτών και, επομένως, και των αντιστοίχων εγγράφων, που την πιστοποιούν, η απαίτηση συγκοινοποίησης στον καθ’ου η εκτέλεση οφειλέτη, στο πλαίσιο της ρύθμισης του άρθρ. 925 παρ. 1 ΚΠολΔ, ολόκληρων των σχετικών συμβάσεων μεταβίβασης και ανάθεσης της διαχείρισης, εκτός του ότι δεν συμπορεύεται με το πνεύμα της ρύθμισης της ανωτέρω διάταξης, είναι ιδιαιτέρως πολυτελής, εξόχως δαπανηρή και στείρα τυπολατρική, παρεμβάλλει δε, σοβαρά εμπόδια στην εκτελεστική διαδικασία, παρεμποδίζοντας αδικαιολογήτως την πρόσβαση σε αυτή των δανειστών. Η αναγκαστική εκτέλεση, εξάλλου, ιεραρχεί μεν συχνά τον τύπο της διαδικασίας ως εξόχως σημαντικό, δεν εξικνείται, όμως, η εν λόγω αξιολόγηση μέχρι του βαθμού επιδοκιμασίας καταχρηστικών μορφών συμπεριφοράς. Μάλιστα, στην περίπτωση αυτή, η υποχρέωση συγκοινοποίησης στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη ολόκληρης της σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων (η οποία κατά κανόνα αφορά μεγάλο αριθμό οφειλετών) και της σύμβασης ανάθεσης της διαχείρισης των ως άνω απαιτήσεων, για τη θεμελίωση της νομιμοποίησης της διαχειριστικής εταιρείας στην επίσπευση της αναγκαστικής εκτέλεσης, θα προϋπέθετε την κοινολόγηση στοιχείων που καταλαμβάνονται από το τραπεζικό απόρρητο αλλά και προσωπικών δεδομένων στον οφειλέτη κατά τρόπον ασύμβατο προς τις ρυθμίσεις του Κανονισμού (ΕΕ) 679/2016 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ΕΚ» (Π. Γιαννόπουλο, Η εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις ως μη δικαιούχος διάδικος στη διαγνωστική δίκη και στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης. Κριτική επισκόπηση των ρυθμίσεων του ν. 4354/2015 και de lege ferenda προτάσεις, Αρμ 2019, σελ. 261-262, Ν. Κατηφόρη, παρατηρήσεις στη ΜονΠρΝαξ 57/2020, ΕΓΊολΔ 2020, σελ. 432-435). Κατ’ ανάγκη, συνεπώς, επιλέγονται ως αναγκαία προς συγκοινοποίηση με την επιταγή του άρθρ. 925 ΚΠολΔ, εκείνα μόνο τα έγγραφα, που αποδεικνύουν τη συντέλεση της μεταβίβασης και στοιχειοθετούν τη νομιμοποίηση του επισπεύδοντας (ΑΠ 909/2021 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 345/2006 ΤΝΠ Νόμος). Καθώς δε τα αποτελέσματα της μεταβίβασης επέρχονται αυτοδικαίως εκ του νόμου και χωρίς άλλη διατύπωση και έναντι τρίτων (άρα και έναντι του οφειλέτη) από την καταχώριση της περίληψης της σύμβασης μεταβίβασης στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000, η οποία λογίζεται ως αναγγελία της μεταβίβασης στον οφειλέτη, είναι προφανές ότι η ειδική διαδοχή της εταιρείας ειδικού σκοπού ως προς τις μεταβιβαζόμενες σ’ αυτήν απαιτήσεις συντελείται ακριβώς τότε. Προσέτι, ενόψει του ότι αναγκαία προϋπόθεση για την εγκυρότητα της πώλησης και μεταβίβασης προς την εταιρεία ειδικού σκοπού των απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις που χορηγήθηκαν από πιστωτικά ιδρύματα είναι η προηγούμενη ανάθεση της διαχείρισης των εν λόγω απαιτήσεων σε εταιρεία διαχείρισης του ν. 4354/2015, η οποία και νομιμοποιείται αποκλειστικά για την άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από τις ανωτέρω απαιτήσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 1 παρ.1 στοιχ. γ' του ως άνω νόμου, είναι επίσης προφανές ότι και η νομιμοποίηση της εταιρείας διαχείρισης προς επίσπευση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος των οφειλετών των συγκεκριμένων απαιτήσεων αρχίζει από το ίδιο ως άνω χρονικό σημείο (της καταχώρισης της περίληψης της μεταβιβαστικής σύμβασης στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000, στο οποίο καταχωρίζεται συγχρόνως και η σύμβαση ανάθεσης της διαχείρισης των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων). Ενόψει των ανωτέρω, τα έγγραφα, που πιστοποιούν τις ανωτέρω πράξεις και ολοκληρώνουν τη μεταβίβαση και την ανάθεση της διαχείρισης, είναι τα μόνα κρίσιμα και πρέπει να συγκοινοποιούνται στον οφειλέτη με την επιταγή, ενώ τα υπόλοιπα έγγραφα, ανεξαρτήτως της σπουδαιότητας ή σοβαρότητας, που εμφανίζουν για τη διαδικασία της μεταβίβασης per se, δεν παύουν να αποτελούν στοιχεία, που αφορούν στις εσωτερικές σχέσεις των εταιρειών. Τα έγγραφα που νομιμοποιούν, συνεπώς, την εταιρεία, που ανέλαβε τη διαχείριση των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων, είναι η καταχώριση σε περίληψη, που περιέχει τα ουσιώδη στοιχεία των συμβάσεων μεταβίβασης και ανάθεσης της διαχείρισης, σύμφωνα με το άρθρ. 3 του ν. 2844/2000, ήτοι η δημοσίευση του εντύπου που καθορίστηκε με την με αριθμ. 161/337/2003 και ήδη 207/2020 απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης στο Ενεχυροφυλακείο του τόπου της κατοικίας ή της έδρας του μεταβιβάζοντος, μαζί με το σχετικό απόσπασμα του παραρτήματος των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων το οποίο συνοδεύει τη σύμβαση μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις και στο οποίο φαίνεται η καταχώριση της μεταβίβασης της απαίτησης του καθ’ου η εκτέλεση. Η κοινοποίηση των εγγράφων αυτών είναι αρκετή και ανταποκρίνεται πλήρως στη νομοτυπική μορφή των εγγράφων, που αξιώνει το άρθρ. 925 παρ. 1 ΚΠολΔ (ΕφΘεσ 177/2022 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 574/2020 δημ. στην ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιά, ΜΠρΧαλκιδ 24/2022 ΤΝΠ Νόμος), ενώ συμπορεύεται και με τον κανόνα δικαίου που τίθεται στο άρθρο 453 παρ. 2 ΚΠολΔ, το οποίο ορίζει ότι «Αν πρόκειται να διεξαχθεί απόδειξη με βιβλίο ή άλλο εκτενές έγγραφο που περιέχει περισσότερα θέματα τα οποία δεν έχουν συνάφεια με τη δίκη, μπορεί να υποβληθεί επικυρωμένο απόσπασμα που περιέχει τα μέρη του εγγράφου τα οποία έχουν συνάφεια με τη δίκη». Η λύση αυτή τελεί σε συμπόρευση και με τον κανόνα του άρθρου 116 παρ. 1 ΚΠολΔ αλλά και με το άρθρο 25 παρ. 1 και 3 του Συντάγματος. Τα έγγραφα αυτά, εξάλλου, πρέπει να κοινοποιούνται στον καθ’ου η εκτέλεση στο πρωτότυπο ή σε επίσημο αντίγραφο (Μάζη σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ΚΠολΔ2, Τ. II, 2021, υπό το άρθρ. 925, στον αρ. 1).
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της υπό κρίση ανακοπής, οι ανακόπτοντες ζητούν να ακυρωθούν α) η από 24-03-2023 επιταγή προς πληρωμή παρά πόδας του αντιγράφου εκ του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμ./2010 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, και β) η με αριθμό ……./11-04-2023 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών Παναγιώτη Γιάννου, διότι, δεν αποδεικνύεται εγγράφως από τα συγκοινοποιηθέντα με την προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή έγγραφα η ενεργητική νομιμοποίηση της φερόμενης ως δικαιούχου της απαίτησης αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «GALAXY IV FUNDING DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», και συνακόλουθα της καθ’ης η ανακοπή μη δικαιούχου διαδίκου εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, στην επίσπευση της προκείμενης διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης της με αριθμ. ……………./2010 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Ειδικότερα ισχυρίζονται ότι την έκδοση της ανωτέρω διαταγής πληρωμής αιτήθηκε η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», σε βάρος της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……………, επί τη βάσει των με αριθμ…………… και ………………επιταγών, έκδοσης της ανωτέρω ομόρρυθμης εταιρείας εις διαταγήν της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «.», οι οποίες μεταβιβάσθηκαν στην αιτηθείσα την έκδοση διαταγής πληρωμής ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», δι’οπισθογράφησης και παράδοσης ως αξία λόγω ενεχύρου. Ότι η επισπεύδουσα τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης καθ’ης η ανακοπή, επικαλούμενη την ιδιότητά της ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της φερόμενης ως δικαιούχου της επίδικης απαίτησης λόγω ειδικής διαδοχής αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «GALAXY IV FUNDING DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», προς απόδειξη της ενεργητικής της νομιμοποίησης, τους συγκοινοποίησε με την προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή μόνο τα κάτωθι έγγραφα: α) την καταχωρηθείσα στα δημόσια βιβλία του άρθρ.3 του ν.2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, στον τόμο …. και με αύξοντα αριθμό….., με αριθμ.πρωτ. ……../30-04-2020 περίληψη της από ……….σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων που συνήφθη μεταξύ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «GALAXY IV FUNDING DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», β) το απόσπασμα της σελίδας ……. με αύξοντες αριθμούς ……..και ………………….. του παραρτήματος της από 30-04-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, που καταχωρήθηκε στα δημόσια βιβλία του άρθρ.3 του ν.2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, στον τόμο ……… και με αύξοντα αριθμό ………., με αριθμ.πρωτ……………… /30-04-2020, γ) την καταχωρηθείσα στα δημόσια βιβλία του άρθρ.3 του ν.2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, στον τόμο 12 και με αύξοντα αριθμό 200, με αριθμ.πρωτ……………………. /22-06-2021 περίληψη της από 30-04-2020 σύμβασης διαχείρισης απαιτήσεων που συνήφθη μεταξύ της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «GALAXY IV FUNDING DESIGNATED ACTIVITY COMPANY» και της καθ’ης η ανακοπή. Ότι από το εν λόγω απόσπασμα προκύπτει η μεταβίβαση από την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» στην αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «GALAXY IV FUNDING DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», της απαίτησης που απορρέει από τη με αριθμ……. σύμβαση πίστωσης και με οφειλέτιδα την ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «……………………….», και όχι η μεταβίβαση της απαίτησης που απορρέει από τις με αριθμ…………….. επιταγές έκδοσης της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……………….», με αποτέλεσμα να μην αποδεικνύεται η ειδική διαδοχή της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «GALAXY IV FUNDING DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», στην επίδικη σε βάρος τους απαίτηση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», από τις ανωτέρω επιταγές, που αποτέλεσε τη βάση για την έκδοση της ανωτέρω διαταγής πληρωμής, με περαιτέρω συνέπεια να μην αποδεικνύεται ούτε η ιδιότητα της καθ’ης η ανακοπή ως διαχειρίστρια της επίδικης απαίτησης.
Με αυτό το περιεχόμενο, ο υπό κρίση λόγος ανακοπής τυγχάνει ορισμένος και νόμιμος στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 904, 918, 920, 925 παρ.1, 933 ΚΠολΔ, 10 του ν.3156/2003 και 2 του ν.4354/2015 και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.
Από την προσήκουσα εκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των νομίμως με επίκληση προσκομιζομένων εγγράφων, σε μερικά των οποίων γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς όμως να παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, εκτιμώμενα, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, εφόσον επιτρέπεται η εμμάρτυρος απόδειξη, ανεξαρτήτως αν αυτά (έγγραφα) πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρα 937 παρ.3, 591 παρ.1 και 2, 340 παρ.1 και 614 επομ. ΚΠολΔ, όπως οι διατάξεις αυτές ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με τον ν.4335/2015), από τις ομολογίες των διαδίκων που περιέχονται στις προτάσεις τους και αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Μετά από αίτηση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» σε βάρος της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………………», εκδόθηκε η με αριθμ. ………………../2010 διαταγή πληρωμή του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, δια της οποίας διατάχθηκε η ανωτέρω ομόρρυθμη εταιρεία, της οποίας ομόρρυθμα μέλη τυγχάνουν οι ανακόπτοντες, να καταβάλει στην αιτούσα τράπεζα νομιμοτόκως το ποσό των 18.100,00 ευρώ, προερχόμενο από τις με αριθμ…………… επιταγές, έκδοσης της ανωτέρω ομόρρυθμης εταιρείας εις διαταγήν της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………………..», οι οποίες μεταβιβάσθηκαν στην αιτηθείσα την έκδοση διαταγής πληρωμής ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», δι’οπισθογράφησης και παράδοσης ως αξία λόγω ενεχύρου, και οι οποίες εμφανισθείσες εμπρόθεσμα προς πληρωμή δεν πληρώθηκαν ελλείψει αντιστοίχων διαθεσίμων κεφαλαίων. Την 31-03-2023 η καθ’ης η ανακοπή επέδωσε στους ανακόπτοντες, υπό την ιδιότητά τους ως ομορρύθμων εταίρων της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «………..», την από 24-03-2023 επιταγή προς πληρωμή, γνωστοποιώντας τους ότι σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 και 14 του ν.3156/2003 και των άρθρων 455 επ του ΑΚ, συνήφθη μεταξύ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «GALAXY IV FUNDING DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», που εδρεύει στο Δουβλίνο Ιρλανδίας, σύμβαση μεταβίβασης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, περίληψη της οποίας καταχωρήθηκε, την 30.04.2020, στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του ν.2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, με αρ.πρωτ. 165/30.04.2020, στον τόμο 11 με αυξ.αριθμό 113 και ότι η διαχείριση των απαιτήσεων, που μεταβιβάσθηκαν, κατά τα εκτιθέμενα ανωτέρω, στην παραπάνω εταιρεία ειδικού σκοπού, ανατέθηκε στην καθ’ης η ανακοπή (κατ’ άρθρο 10 παράγραφοι 14,15 του Ν.3156/2003), δυνάμει της από 18.06.2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, περίληψη της οποίας καταχωρήθηκε, νόμιμα, την 22.06.2021, στα βιβλία του άρθρου 3 του ν.2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, στον τόμο …… με αυξ.αριθ…….. και έλαβε αρ.πρωτ………….. /22.06.2021 (άρθρο 10 παράγραφος 16 του ν.3156/2003). Επιπροσθέτως τους γνωστοποίησε ότι μεταξύ των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων είναι και η απαίτηση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» σε βάρος της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «………….» που απορρέει από τη με αριθμ……………………. σύμβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό μετά των πρόσθετων αυτής πράξεων, σε κάλυψη της οποίας είχαν δοθεί ως ενέχυρο -κατά τους ισχυρισμούς της καθ’ης η ανακοπή- οι με αριθμ………………… επιταγές, έκδοσης της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………………». Προς απόδειξη της ενεργητικής της νομιμοποίησης, η καθ’ης η ανακοπή συγκοινοποίησε στους ανακόπτοντες τα κάτωθι έγγραφα: α) αντίγραφο της καταχωρηθείσας την 30.04.2020, στα δημόσια βιβλία του άρθρου 3 του ν.2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, με αρ.πρωτ……………… /30.04.2020, στον τόμο ………με αυξ.αριθμό ……. περίληψης της από 30-04-2020 σύμβασης μεταβίβασης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, στον όρο 3 της οποίας αναφέρεται ότι μεταβιβάζονται απαιτήσεις από επιχειρηματικά, ομολογιακά, ανακυκλούμενα, ναυτιλιακά και άλλα δάνεια και πιστώσεις του μεταβιβάζοντος, μετά των παρεπόμενων και διαπλαστικών δικαιωμάτων και των εξασφαλίσεων αυτών, β) το απόσπασμα της σελίδας …………..με αύξοντες αριθμούς …………… και …………….. του παραρτήματος της από 30-04-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, που καταχωρήθηκε στα δημόσια βιβλία του άρθρ.3 του ν.2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, στον τόμο ………..και με αύξοντα αριθμό……., με αριθμ.πρωτ…./30-04-2020, και γ) αντίγραφο της καταχωρηθείσας την 22.06.2021, στα βιβλία του άρθρου 3 του ν.2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, στον τόμο ……….με αυξ.αριθ……… με αρ.πρωτ…… /22.06.2021 περίληψης της από 18-06- 2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων. Το συγκοινοποιηθέν με την προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή αντίγραφο του με αριθμό σελίδας ……… και με αύξοντα αριθμό ………… και ……………. αποσπάσματος του παραρτήματος της από 30-04-2020 σύμβασης μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων αφορούσε στη μεταβίβαση της απαίτησης που απέρρεε από τη με αριθμ………………. /……………σύμβαση δανείου, με οφειλέτιδα την ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «Κ.ΚΟΡΟΠΟΥΛΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.», και με αναφερόμενο τύπο σύμβασης την ένδειξη «επιχειρηματικό δάνειο» και όχι στη μεταβίβαση της απαίτησης της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» εκ των με αριθμ…………. και ……………….επιταγών.
Η καθ’ης η ανακοπή επικαλείται με τις προτάσεις της ότι η απαίτηση εκ των με αριθμ…………………….. και ………………επιταγών, έκδοσης της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………………» εις διαταγήν της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………………», συμμεταβιβάσθηκε με την απαίτηση που απορρέει από τη με αριθμ…………………. σύμβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, με οφειλέτιδα την ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «…………………», καθόσον οι επιταγές αυτές είχαν μεταβιβασθεί στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «……………………» με οπισθογράφηση και παράδοση ως αξία λόγω ενεχύρου προς εξασφάλιση της απαίτησης της τράπεζας εκ της με αριθμ. …………………….σύμβασης πίστωσης με οφειλέτιδα την ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «Κ………………………». Ως προς τον ισχυρισμό αυτό της καθ’ης η ανακοπή πρέπει να σημειωθεί ότι ναι μεν στηρίζεται στη διάταξη του άρθρου 458 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία «Με την εκχώρηση μεταβιβάζονται και οι υποθήκες, εγγυήσεις, ενέχυρα ή άλλα παρεπόμενα δικαιώματα που ασφαλίζουν την απαίτηση καθώς και τα προνόμια τα οποία στην αναγκαστική εκτέλεση ή στην πτώχευση συνδέονται με τη φύση της απαίτησης ή της εγγύησης. Προνόμια που συνδέονται με το πρόσωπο του δανειστή δεν μεταβιβάζονται», πλην όμως στο πλαίσιο της κατ’άρθρο 925 ΚΠολΔ επιχειρούμενης εκτέλεσης ο ειδικός διάδοχος του δικαιούχου (δανειστή), ο οποίος δεν αναφέρεται στον εκτελεστό τίτλο και δικαιούται κατ’ άρθρ. 925 παρ. 1 ΚΠολΔ ή άλλη ειδική διάταξη να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση, υποχρεούται για το έγκυρο της αναγκαστικής εκτέλεσης, που ενεργείται από αυτόν, να κοινοποιήσει στον καθ’ου η εκτέλεση νέα επιταγή καθώς και τα νομιμοποιητικά της διαδοχής του έγγραφα, είτε αυτά είναι δημόσια, είτε ιδιωτικά, τόσο για την έναρξη, όσο και για τη συνέχιση της αναγκαστικής εκτέλεσης, ακόμα και όταν ο καθ’ου η εκτέλεση τελεί σε γνώση της επελθούσας διαδοχής. Επομένως, για το έγκυρο της επιχειρούμενης αναγκαστικής εκτέλεσης, θα έπρεπε η καθ’ης η ανακοπή να είχε συγκοινοποιήσει στους ανακόπτοντες αλλά και να είχε προσκομίσει ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) τη με αριθμ. ……………………………..σύμβαση πίστωσης με οφειλέτιδα την ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «Κ…………………..» και β) αντίγραφο του πινακίου ή του αποσπάσματος του τηρηθέντος προς εξυπηρέτηση της σύμβασης πίστωσης αλληλόχρεου λογαριασμού στο οποίο να φαίνεται η καταχώρηση των ανωτέρω επιταγών στον λογαριασμό αυτόν ή άλλου εγγράφου εκ του οποίου να προκύπτει ότι οι με αριθμ………………………….. επιταγές, έκδοσης της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………………..» εις διαταγήν της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……», μεταβιβάσθηκαν με οπισθογράφηση στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία προς εξασφάλιση της συγκεκριμένης απαίτησης της τράπεζας εκ της ανωτέρω σύμβασης πίστωσης δι’ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού. Τούτο διότι, προκειμένου να θεωρηθεί ότι με την απαίτηση εκ της με αριθμ. …………σύμβασης πίστωσης με οφειλέτιδα την ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «………………….» συμμεταβιβάσθηκε στην αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «……………………..», και η απαίτηση εκ των με αριθμ…………………… επιταγών, έκδοσης της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……………………….», θα πρέπει να αποδεικνύεται από τα συγκοινοποιούμενα με την κατ’άρθρο 925 παρ.1 ΚΠολΔ επιταγή προς πληρωμή έγγραφα ότι οι επιταγές αυτές οπισθογραφήθηκαν προς την τράπεζα προς εξασφάλιση της απαίτησης της εκ της συγκεκριμένης μεταβιβασθείσας στην ανωτέρω αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό και ότι κατ’αποτέλεσμα αποτελούν παρεπόμενο συμμεταβιβαζόμενο δικαίωμα. Σε διαφορετική περίπτωση μη συγκοινοποίησης των ανωτέρω εγγράφων, δεν καθίσταται δυνατό να αποδειχθεί για εξασφάλιση ποιας απαίτησης οπισθογραφήθηκαν ως αξία λόγω ενεχύρου οι με αριθμ………………… και ………………επιταγές, ήτοι εάν οπισθογραφήθηκαν προς εξασφάλιση της απαίτησης της τράπεζας εκ της με αριθμ……………….. σύμβασης πίστωσης ή προς εξασφάλιση απαίτησης εξ άλλης σύμβασης πίστωσης και ποιας, χωρίς να αρκεί μόνο ο επικαλούμενος από την καθ’ης η ανακοπή σχετικός ισχυρισμός, εάν δεν αποδεικνύεται από τα συγκοινοποιούμενα με την προσβαλλόμενη επιταγή και προσκομιζόμενα ενώπιον του Δικαστηρίου της ανακοπής έγγραφα. Η καθ’ης η ανακοπή στην προκειμένη περίπτωση ούτε συγκοινοποίησε τα ανωτέρω έγγραφα με την προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή ούτε προσκόμισε αυτά ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα να μην αποδεικνύεται προς εξασφάλιση ποιας απαίτησης της εκχωρήτριας τράπεζας οπισθογραφήθηκαν λόγω ενεχύρου οι επίδικες επιταγές. Υπό τα πλήρως ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά προκύπτει ότι η καθ’ης η ανακοπή δεν απέδειξε την ενεργητική της νομιμοποίηση προς έναρξη και συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, η δε επελθούσα παράβαση του άρθρ. 925 παρ. 1 ΚΠολΔ συνεπάγεται ακυρότητα των προσβαλλόμενων πράξεων της αναγκαστικής εκτέλεσης ανεξαρτήτως βλάβης, δεδομένου ότι η φράση του νόμου «δεν δύναται να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση» είναι ισοδύναμη με την απειλή ακυρότητας, βλάβη η οποία σε κάθε περίπτωση είναι αυταπόδεικτη, λόγω του κινδύνου απώλειας του ακινήτου των ανακοπτόντων, η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί αλλιώς παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας, γενομένου δεκτού ως και ουσία βάσιμου του υπό κρίση πρώτου λόγου ανακοπής, παρελκούσης ως εκ τούτου ως άνευ αντικειμένου της εξέτασης της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας των υπόλοιπων λόγων της ένδικης ανακοπής, οι οποίοι άπαντες κατατείνουν στο ίδιο αποτέλεσμα ήτοι στην ακύρωση των ανωτέρω προσβαλλόμενων πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας.
Κατόπιν των ανωτέρω, η υπό κρίση ανακοπή, καθ’ο μέρος κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ουσία και να ακυρωθούν α) η από 24-03-2023 επιταγή προς πληρωμή παρά πόδας του αντιγράφου εκ του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμ…………………. διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, και β) η με αριθμό …………………..έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών Παναγιώτη Γιάννου. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η καθ’ης η ανακοπή ένεκα της ήττας της, στα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων, σύμφωνα με το νόμιμο αίτημα των τελευταίων (άρθρα 176, 191 παρ.2 ΚΠολΔ, 63 παρ. 1α, 65, 66 και 68 παρ. 1 ν.4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων»),επισπεύστηκε η εκτέλεση (ΑΠ 905/2011 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 328/2003 ΧρΙΔ 2003,547), όπως αναφέρεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε ως απορριπτέο ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ την από 24-03-2023 επιταγή προς πληρωμή παρά πόδας του αντιγράφου εκ του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αριθμ……….. /2010 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ τη με αριθμό ……………έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών Παναγιώτη Γιάννου.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθ’ης η ανακοπή στα δικαστικά έξοδα των ανακοπτόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500,00) ευρώ».